Ούτε να ακούσουν δεν θέλουν οι τράπεζες για την επιβολή έκτακτης φορολογίας στα υπερκέρδη που καταγράφουν λόγω της αύξησης των δανειστικών επιτοκίων.

Λίγες ώρες μετά τη συζήτηση στη Βουλή, ο Σύνδεσμος Τραπεζών εξέφρασε χθες τη διαφωνία του μέσω οκτώ σημείων, υποστηρίζοντας πως μέσω της επιβολής του ειδικού φόρου επί των καταθέσεων, ύψους 0,15%, το οποίο καταβάλλουν στο κράτος, έχουν καταλήξει στα κρατικά ταμεία δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Σύμφωνα με τις θέσεις που διατυπώνει ο σύνδεσμος, οι τράπεζες καταβάλλουν τον ειδικό φόρο εδώ και χρόνια και μάλιστα σε περιόδους χαμηλών ή αρνητικών επιτοκίων, κατά τις οποίες, όπως υποστηρίζουν, οι ίδιες κατέγραφαν ζημιές ή ισχνή κερδοφορία.

Παράλληλα, σημειώνει πως ο ειδικός φόρος καταβαλλόταν και συνεχίζει να καταβάλλεται ανεξαρτήτως συνθηκών στην οικονομία, στις τράπεζες, του ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) ή του υψηλού ανελαστικού κόστους (εργασιακό κόστος, κόστος ενέργειας, έκτακτα μέτρα λόγω πανδημίας κ.ο.κ.).

Υποδεικνύει επίσης πως ταυτόχρονα οι τράπεζες έχουν σειρά εποπτικών στόχων που οφείλουν να διατηρούν ή να καλύψουν άμεσα (π.χ. κεφαλαιακή επάρκεια, προβλέψεις, διαθέσιμα ρευστά, MREL κ.α.).

Όπως υποστηρίζουν οι τράπεζες, εδώ και χρόνια στην Κύπρο το περιβάλλον χαρακτηρίζεται από υψηλό πιστωτικό κίνδυνο, υψηλό κόστος λειτουργίας για τις τράπεζες, χαμηλή απόδοση προς τους μετόχους -οι οποίοι σε περιόδους μεγάλων προκλήσεων- ενίσχυσαν με δισεκατομμύρια τις τράπεζες της Κύπρου σε ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης.

Υποστηρίζουν δε, πως μέσω του ειδικού φόρου τα τελευταία πέντε χρόνια οι τράπεζες έχουν καταβάλει προς το κράτος ποσό €300 εκατ.

Κατά τον Σύνδεσμο Τραπεζών, για μια οικονομία όπως την Κύπρο είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει σταθερότητα στο νομικό πλαίσιο, φιλικό επιχειρηματικό-επενδυτικό περιβάλλον, αμεσότητα στην απονομή δικαιοσύνης και αποτελεσματικές διαδικασίες σε κάθε επίπεδο.

«Τα συγκεκριμένα στοιχεία θα λειτουργήσουν θετικά για τις αξιολογήσεις της χώρας και των τραπεζών, θα δημιουργήσουν ευνοϊκό περιβάλλον προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων και θα απελευθερώσουν αναπτυξιακές προοπτικές, θα δώσουν ευελιξία εφαρμογής κοινωνικών πολιτικών και ευελιξίας σε σχέση με τη διαχείριση του δημοσίου χρέους» προσθέτουν.

Καταλήγοντας, ο σύνδεσμος τονίζει πως είναι άδικο μετά από χρόνια ζημιών και τεράστιων προσπαθειών για εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών να ναρκοθετείται το θετικό αποτέλεσμα, το οποίο προκύπτει μια δεκαετία μετά την κρίση του 2013.