Στο στόχαστρο της Εφορίας μπαίνουν οι αναρτήσεις, τα διαφημιστικά σποτ κ.λπ. που κάνουν διάφοροι influencers, προωθώντας μέσω των λογαριασμών ή των καναλιών τους στο διαδίκτυο διάφορα προϊόντα και υπηρεσίες, χωρίς όμως να δηλώνονται τα ποσά που κερδίζουν στη φορολογική τους δήλωση.

Facebook, Instagram, Tik Tok, και YouTube αποτελούν μεγάλη πηγή για τον εντοπισμό εστιών φοροδιαφυγής αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, ενώ ταυτόχρονα θα ελέγχονται και οι εντολείς καθώς κατά βάση πρόκειται για e-shop.

Όπως αναφέρουν πηγές της φορολογικής διοίκησης, το ζητούμενο είναι εάν μέσα από αυτό το μάρκετινγκ υπάρχουν χρηματοοικονομικές συναλλαγές ή άλλες παροχές σε είδος που δεν φορολογούνται.

Έτσι, λοιπόν, έγινε η πρώτη κίνηση με το γνωστό μοντέλο-influencer που διαφημίζει ρούχα και αξεσουάρ στα social media και είναι μέτοχος σε ηλεκτρονικό κατάστημα.

Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε για δύο ελεγχόμενα φορολογικά έτη, διαπιστώθηκε αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη σχεδόν 350.000 ευρώ από τη μη έκδοση φορολογικών στοιχείων, για την οποία η ελεγχόμενη επιχείρηση υπέβαλε οικειοθελώς δηλώσεις, τόσο στη φορολογία εισοδήματος, όσο και στον ΦΠΑ.

Μετά από αυτό, το συνολικό ύψος φόρων και προστίμων για τις δύο ελεγχόμενες χρήσεις έφτασε στα 270.000 ευρώ.

Πλέον, η ΑΑΔΕ ελέγχει στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων influencers τα οποία θα διασταυρώσει με τα ποσά που φαίνεται να έλαβαν για διαφημίσεις που πραγματοποίησαν.

Το φαινόμενο των influencers έγινε ιδιαίτερα έντονο, όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, την περίοδο της καραντίνας όπου ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα στα κοινωνικά δίκτυα προβάλλοντας προϊόντα συγκριμένων μάλιστα εταιρειών.

Σημειώνεται ότι από τον Φεβρουάριο του 2023 με το νέο οργανόγραμμα της ΑΑΔΕ συγκροτήθηκε τμήμα υπό τον τίτλο “Προτεραιοποίησης Υποθέσεων Ελέγχου και Ανίχνευσης Τάσεων Παραβατικότητας, Μηχανογραφικής Υποστήριξης και Αναφορών”, με τις βασικές αρμοδιότητες αυτού του Τμήματος να είναι:

– Η διενέργεια στοχευμένων ερευνών και διασταυρώσεων προς επαλήθευση και η αξιοποίηση καταγγελιών ιδιωτών ή άλλων στοιχείων που περιέρχονται σε γνώση της Διεύθυνσης από κάθε πηγή.

– Η ανίχνευση υφιστάμενων και μελλοντικών τάσεων φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, μέσω του διαδικτύου ή του έντυπου Τύπου και της αξιοποίησης των σχετικών πληροφοριών.

– Ο καθορισμός και η διαχείριση του περιεχομένου των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων εκδοτών και ληπτών εικονικών και πλαστών φορολογικών στοιχείων και μητρώου εξωχώριων (offshore) εταιρειών.

– Οι εισηγήσεις για την επιβολή του μέτρου της αναστολής λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων επιτηδευματιών και των λοιπών πρόσθετων διοικητικών κυρώσεων.

Παράλληλα, το προσεχές διάστημα η φορολογική διοίκηση αναμένεται να θέσει σε ισχύ τη νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας οι πολίτες θα μπορούν να καταγγέλλουν περιπτώσεις φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.

Η πλατφόρμα θα συγκεντρώνει όλες τις καταγγελίες των πολιτών – επώνυμες και ανώνυμες.

Ειδικότερα, όσοι πολίτες θέλουν να καταγγέλλουν κάποια παράβαση θα εισέρχονται στην πλατφόρμα, η οποία θα είναι ανοιχτή για όλους, δηλαδή για την είσοδο στην ηλεκτρονική εφαρμογή δεν θα απαιτούνται κωδικοί πρόσβασης στο Taxinet, θα συμπληρώνουν σε ειδική φόρμα τα στοιχεία για το είδος και τον χρόνο της φορολογικής παράβασης.

Στη συνέχεια θα περιγράφουν αναλυτικά την καταγγελία και θα συμπληρώνουν τα στοιχεία του φυσικού ή νομικού προσώπου που καταγγέλουν.

Κάθε καταγγελία με τη χρήση ειδικών φίλτρων θα αξιολογείται και θα βαθμολογείται ανάλογα με τη σοβαρότητά της. Σε περίπτωση που κρίνεται σημαντική, αμέσως μετά παραδίδεται στους ελεγκτές οι οποίοι θα αναλάβουν να την ερευνήσουν εξονυχιστικά.

Σημειώνεται ότι πολλές υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής, απάτες στο ΦΠΑ, ξέπλυμα μαύρου χρήματος και παράνομου πλουτισμού έχουν έρθει στην επιφάνεια μετά από κάποια καταγγελία.