Ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων βρίσκονται από χθες τα νομοσχέδια που εγκρίθηκαν την Τετάρτη από το Υπουργικό για αύξηση της άδειας και του επιδόματος μητρότητας για το πρώτο παιδί από 18 σε 22 εβδομάδες.

Πρόκειται για νομοθετήματα που τροποποιούν τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο και τον περί Προστασίας της Μητρότητας Νόμο. Τα δύο νομοσχέδια αναμένεται να συζητηθούν στην Επιτροπή Εργασίας της Βουλής και ακολούθως να τεθούν προς ψήφιση ενώπιον της Ολομέλειας.

Στα δύο νομοσχέδια καταγράφονται και μεταβατικές διατάξεις, που διευκρινίζουν πως η επιχειρούμενη αύξηση της άδειας μητρότητας θα εφαρμοστεί και για όσες νέες μητέρες (μισθωτές) θα βρίσκονται ήδη με άδεια μητρότητας όταν ψηφιστεί και δημοσιευτεί στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, δηλαδή όταν τυπικά θα τεθεί σε ισχύ η νέα ρύθμιση. Ενόψει τούτου, αναμένεται οι διεργασίες στη Βουλή να είναι σύντομες. Εξάλλου τα νομοθετήματα έχουν ήδη τη σύμφωνη γνώμη των κοινωνικών εταίρων.

Θεωρείται, όμως πως «αδικίες» θα υπάρξουν καθώς για κάποιες εργαζόμενες η άδεια μητρότητας μπορεί να λήγει εντός των προσεχών ημερών ή για άλλες να έχει λήξει προ ολίγων ημερών.

Με τα νομοσχέδια προβλέπεται η αύξηση της διάρκειας της άδειας μητρότητας από τις 18 στις 22 εβδομάδες για το πρώτο παιδί μέσω τοκετού ή παρένθετης μητέρας. Προβλέπεται ακόμα η αύξηση από τις 16 στις 20 εβδομάδες για το πρώτο παιδί μέσω υιοθεσίας, ενώ επίσης αυξάνεται η επιπρόσθετη άδειας μητρότητας λόγω νοσηλείας του βρέφους μετά την γέννηση, από τις 6 στις 8 εβδομάδες.  

Όπως ανέφερε ο Υπουργός Εργασίας, με την αύξηση αναμένεται ότι θα επωφεληθούν περίπου 5000 νέες εργαζόμενες μητέρες σε ετήσια βάση, ενώ είχε με τη σειρά του διευκρίνισε ότι δικαιούχες για την αυξημένη άδεια μητρότητας θα είναι και όλες οι νέες μητέρες που απέκτησαν πρόσφατα το πρώτο παιδί τους και κατά την έγκριση των νομοσχεδίων δεν θα έχουν ολοκληρώσει την αξιοποίηση των 18 εβδομάδων της υφιστάμενης διάρκειας της άδειας μητρότητας, στις οποίες θα προστεθούν οι 4 εβδομάδες αυξημένης διάρκειας της άδειας μητρότητας. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση που συνοδεύει τα σχετικά νομοσχέδια η δαπάνη για τις αλλαγές υπολογίζεται στα 4,1 με 4,4 εκατ. ετησίως χωρίς η επιχειρούμενη ρύθμιση να επηρεάζει τη βιωσιμότητα του Ταμείου.