Αναχώματα προσπαθεί να δημιουργήσει η ΕΤΥΚ, ο συνδικαλιστικός φορέας χιλιάδων τραπεζικών υπαλλήλων, στα νέα τραπεζικά ήθη που προσπαθούν να εφαρμόσουν οι διοικήσεις πιστωτικών οργανισμών, δηλαδή τις αποχωρήσεις προσωπικού μέσω πλεονασμών, χωρίς σχέδιο εθελούσιας εξόδου με πρόσθετη αποζημίωση. Και όλα αυτά συμβαίνουν καθώς αναμένεται να προωθηθούν μερικές χιλιάδες αποχωρήσεις τραπεζικών υπαλλήλων σε βάθος τριετίας, όπως ήδη έχουν εξαγγελθεί, σηματοδοτώντας το επόμενο μεγάλο κύμα φυγής από τις τράπεζες.

Οι συνδικαλιστές απαιτούν η έξοδος να γίνει με χαριστικές αποζημιώσεις και οι μέτοχοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να πληρώσουν τους εργαζόμενους που θα χάσουν τη δουλειά τους.

Η ΕΤΥΚ θεωρεί «θεσμοθετημένη» τη διαδικασία η αποχώρηση τραπεζικών υπαλλήλων από την εργασία να συνοδεύεται από σχέδιο εθελούσιας εξόδου. To ανώτατο ποσό χαριστικής αποζημίωσης που έχει δοθεί μέχρι τώρα από τις τράπεζες είναι €200.000. Στη μόνη περίπτωση που δόθηκε χαμηλότερη αποζημίωση ήταν στο σχέδιο αποχώρησης 900 εργαζομένων από τον  Συνεργατισμό, με το ανώτατο ποσό τότε στις €180.000, όπως και στο πρόσφατο σχέδιο που ανακοίνωσε η ΚΕΔΙΠΕΣ.

Νέα μόδα οι πλεονασμοί

Την αρχή να φεύγουν εργαζόμενοι χωρίς σχέδιο εθελούσιας εξόδου προσπαθεί να κάνει η Ελληνική Τράπεζα. Η πρόσφατη επιστολή του Oliver Gatzke, διευθύνοντος συμβούλου της Ελληνικής, καθιστά σαφές ότι η τράπεζα προχωρεί στη βάση του νέου επιχειρηματικού της πλάνου, που προβλέπει μείωση προσωπικού σε πρώτη φάση κατά 300- 350 άτομα (εντός του 2022), με τη διαδικασία του πλεονασμού. Αυτό διαμορφώνει νέο σκηνικό, με το συνδικαλιστικό κίνημα να περιμένει στην γωνία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Το θέμα δεν είναι μόνο οι 350 τραπεζικοί υπάλληλοι που θα αποχωρήσουν προσεχώς, καθώς η πόρτα της Ελληνικής θα παραμείνει… ανοικτή (προς την έξοδο) ως το 2026, καθώς πηγές της τράπεζας έχουν αναφέρει ότι στόχος είναι το προσωπικό να μειωθεί κατά 50% ως το 2026 και να περιοριστεί στα 1.300 άτομα, από 2.617 που έχει σήμερα.

Ανοίγει η όρεξη και για άλλους

Αν το μέτρο των πλεονασμών εφαρμοστεί από την Ελληνική Τράπεζα, χωρίς να δοθούν οι χαριστικές αποζημιώσεις του παρελθόντος, τότε, κατά τους συνδικαλιστές, δημιουργείται προηγούμενο και θα ανοίξει η όρεξη και σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα που θέλουν να μειώσουν το προσωπικό τους τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι κάτι που δεν θέλει με κανένα τρόπο η συνδικαλιστική οργάνωση των τραπεζικών υπαλλήλων. Ήδη, με τις εγκυκλίους που έχει εκδώσει, φαίνεται ότι θα το παλέψει για να μην προωθηθεί αυτός ο σχεδιασμός, ρίχνοντας μάλιστα ευθύνες και σε πολιτικά πρόσωπα που κατά την ίδια στηρίζουν αυτές τις επιλογές τραπεζών.

