Έχει περάσει πια σχεδόν μια δεκαετία από τότε που ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν δήλωσε ευθαρσώς τον στόχο του να μετατρέψει τη χώρα σε ένα “μη φιλελεύθερο κράτος” βασισμένο σε “εθνικές” αξίες, με πρότυπο χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία και η Τουρκία. Έχει σταθεί πιστός στον λόγο του. Η Ουγγαρία δεν είναι πλέον δημοκρατία με την κυριολεκτική έννοια, ούσα η μοναδική χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που η αμερικανική μη κερδοσκοπική οργάνωση Freedom House αξιολογεί μόνον ως “εν μέρει” ελεύθερη.

Υπήρχε ακόμη ένα μέρος της ατζέντας την οποία λάνσαρε ο Όρμπαν με την ομιλία που πραγματοποίησε στους Ούγγρους μειονοτικούς στη Ρουμανία εκείνη την ημέρα το 2014. Έκτοτε έχει καταστήσει σαφές ότι στόχος του είναι να κάνει την ανελεύθερη χώρα του πρότυπο για άλλα σημερινά και μελλοντικά μέλη της ΕΕ. Εάν η προσπάθειά του αποδειχθεί επιτυχής, θα άλλαζε τον δομικό σχεδιασμό του μπλοκ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από μια ένωση η οποία στοχεύει στην αποτροπή της επανεμφάνισης εθνικιστικών απολυταρχιών σε μία δομή που θα τις αγκαλιάζει και θα τις χρηματοδοτεί. Σε αυτό το σημείο ο Όρμπαν είχε λιγότερη επιτυχία μέχρι τώρα και είναι εκεί που η ΕΕ μπορεί και πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να διασφαλίσει ότι ο Ούγγρος πρωθυπουργός θα αποτύχει, μια ανάγκη που έγινε πιο επείγουσα μετά την πρωτιά-έκπληξη του ακροδεξιού ηγέτη Γκέερτ Βίλντερς στις βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία.

Ο Όρμπαν τον περασμένο μήνα έχασε τον μοναδικό σύμμαχό του σε κυβερνητικό επίπεδο στον αγώνα για να γίνει η ΕΕ ασφαλής για τις “ελεγχόμενες” δημοκρατίες, τη συστημική διαφθορά και την πολιτική διακρίσεων, αφού το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) της Πολωνίας έχασε τις βουλευτικές εκλογές στη χώρα. Εν τω μεταξύ, ο ηγέτης που τόσο θαυμάζει ο Ορμπάν – ο Ρώσος Βλαντιμίρ Πούτιν – ταπεινώθηκε στρατιωτικά στην Ουκρανία και αποκόπηκε από τις ευρωπαϊκές αγορές. Η οικονομία της Τουρκίας μόλις που ξέφυγε από μια παρ’ ολίγον θανατηφόρα εμπειρία που προκλήθηκε από τα πειράματα του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν με μια ανορθόδοξη νομισματική πολιτική, ενώ ακόμη και ο βιονικός αναπτυξιακός κινητήρας της Κίνας μοιάζει να μπάζει “νερά”.

Υπερδεξιός, αντιδημοκρατικός μετασχηματισμός

Μακράν του να αναστοχάζεται την πορεία του, ο Όρμπαν επιμένει και μάλιστα σκληρότερα. Κρίνοντας από μια ομιλία την οποία πραγματοποίησε στη Ζυρίχη την Τετάρτη, όπου κάλεσε την Ευρώπη να επανεξετάσει την υποστήριξή της στην Ουκρανία ή να βρεθεί μόνη σε αυτήν την προσπάθεια εάν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακτήσει την προεδρία των ΗΠΑ το επόμενο έτος, ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας παραμένει πεπεισμένος ότι η Δύση βρίσκεται σε τροχιά προς έναν υπερδεξιό, αντιδημοκρατικό μετασχηματισμό.

Τον περασμένο μήνα, έγινε ο πρώτος ηγέτης χώρας – μέλους της ΕΕ ο οποίος φωτογραφήθηκε να σφίγγει το χέρι του Πούτιν από τότε που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα για τη σύλληψη του Ρώσου ηγέτη τον Μάρτιο. Η νίκη του Βίλντερς στην Ολλανδία, χώρα – ιδρυτικό μέλος της ΕΕ και καρδιά του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού, θα ενθαρρύνει περαιτέρω τον Όρμπαν.

