Η ακλόνητη υποστήριξη της Ουάσιγκτον προς το Ισραήλ κατά τη διάρκεια της χερσαίας εισβολής του στη Γάζα τίθεται υπό ολοένα και περισσότερο κριτικό έλεγχο στον Παγκόσμιο Νότο.

Ο επικεφαλής της διπλωματίας της Κίνας Γουάνγκ Γι φιλοξένησε αυτήν την εβδομάδα αντιπροσωπεία υπουργών Εξωτερικών από τον αραβικό και ισλαμικό κόσμο, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων από τη Σαουδική Αραβία, την Παλαιστίνη, την Ιορδανία, την Αίγυπτο και την Ινδονησία. Το Πεκίνο δήλωσε ότι είναι έτοιμο να συνεργαστεί με τις συγκεκριμένες χώρες για μια κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, την απελευθέρωση ομήρων, την ανεμπόδιστη παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας και μια “συνολική, δίκαιη και διαρκή διευθέτηση του παλαιστινιακού ζητήματος”.

Ευήκοα ώτα

Αυτή δεν είναι μια νέα γραμμή από πλευράς Πεκίνου, ωστόσο αναμφίβολα θα καταστεί ευπρόσδεκτη από ορισμένους στον μουσουλμανικό κόσμο, ιδιαίτερα στη Νοτιοανατολική Ασία, η οποία επιθυμεί να δει περισσότερη παγκόσμια ηγεσία σε ένα ζήτημα το οποίο έχει προκαλέσει οργή σε διάφορες κοινότητες. Οι εντάσεις έχουν αυξηθεί από τις 7 Οκτωβρίου, όταν οι ένοπλοι ισλαμιστές της Χαμάς παραβίασαν τα σύνορα του Ισραήλ και σκότωσαν 1.200 Ισραηλινούς και ξένους υπηκόους και πήραν ομήρους έως και 240 ανθρώπους.

Οι δύο μεγαλύτερες μουσουλμανικές χώρες της περιοχής – η Ινδονησία και η Μαλαισία – έχουν εδώ και καιρό μια ισχυρή φιλοπαλαιστινιακή στάση και καμία τους δε διατηρεί διπλωματικούς δεσμούς με το Ισραήλ. Καθώς ο αριθμός των νεκρών αμάχων στη Γάζα έχει ξεπεράσει τις 13.000 μετά τη στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ, με εικόνες νεκρών και τραυματισμένων παιδιών να κατακλύζουν τα χρονολόγιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεκάδες χιλιάδες Ινδονήσιοι και Μαλαισιανοί έχουν λάβει μέρος σε συγκεντρώσεις για την υποστήριξη των Παλαιστινίων.

Το κίνημα διαμαρτυρίας εξαπλώνεται σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής στην Ινδονησία, το κράτος με τον μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό στον κόσμο, όπου το 87% των 280 εκατομμυρίων πολιτών ακολουθεί το Ισλάμ. Σε ένα μήνυμα-βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προς τους οπαδούς του στις 13 Νοεμβρίου, ο Ασρόρουν Νίαμ Σόλεχ, πρόεδρος του τμήματος Φετβάδων στο Συμβούλιο των Ουλεμάδων της Ινδονησίας, ανώτατης μουσουλμανικής αρχής στη χώρα, εξέθεσε τις τέσσερις αρχές πίσω από ένα διάταγμα – Φετβά το οποίο παρότρυνε τους πιστούς να μποϊκοτάρουν τα ισραηλινά προϊόντα. Υπήρξαν επίσης καλέσματα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα οποία ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να αποφεύγουν γνωστά αμερικανικά brands όπως McDonald’s, Pizza Hut, Starbucks και Coca-Cola. Όσοι διαμαρτύρονται σημειώνουν ότι τα διπλά μέτρα και σταθμά των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή γίνονται ολοένα και πιο πασιφανή.

Παρόμοια είναι η εικόνα και στη Μαλαισία. Σε συγκέντρωση στην Κουάλα Λουμπούρ στις 24 Οκτωβρίου, ο πρωθυπουργός Ανουάρ Ιμπραήμ ενώθηκε με χιλιάδες φιλοπαλαιστίνιους διαδηλωτές προκειμένου να καταδικάσει εκείνο που οι διαμαρτυρόμενοι αποκαλούσαν “βάρβαρες” πράξεις στη Γάζα. Η χώρα αρνήθηκε να διακόψει τους δεσμούς της με την παλαιστινιακή ισλαμιστική Χαμάς και ο Ανουάρ μίλησε με τον επικεφαλής του πολιτικού της γραφείου, Ισμαήλ Χανίγε, για να εκφράσει “την ακλόνητη υποστήριξη της Μαλαισίας στον παλαιστινιακό λαό”. Στο κοινοβούλιο, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η πρεσβεία των ΗΠΑ προσπάθησε να τον πιέσει να αλλάξει γνώμη, ωστόσο εκείνος αρνήθηκε.

