Με επιστολή του προς την κοινοβουλευτική Επιτροπή Ελέγχου, ο πρώην υπουργός Ενέργειας Γιώργος Λακκοτρύπης σχολιάζει αναφορές που είχαν γίνει ενώπιον της επιτροπής από φιλοξενούμενό της, σχετικά με τις διαδικασίες για την κατασκευή των υποδομών επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Ο κ. Λακκοτρύπης διαψεύδει καταρχάς την αναφορά προσκεκλημένου στην Επιτροπή ότι «η Δημοκρατία πλήρωσε €250,000 σε διεθνή συμβουλευτικό οίκο και στη συνέχεια αγνόησε τις εισηγήσεις του (σ.Φιλ. για το τερματικό)». Κατά τον κ. Λακκοτρύπη, τα γεγονότα έχουν ως εξής:

«α) Τον Μάρτιο 2017, η ΔΕΦΑ διαβίβασε στο Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας («ΥΕΕΒ»), Υπουργική Περίληψη (Ministerial Briefing) της μελέτης του συμβουλευτικού οίκου Gaffney Cline & Associates («Μελέτη»).

β) Η Μελέτη κατέληγε στο συμπέρασμα ότι οι δύο καλύτερες επιλογές για τη ΔΕΦΑ ήταν, είτε η χρήση μιας υφιστάμενης πλωτής μονάδας αποθήκευσης και επαναεροποίησης (redeployed FSRU), είτε η μετατροπή ενός υφιστάμενου πλοίου μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) σε FSRU (converted LNG carrier to FSRU), καθώς αυτές οι επιλογές παρείχαν την καλύτερη ισορροπία μεταξύ κόστους, ευελιξίας και επεκτασιμότητας.

γ) Αναφορικά με τη χρηματοδότηση των έργων, για να περιοριστούν οι κεφαλαιουχικές ανάγκες της ΔΕΦΑ, η Μελέτη συνιστούσε όπως το FSRU εξασφαλιστεί με μακροχρόνια ναύλωση ή μίσθωση, με επιλογή εξαγοράς του πλοίου από τη ΔΕΦΑ σε μεταγενέστερο στάδιο, για να μην εξαρτάται ολόκληρος ο ενεργειακός εφοδιασμός της χώρας από ενοικιαζόμενες υποδομές.

δ) Με βάση τη Μελέτη, στις 18 Μαΐου 2017, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε πρόταση του ΥΕΕΒ, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας (Παράρτημα Β, Σελίδα 277, Αριθμός 760)1, όπου στο διατακτικό (β) αποφάσισε να εξουσιοδοτήσει τον Υπουργό Ενέργειας:

«Να δώσει οδηγίες στη ΔΕΦΑ για να προκηρύξει διαγωνισμό, το συντομότερο δυνατό, για εξεύρεση στρατηγικού επενδυτή για την κατασκευή και μετέπειτα λειτουργία των απαραίτητων υποδομών που θα περιλαμβάνουν την πλωτή μονάδα αποθήκευση και τεχνολογίας επαναεριοποίησης LNG, το αγκυροβόλιο, τον αγωγό μέχρι το σύνορο του ηλεκτροπαραγωγού σταθμού Βασιλικού και buffer αποθήκευσης, με την μέθοδο BOOT ή οποιαδήποτε άλλη μέθοδο η οποία δύναται να αξιολογηθεί ως επιλέξιμη για υλοποίηση του έργου και με ενδεχόμενη συγχρηματοδότηση από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

ε) Η μέθοδος BOOT» αναφέρει στην επιστολή του ο κ. Λακκοτρύπης, «δηλαδή Build-Own-Operate-Transfer, είναι μοντέλο χρηματοδότησης όπου μια κοινοπραξία κατασκευάζει, χρηματοδοτεί, κατέχει και λειτουργεί ένα έργο για μια συγκεκριμένη περίοδο, και ακολούθως μεταφέρει την κυριότητα του στον πελάτη, σε αυτή τη περίπτωση στη ΔΕΦΑ/ΕΤΥΦΑ. Χρησιμοποιείται κυρίως όταν ο πελάτης δεν έχει τα απαιτούμενα κεφάλαια, τα οποία και διαθέτει για το έργο η επιτυχούσα κοινοπραξία. Η εξόφληση του έργου γίνεται σε βάθος χρόνου με συμφωνημένη μέθοδο (π.χ. ημερήσιο, μηνιαίο ή ετήσιο τέλος χρήσης)».

Στη συνέχεια, ο πρώην υπουργός αναφέρει τα εξής προς τον πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου:

«Όπως διαπιστώνετε κ. Πρόεδρε, η Κυβέρνηση με τις αποφάσεις της, όχι μόνο δεν παρέκκλινε από τις εισηγήσεις των συμβούλων της ΔΕΦΑ, αλλά επέδειξε και την απαιτούμενη ευελιξία για να εξευρεθεί η κατάλληλη μέθοδος υλοποίησης του έργου, το συντομότερο δυνατό και με το χαμηλότερο κόστος».

Στη συνέχεια, ωστόσο, φαίνεται από την επιστολή Λακκοτρύπη ότι τα πράγματα εξελίχθηκαν κάπως διαφορετικά και εν τέλει εγκαταλείφθηκε η μέθοδος του BOOT. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα πράγματα εξελίχθηκαν ως εξής:

«στ) Μερικούς μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο 2018, εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση χορηγία €101 εκατομμυρίων για κάλυψη μεγάλου μέρους των κεφαλαιουχικών δαπανών του έργου. Με βάση το άρθρο 8 του κανονισμού της ΕΕ 1316/2013 (Παράρτημα Γ, Σελίδα 142)2, αλλά και την προκήρυξη 2017 του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Παράρτημα Δ, Σελίδες 12 και 13)3, η χορηγία αυτή είναι επιλέξιμη μόνο για κεφαλαιουχικές δαπάνες (σ.Φιλ. δηλαδή εφόσον θα καλύψει τη χρηματοδότηση του έργου η ΔΕΦΑ), εξαιρώντας λειτουργικές δαπάνες τύπου ναύλωσης, μίσθωσης ή BOOT.

ζ) Εφόσον λοιπόν μάς παρείχαν οι Ευρωπαίοι τα κεφάλαια για να αγοράσουμε τις υποδομές, αντί να δαπανώνται €30 – €40 εκατομμύρια τον χρόνο για τη μίσθωση τους, επιλέγηκε η εξ αρχής αγορά των υποδομών από τη ΔΕΦΑ/ΕΤΥΦΑ και η λειτουργία τους από την ανάδοχο Κοινοπραξία για 10+10 έτη, με τη μετατροπή ενός πλοίου LNG σε FSRU, ως ήταν η δεύτερη επιλογή που προτάθηκε από τους συμβούλους».