Ανασταλτικός παράγοντας για νομοθετική ρύθμιση από την Κυβέρνηση προς άρση των στρεβλώσεων με την παραχώρηση πολλαπλών συντάξεων είναι η πρόσφατη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, υποστηρίζει η Ελεγκτική Υπηρεσία. Καλεί, μάλιστα, τη Βουλή να προχωρήσει στην εξέταση των νομοθετικών κειμένων που ετοίμασε η Ελεγκτική Υπηρεσία και τα οποία προωθήθηκαν ενώπιον της τον περασμένο Νοέμβριο, ώστε το θέμα να ρυθμιστεί με πρωτοβουλία του νομοθετικού σώματος. Τα κείμενα που ετοίμασε η Ελεγκτική έχουν νομοθετικής επεξεργασίας και από τις υπηρεσίες της Βουλής.

«Αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας λάβει γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα ότι οι νόμοι (σ.σ. που θα ψηφίσει η Βουλή) είναι αντισυνταγματικοί, αυτοί θα σταλούν στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, που είναι το μόνο αρμόδιο να αποφασίσει», συμπληρώνει η Υπηρεσία σε έκθεση που δημοσιοποίησε χθες για το Γενικό Λογιστήριο.

Στην έκθεση γίνεται αναφορά στο αίτημα του Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη για αναστολή της καταβολής πολλαπλών συντάξεων σε κρατικούς αξιωματούχους, καθώς και στην απάντηση του Γενικού Λογιστηρίου, το οποίο επικαλείται τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία το Λογιστήριο ορθά τερμάτισε την αναστολή της καταβολής της σύνταξης των αξιωματούχων.

Στην έκθεσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία τονίζει πως «με δεδομένη την πρόσφατη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, θεωρούμε ότι η Κυβέρνηση ουδέποτε θα είναι σε θέση να καταθέσει νομοσχέδια που θα μπορούν να άρουν τις στρεβλώσεις στα θέματα πολλαπλών συντάξεων».

Όπως επισημαίνει ο Γενικός Ελεγκτής, η Νομική Υπηρεσία συμβούλευσε το Γενικό Λογιστήριο να διενεργεί πληρωμές κατά παράβαση της ρητής πρόνοιας της νομοθεσίας για αναστολή της σύνταξης για όση περίοδο αξιωματούχος αναλαμβάνει άλλο αξίωμα, επειδή ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε να κηρύξει τον νόμο αντισυνταγματικό.

Ο κ. Μιχαηλίδης θεωρεί πως οι συγκεκριμένες θέσεις είναι πρωτοφανείς. «Ακόμη και αυτή η αναστολή (ή μη) εφαρμόζεται επιλεκτικά. Η σύνταξη του τέως Πρόεδρου της Βουλής ανεστάλη το 2021, μόλις αυτός εξελέγη εκ νέου βουλευτής, αλλά δεν ανεστάλη η σύνταξη του Υπουργού Οικονομικών όταν αυτός διορίστηκε εκ νέου υπουργός» προσθέτει. Επιπρόσθετα, στην έκθεση τονίζεται πως, σ’ ένα Κράτος Δικαίου, αν η διοίκηση πίστευε πως ο νόμος είναι αντισυνταγματικός θα όφειλε να προχωρήσει σε κατάργηση του νόμου. Επαναλαμβάνει πως η πληρωμή των συντάξεων θα έπρεπε να ανασταλεί, υποστηρίζοντας πως η καταβολή τους είναι πρόδηλα και εξ ορισμού παράνομη.

Χωρίς επαρκή έλεγχο τα Σχέδια Επιδότησης Επιτοκίου

Προβλήματα εντοπίζει η Ελεγκτική Υπηρεσία και για τα Σχέδια Επιδότησης Επιτοκίων για νέα επιχειρηματικά και στεγαστικά δάνεια. Μεταξύ άλλων, διαπίστωσε πως δεν έγινε ο απαιτούμενος έλεγχος στα σχέδια.

Η Υπηρεσία διαπίστωσε πως δεν τηρήθηκαν, σε όλες τις περιπτώσεις, οι πρόνοιες ή/και δεν έγινε έλεγχος της τήρησης όλων των προνοιών του «Σχεδίου Επιδότησης Επιτοκίων για νέα επιχειρηματικά δάνεια» και του«Σχεδίου Επιδότησης Επιτοκίων για νέα στεγαστικά δάνεια», τα οποία εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο λήψης μέτρων στήριξης της οικονομίας για αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορωνοϊού.

Για το Σχέδιο Επιδότησης Επιχειρηματικών Δανείων, η Υπηρεσία εντοπίστηκε πως εφαρμόστηκε πρόνοια προγενέστερα της έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επίσης διαπίστωσε πως εντάχθηκε στο Σχέδιο επιχειρηματικό δάνειο συγκεκριμένης εταιρείας, που εγκρίθηκε από τράπεζα στις 6 Ιουλίου του 2020 και παραχωρήθηκε μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), του οποίου το επιτόκιο καθορίστηκε ως το σύνολο του Euribor με ληκτότητα τρεις μήνες, πλέον το περιθώριο που καθόρισε η τράπεζα.

Σύμφωνα με το Σχέδιο που ίσχυε κατά την ημερομηνία έγκρισης του συγκεκριμένου δανείου, η ληκτότητα του Euribor θα έπρεπε να είναι έξι μήνες. Μετά τα ευρήματα της Υπηρεσίας, το Γενικό Λογιστήριο επιβεβαίωσε πως δεν διενήργησε έλεγχο για να διασφαλίσει κατά πόσο τηρείται η πρόνοια των Σχεδίων για μη επιχορήγηση του επιτοκίου από άλλο ειδικό Σχέδιο της Κυβέρνησης.

Υπήρχαν και περιπτώσεις επιχειρήσεων που κρίθηκαν ως δικαιούχοι, ενώ δεν φαίνεται να πληρούσαν όλα τα κριτήρια του Σχεδίου ή έλαβαν μεγαλύτερη επιδότηση από αυτήν που θα έπρεπε βάσει των κριτηρίων.

Για το Σχέδιο Επιδότησης των Στεγαστικών Δανείων εντοπίστηκε πως εγκρίθηκαν δάνεια σε αιτητές οι οποίοι δεν είχαν διευθετήσει τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.