“Η κοινή γνώμη στη Μαλαισία αναγκάζει τους ηγέτες να μιλήσουν δυνατά”, μού είπε ο Σίντνεϊ Τζόουνς, ανώτερος σύμβουλος του Ινστιτούτου για την Ανάλυση της Πολιτικής Συγκρούσεων στην Τζακάρτα, με έδρα τη Νέα Υόρκη. “Στην Ινδονησία, δεν υπάρχει περίπτωση ο πρόεδρος Τζόκο Γουιντόντο να είχε συναντηθεί πρόσφατα με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και να μην είχε πει ότι είχε στείλει ένα μήνυμα για τη Γάζα στις ΗΠΑ“. Αυτό δεν έχει προκαλέσει ακόμη σοβαρό ρήγμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Ινδονησίας – οι δύο χώρες υπέγραψαν μια ολοκληρωμένη στρατηγική εταιρική σχέση στην ίδια συνάντηση – αν και, εάν σκοτωθούν Ινδονήσιοι εθελοντές σε νοσοκομεία στη Γάζα, το γεγονός θα μπορούσε να προκαλέσει περισσότερες αποστολές διαμαρτυρίες από την Τζακάρτα στην Ουάσιγκτον, σημειώνει.

Η πίεση ήδη ανεβαίνει. Η επικεφαλής διπλωμάτης της Ινδονησίας, Ρέτνο Μαρσούντι, σε βιντεοσκοπημένο μήνυμα από τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στο Πεκίνο, “καταδίκασε έντονα” τις επιθέσεις ισραηλινών τανκς στο ινδονησιακό νοσοκομείο στη Γάζα τη Δευτέρα, κατά τις οποίες πιστεύεται ότι έχασαν τη ζωή τους 12 άμαχοι. Το Ισραήλ αναφέρει ότι η ιατρική εγκατάσταση χρησιμοποιείται για να συγκαλύπτει το υπόγειο κέντρο διοίκησης και ελέγχου της Χαμάς, ισχυρισμό τον οποίο αρνούνται τόσο οι Ινδονήσιοι όσο και οι Παλαιστίνιοι.

Αυτό είναι μόνον ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η σύγκρουση εξαπλώνεται στη Νοτιοανατολική Ασία. Η αδιαμφισβήτητη υποστήριξη της Ουάσιγκτον προς το Ισραήλ είναι αμφιλεγόμενη στην περιοχή, σημειώνει ο Τζόζεφ Λιόου, πρύτανης του Κολλεγίου Ανθρωπιστικών Επιστημών, Τεχνών και Κοινωνικών Επιστημών του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Nanyang. Μεγάλο μέρος αυτών των αισθημάτων είναι μεταχρονολογημένος απόηχος για όσα έπραξαν οι ΗΠΑ μετά τις επιθέσεις της Αλ Κάιντα την 11η Σεπτεμβρίου 2001 – ιδίως για τις εισβολές υπό την ηγεσία της Ουάσινγκτον στο Ιράκ και το Αφγανιστάν – που είναι ακόμα “φρέσκα” στο μυαλό πολλών Μαλαισιανών και Ινδονήσιων. “Αυτό το σενάριο θα επαναληφθεί και αυτό θα δημιουργήσει δυσκολίες στους ηγέτες αυτών των χωρών”, λέει.

Παίκτης

Εδώ μπαίνει ο παράγοντας Κίνα, η οποία βρήκε γρήγορα την ευκαιρία να ενεργήσει ως παγκόσμιος ειρηνοποιός, παρά τους πολλούς περιορισμούς της. Το Πεκίνο προσπαθεί να τοποθετηθεί ως ισχυρός παίκτης στη Μέση Ανατολή, αφού βοήθησε ως μεσολαβητής σε μια ύφεση μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας. Οι ΗΠΑ προέτρεψαν την Κίνα να χρησιμοποιήσει την επιρροή της για να αποτρέψει την περαιτέρω επέκταση της σύγκρουσης, ωστόσο ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν έχει ακόμη χρησιμοποιήσει τους μοχλούς που διαθέτει έναντι της Ρωσίας και του Ιράν για να επηρεάσει είτε τον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε εκείνον στη Γάζα. Ακόμη και τώρα, καθώς περισσότερες χώρες στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο στρέφονται προς το Πεκίνο, η Κίνα δεν έχει και πολλά περισσότερα να προσφέρει πέραν της δέσμευσης ότι θα συνεχίσει να μιλά για το θέμα.

Οι Κινέζοι είναι πιθανό να συνεχίσουν την οικοδόμηση των σχέσεών τους με τον ισλαμικό κόσμο επί του παλαιστινιακού ζητήματος, μέσω πρωτοβουλιών οι οποίες είναι πιθανό να είναι ευπρόσδεκτες, παρά τη μαζική αυθαίρετη κράτηση από πλευράς του καθεστώτος του Πεκίνου και τις βίαιες εξαφανίσεις Ουιγούρων μουσουλμάνων μειονοτικών στην κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ. Η Human Rights Watch το 2021 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτές οι παραβιάσεις συνιστούσαν “εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας” από πλευράς της Κίνας.

Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος για πολλούς μουσουλμάνους στην Ασία, ωστόσο, είναι η μοίρα των ομόθρησκών τους μουσουλμάνων στη Μέση Ανατολή και όχι στο Σιντζιάνγκ. Τα σχόλια του Μπάιντεν με τα οποία προειδοποίησε το Ισραήλ για την εξτρεμιστική βία των Ισραηλινών εποίκων κατά των Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη θα χρησιμεύσουν ελάχιστα στο να κερδηθούν όσοι είναι καχύποπτοι έναντι των προθέσεων των ΗΠΑ.

Το ερώτημα πια είναι εάν το Πεκίνο μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των διπλωματικών του φιλοδοξιών και των δυνατοτήτων του.