Το κυβερνών του κόμμα, Fidesz – Ουγγρική Συμμαχία Πολιτών, υπέβαλε την περασμένη εβδομάδα στο κοινοβούλιο της Ουγγαρίας ένα νομοσχέδιο για την Προστασία της Εθνικής Κυριαρχίας το οποίο, εάν εγκριθεί, θα ποινικοποιήσει την ξένη χρηματοδότηση σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και θα δημιουργήσει ένα παρατηρητήριο-αρχή για να εντοπίζει κάθε φερόμενη ως παρέμβαση από το εξωτερικό στην ουγγρική πολιτική ζωή, κάτι που θα λειτουργεί εκφοβιστικά προς όλους, από δημοσιογράφους μέχρι ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών. Ξεδίπλωσε επίσης μια διαφημιστική εκστρατεία, η οποία δείχνει την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να επισκιάζεται από τον Άλεξ Σόρος, γιο του φιλελεύθερου και εβραίου “αποδιοπομπαίου τράγου” Τζορτζ Σόρος, με το σύνθημα: “Ας μη χορεύουμε στους ήχους τους”.

Ίσως όμως το πιο χαρακτηριστικό είναι ένα δημοψήφισμα-φάρσα  το οποίο η κυβέρνηση πρότεινε για την καταγραφή της λαϊκής υποστήριξης για την αντιπαράθεση με την ΕΕ σε ζητήματα σχετικά με την οικονομία, τη μετανάστευση, την ισότητα των φύλων, το κράτος δικαίου και την εξωτερική πολιτική. Η μη δεσμευτική, μη επαληθεύσιμη “διαβούλευση” μοιάζει με προετοιμασία για ισχυρή πίεση προς την ΕΕ για την αποδέσμευση περισσότερων από 30 δισεκατομμυρίων ευρώ σε οικονομική βοήθεια προς την Ουγγαρία, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμεύσει με την αιτιολογία ότι ο Όρμπαν παραβιάζει βασικούς όρους και κανόνες για χώρες που είναι μέλη της Ένωσης.

Ο κατάλογος των ερωτημάτων της “διαβούλευσης” μοιάζει με κάτι που θα μπορούσε να συντάξει ένας καθηγητής για να δείξει σε μια τάξη πώς να μην διεξάγεται ποτέ μια έρευνα κοινής γνώμης. Μια ερώτηση συνδέει το θέμα της οικονομικής βοήθειας της ΕΕ προς την Ουκρανία απευθείας με τη διαδικασία επί παραβάσει του μπλοκ κατά της Ουγγαρίας, ζητώντας από τους ψηφοφόρους να επιλέξουν αν θέλουν να αρνηθούν να “πληρώνουν περισσότερα για να στηρίζουν την Ουκρανία μέχρι να λάβουμε τα χρήματα που μας αναλογούν”. Μια άλλη ερωτά εάν η Ουκρανία είναι έτοιμη για ένταξη στην ΕΕ, μια τρομερή παρερμηνεία του ζητήματος επί του οποίου θα αποφασίσει η ΕΕ τον επόμενο μήνα, το οποίο είναι αν θα προσφέρει το καθεστώς υποψήφιας χώρας στο Κίεβο – σημείο έναρξης μιας πολυετούς διαδικασίας μέχρι την ένταξη. Έπειτα, υπάρχει η προσωπική μου αγαπημένη μεταξύ αυτών των “αχυρένιων” επιλογών: “Δεν πρέπει να επιτρέψουμε τη δημιουργία γκέτο μεταναστών στη χώρα μας”, με αντίθετη επιλογή το: “τα μεταναστευτικά σχέδια των Βρυξελλών πρέπει να γίνουν αποδεκτά”.

Δυνατότητες

Όπως όλες αυτές οι λαϊκιστικές απόπειρες χειραγώγησης – από τους ψευδείς ισχυρισμούς του πρώην πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου Μπόρις Τζόνσον για τα οικονομικά οφέλη από την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, που διατυπώθηκαν πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016, έως τους εξίσου ψευδείς ισχυρισμούς του Τραμπ περί “κλοπής” των εκλογών του 2020 στις ΗΠΑ – και εκείνοι του Όρμπαν είναι πειστικοί σε έναν κόσμο διαλυμένης εμπιστοσύνης.

Σε μια ιδανική περίπτωση, η ΕΕ θα ανέστελλε το δικαίωμα ψήφου της Ουγγαρίας και τις ταμειακές ροές προς τη Βουδαπέστη έως ότου εκείνη αποκαταστήσει τις θεμελιώδεις απαιτήσεις για τη συμμετοχή στο μπλοκ των 27, όπως ορίζεται στα λεγόμενα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Οποιαδήποτε υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ χώρα πρέπει να επιδεικνύει “σταθερότητα θεσμών που εγγυώνται τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον σεβασμό και την προστασία των μειονοτήτων”. Αυτό είναι κάτι που η Ουγγαρία έχει πάψει πια να κάνει.

Υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για μια τέτοια κίνηση από πλευράς ΕΕ. “Όσο αυτή η νησίδα αυταρχισμού θα παραμένει εντός ΕΕ, θα υπονομεύει συνεχώς την ευρωπαϊκή λήψη αποφάσεων, θα προσπαθεί συνεχώς να διαδίδει αυτήν την ανελεύθερη δυσφορία και θα λειτουργεί ως κερκόπορτα για τα συμφέροντα της Ρωσίας και της Κίνας”, λέει ο Daniel Hegedus, ανώτερος ερευνητής για την Κεντρική Ευρώπη με έδρα το Βερολίνο για το German Marshall Fund. Ωστόσο, ακόμη και πριν από τη νίκη-σοκ του Βίλντερς στην Ολλανδία την περασμένη εβδομάδα, οποιαδήποτε προσπάθεια να μπλοκαριστεί η ψήφος της Ουγγαρίας στην ΕΕ θα ήταν απίθανο να πετύχει, καθώς η απαιτούμενη ομοφωνία μεταξύ των κρατών-μελών θα ήταν σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί. Καλύτερα, επειδή τουλάχιστον αυτό μπορεί όντως να γίνει, θα ήταν να διασφαλιστεί ότι ο Όρμπαν δεν θα μπορεί να έχει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο, για να δανειστούμε ένα παράδειγμα από την παράλογη ελπίδα του Τζόνσον στις διαπραγματεύσεις για το Brexit με την ΕΕ. Το μοντέλο του Όρμπαν για την καταστροφή της δημοκρατικής επιλογής, των ελεύθερων μέσων ενημέρωσης και μιας ανεξάρτητης Δικαιοσύνης δεν πρέπει να χρηματοδοτείται ή να επιτρέπεται “αθόρυβα” από την ΕΕ.

Ο πειρασμός θα είναι να υπάρξει διαπραγμάτευση στη λογική “χρήματα έναντι χειρονομιών και υποσχέσεων για συνεργασία”. Προέκυψε την Πέμπτη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να αποδεσμεύσει έως και 1 δισεκατομμύριο ευρώ που σχετίζονται με δόση του μετα-Covid Ταμείου Ανάκαμψης για την Ουγγαρία, ενώ άλλα 13 δισεκατομμύρια ευρώ τα οποία έχουν παρακρατηθεί λόγω της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

Κανένα τμήμα από τα χρήματα αυτά δε θα πρέπει να αποδεσμευτεί έως ότου ο Όρμπαν κάνει κάτι παραπάνω από γραφειοκρατικές, αμιγώς “στα χαρτιά” προσαρμογές στην ελεγχόμενη δημοκρατία του. Είναι απίθανο να συμμορφωθεί πραγματικά και η οικονομία της Ουγγαρίας θα επιβίωνε έτσι κι αλλιώς χωρίς τα χρήματα της ΕΕ. Για μία χώρα, ωστόσο, με ακαθάριστο εγχώριο προϊόν λίγο κάτω από 180 δισεκατομμύρια ευρώ, τα 30 δισ. ευρώ είναι μια τεράστια απώλεια. Σε ζητήματα όπως το ουκρανικό, η Ουγγαρία θα πρέπει απλώς να παρακαμφθεί αντί να επιτρέπεται η επιτυχία του εκβιασμού της, με δομές βοήθειας οργανωμένες εκτός των επίσημων θεσμικών οργάνων της ΕΕ, μια πρακτική η οποία έχει χρησιμοποιηθεί και άλλοτε επί αμφιλεγόμενων ζητημάτων.

Ο Όρμπαν, ο Βίλντερς και άλλοι πρέπει να είναι ελεύθεροι να εφαρμόζουν τις πολιτικές που επιλέγουν οι ψηφοφόροι των χωρών τους. Ο φιλελευθερισμός δεν είναι “ιερός”. Ωστόσο, εντός της ΕΕ, η δημοκρατία πρέπει να υπάρχει – και δεν υπάρχει στην πραγματικότητα μοντέλο “ανελεύθερης δημοκρατίας”. Πρόκειται απλούστατα για μη δημοκρατία. Η διάλυση των θεσμών οι οποίοι διασφαλίζουν το κράτος δικαίου, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την πολιτική αντιπολίτευση περιορίζει τη μελλοντική δυνατότητα των ψηφοφόρων να επιλέγουν ποιος θα τους κυβερνήσει, φιλελεύθερος ή μη.

Αυτό επιτρέπει τη δημιουργία ολιγαρχικών δομών, τη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας, αντίθετα με όλα όσα έχει χτιστεί για να επιτυγχάνει η ΕΕ. Το μπλοκ θα πρέπει να μη διστάζει να επιβάλλει ένα τίμημα για κάθε ενέργεια του Όρμπαν που απειλεί αυτές τις θεμελιώδεις αρχές, αφήνοντάς τον διπλωματικά απομονωμένο και στο μικροσκόπιο για το πώς ξοδεύει η Ουγγαρία τα κονδύλια που λαμβάνει από την ΕΕ. Είναι μια μάχη που έχει επιλέξει ο ίδιος και θα πρέπει απαραιτήτως να βγει από αυτήν τραυματισμένος.

BloombergOpinion