Και δεν είναι μόνο οι πλεονασμοί που μπαίνουν σφήνα στο εργασιακό τραπεζικό περιβάλλον, αλλά και η ανανέωση της συλλογικής σύμβασης των εργαζομένων της Ελληνικής. Υπάρχει και ένα… έξτρα θέμα, η εναρμόνιση των μισθών των υπαλλήλων της πρώην ΣΚΤ που έχουν μεταφερθεί στην Ελληνική.

Η εργατική διαφορά μεταξύ Ελληνικής και ΕΤΥΚ έχει μεταφερθεί σε πολιτικό επίπεδο και το Υπουργείο Εργασίας καλείται να λύσει το θέμα στη βάση του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων. Για την πτυχή αυτή, η ETYK στην τελευταία της εγκύκλιο τονίζει ότι «το ίδιο το Υπουργείο Εργασίας πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να σταματήσει να χαϊδεύει την Ελληνική Τράπεζα και να προχωρήσει επιτέλους τη διαδικασία των ποινικών αγωγών».

Στις υπόλοιπες τράπεζες η ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων έχει κλείσει ομαλά, αλλά η ΕΤΥΚ βλέπει μπροστά και δεν θέλει να δημιουργηθεί προηγούμενο όταν έρθει ξανά ο χρόνος της ανανέωσής τους. Ο κ. Gatzke είχε τονίσει στη διάρκεια της παρουσίασης των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων της Ελληνικής για το 2021 ότι η διαδικασία των πλεονασμών θα καταστεί αναπόφευκτη, αν δεν συνομολογηθεί μια συλλογική σύμβαση η οποία θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη τον δείκτη εσόδων και εξόδων της τράπεζας και το ποσοστό των μισθολογικών αυξήσεων. Αναφέρθηκε στην απηρχαιωμένη πρακτική, όπως είπε, των αυτόματων προσαυξήσεων, που αποτελεί κίνητρο για τους μη παραγωγικούς υπαλλήλους και στην ανάγκη μείωσης των εισφορών στα ταμεία υγείας και προνοίας.

Ακόμη δεν προχώρησε η ΚΕΔΙΠΕΣ

Το 2022 αναμένεται ιδιαίτερα καυτό για τον τραπεζικό τομέα, ειδικά σε μια περίοδο που η Κύπρος έχει μπει σε προεκλογική περίοδο και υπάρχουν θέματα ανοιχτά, για τα οποία θα δοθούν μάχες. Ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί τι θα γίνει με τους 40 εργαζόμενους της ΚΕΔΙΠΕΣ, τους οποίους το Υπουργείο Οικονομικών θέλει να απολύσει ως πλεονάζον προσωπικό, μετά την αποτυχία και του «νέου» σχεδίου εθελούσιας εξόδου, που τέθηκε για δεύτερη φορά ενώπιον των εργαζομένων για να αποφασίσουν την αποχώρησή τους. Οι πλεονασμοί τείνουν να λάβουν πολιτικές διαστάσεις, αφού το κράτος είναι ο μεγαλομέτοχος της ΚΕΔΙΠΕΣ και θα πρέπει ο πολιτικός προϊστάμενος της κρατικής οντότητας, που είναι ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, να αποφασίσει τι θα γίνει. Η ΕΤΥΚ, με αφορμή την ΚΕΔΙΠΕΣ, είχε προδιαγράψει τι θα ακολουθούσε, με εγκύκλιο που είχε εκδώσει στις 5 Απριλίου. «Αναμφίβολα, η περίπτωση της ΚΕΔΙΠΕΣ είναι ένα πείραμα της κυβέρνησης για να ανοίξει τον δρόμο σε άλλες τράπεζες (π.χ. Ελληνική Τράπεζα), συνεπώς το θέμα αυτό αφορά και επηρεάζει όλους τους συναδέλφους. Από την άλλη, δεν θα έπρεπε η Κυβέρνηση, ενόψει των επικείμενων προεδρικών εκλογών, να παίρνει τέτοιους είδους σοβαρές αποφάσεις, με προεκτάσεις σημαντικές και στον ιδιωτικό τομέα, δεσμεύοντας με αυτό τον τρόπο τη νέα κυβέρνηση που ενδεχομένως να εκλεγεί», αναφέρει η ΕΤΥΚ.

