Πέντε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου προτάσσει η Νομική Υπηρεσία για να αποτραπεί η πλειοψηφία των αντιπολιτευόμενων κομμάτων να εγκρίνει την τροπολογία για τους εγγυητές δανείων, η οποία θα ενσωματωθεί στα νομοσχέδια για την ενδυνάμωση του νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων.

Τα σχετικά νομοθετήματα έπρεπε να εγκριθούν τέλος του 2021, καθώς αποτελούν προαπαιτούμενα για την εκταμίευση, τον επόμενο μήνα, €85 εκατ. από το Ταμείο Ανάκαμψης.  Με την τροπολογία του  ΕΛΑΜ, της ΔΗΠΑ και των Οικολόγων, με την οποία διαφωνεί έντονα το Υπουργείο Οικονομικών, περιορίζεται η πρόσβαση των εταιρειών διαχείρισης πιστωτικών διευκολύνσεων στη βάση δεδομένων Άρτεμις και στη βάση του Κτηματολογίου, για να λάβουν πληροφορίες για τους εγγυητές, τους παρόχους εξασφαλίσεων και τα συνδεδεμένα πρόσωπα. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αντιπολιτευόμενα κόμματα έχουν προειδοποιήσει πως δεν θα εγκρίνουν όπως κατατέθηκαν τα νομοσχέδια, ενώ το υπουργείο είχε αναφέρει πως σε μια τέτοια περίπτωση τίθεται σε κίνδυνο η εκταμίευση των χρημάτων από την ΕΕ.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Τα νομοσχέδια για την ενδυνάμωση του νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων θα τεθούν εκ νέου τη Δευτέρα στην Επιτροπή Οικονομικών, σε μια προσπάθεια να βρεθεί λύση στη διελκυστίνδα που προέκυψε μεταξύ κομμάτων – κυβέρνησης.

Προ ημερών, η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας είχε υποστηρίξει στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών πως η συγκεκριμένη τροπολογία προσκρούει σε αρκετά άρθρα του Συντάγματος και παραβιάζει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι αλλά και την αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Μάλιστα, επικαλέστηκε δικαστικές αποφάσεις σε αναφορές νόμων στις οποίες προχώρησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μέσω των οποίων διαπιστώθηκε η παραβίαση της αρχή της διάκρισης των εξουσιών (δηλαδή η Βουλή παρενέβη στις εξουσίες της κυβέρνησης) και του δικαιώματος του συμβάλλεσθαι.

Οι αποφάσεις του Ανωτάτου αφορούν τους εγγυητές, την απαγόρευση της μεθόδου αλιείας γρι-γρι, το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων, τη νομοθεσία για το ενοικιοστάσιο, καθώς και τους διορισμούς αστυνομικών. Στις αποφάσεις αυτές, το δικαστήριο είχε διαπιστώσει, μεταξύ άλλων, πως το Κοινοβούλιο με τις νομοθετικές ρυθμίσεις παρέμβηκε στις αρμοδιότητες και τις εξουσίες της κυβέρνησης.

Η πρώτη απόφαση αφορούσε τη νομοθεσία η οποία προέβλεπε την απαλλαγή των εγγυητών στην περίπτωση που το ενυπόθηκο ακίνητο πωληθεί από την τράπεζα (εκποιηθεί), αλλά το προϊόν της πώλησης δεν επαρκεί για την πλήρη εξόφληση του ενυπόθηκου χρέους. Δηλαδή, οι εγγυητές απαλλάσσονται από την εγγύηση εκπλήρωσης της υποχρέωσης του εναπομείναντος χρέους. Το Ανώτατο αποφάσισε πως η πρόταση νόμου ήταν αντισυνταγματική, καθώς καταστρατηγούσε το άρθρο 26 του  Συντάγματος και το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως.

Αναφορικά με τη νομοθεσία με την οποία δινόταν παράταση της αναστολής των εξώσεων ενοικιαστών μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020, το δικαστήριο είχε αποφασίσει πως αντίκειται και είναι ασύμφωνη προς το Σύνταγμα, καθώς συγκρούεται με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.

Τέλος, για τους διορισμούς στην Αστυνομία, το δικαστήριο έκρινε πως ο νόμος παραβιάζει τη γενική αρχή της ισότητας εξ αιτίας της αυθαίρετα άνισης μεταχείρισης μεταξύ υπηρετούντων και μη υπηρετούντων στην Αστυνομία για την διεκδίκηση εξειδικευμένων θέσεων.

Nομολογία για γρι – γρι και ωράριο καταστημάτων

Σε σχέση με τη νομοθεσία με την οποία απαγορεύεται η αλίευση με τη μέθοδο που είναι κοινώς γνωστή ως «γρι γρι», μέσα στα χωρικά ύδατα της Δημοκρατίας, το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του είχε αναφέρει πως ο νόμος ήταν ασύμφωνος προς τις διατάξεις των άρθρων 54, 58, 61 και 179 του Συντάγματος και προς τη συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Όσον αφορά την πρόταση νόμου που εγκρίθηκε και προέβλεπε το κλείσιμο των καταστημάτων την Κυριακή και τη διαφοροποίηση του ωραρίου λειτουργίας τους, το δικαστήριο είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ρύθμιση του ωραρίου των καταστημάτων, ο καθορισμός των ορίων των τουριστικών περιοχών αλλά και η δημιουργία ειδικού καθεστώτος για κάποια καταστήματα, εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας και συνιστά ρύθμιση διοικητικής φύσεως. Μάλιστα, είχε υποδείξει πως η Βουλή δεν ρυθμίζει συγκεκριμένες και ατομικές περιπτώσεις και δεν ασκεί εκτελεστική εξουσία.