Στην περίπτωση που δεν βρεθεί η χρυσή τομή και το κράτος πάρει την απόφαση για πλεονασμούς στην ΚΕΔΙΠΕΣ, θα πρέπει το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού να πληρώσει αρκετά χρήματα. Η μέγιστη αποζημίωση που μπορεί να δοθεί για εργαζόμενους που έχουν πολύχρονη παρουσία στην ΚΕΔΙΠΕΣ είναι €56.232,40, ποσό πολύ μικρότερο από την αποζημίωση του ανωτάτου ορίου, €180.000, που πρόσφερε το σχέδιο εθελούσιας αποχώρησης.

Kαι άλλοι στην ανεργία

Δεν είναι, όμως, μόνο εργαζόμενοι στην Ελληνική και την ΚΕΔΙΠΕΣ που κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους. Είναι και τραπεζικοί υπάλληλοι της RCB Bank. Από τους 356 που εργοδοτούσε η τράπεζα στην Κύπρο θα παραμείνουν γύρω στους 90 και αυτό εφόσον εξασφαλιστούν οι άδειες τις οποίες αιτήθηκε η τράπεζα από την Κεντρική Τράπεζα για λειτουργία της ως εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων και για λειτουργία ως ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος. Για κάθε άδεια, η εταιρεία αναμένεται να χρησιμοποιήσει γύρω στα 45 άτομα και άρα 266 υπάλληλοι θα τερματίσουν την τραπεζική τους καριέρα στην εν λόγω τράπεζα. Η RCB θα προχωρήσει υποχρεωτικά σε πλεονασμούς αφού έπεσε θύμα των κυρώσεων που επέβαλαν ΕΕ, Αγγλία και  ΗΠΑ στη ρωσική τράπεζα VTB Bank, που ήταν μεγαλομέτοχος της RCB Bank, εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Νέος γύρος μειώσεων

Ο τραπεζικός τομέας, που κάποτε ήταν πολύ ελκυστικός για εργασία, χάνει πλέον έδαφος και ελάχιστοι είναι οι τραπεζικοί υπάλληλοι που εργοδοτούνται ως το τέλος με την συνταξιοδότησή τους. Οι μειώσεις του προσωπικού αναμένεται ότι θα αγγίξουν όλες τις τράπεζες και είναι θέμα χρόνου να αρχίσει εκ νέου η συζήτηση για αποχωρήσεις. Zητούμενο όμως είναι με ποιο τρόπο θα γίνουν, με ή χωρίς πλεονασμούς. Το 2013 και το 2018 άνοιξε ο κύκλος των μεγάλων αποχωρήσεων τραπεζικών υπαλλήλων, με το λουκέτο της Λαϊκής και του Συνεργατισμού και ακολούθησαν άλλες, μικρότερης κλίμακας αποχωρήσεις εργαζομένων, από όλες τις τράπεζες. Τώρα αναμένεται να υπάρξει ακόμα ένας νέος γύρος μείωσης του προσωπικού των τραπεζών, με στόχο τον εξορθολογισμό του κόστους, την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση του δικτύου, την ψηφιακή μετάβαση και τον τραπεζικό μετασχηματισμό. Η πανδημία και τα lockdowns επιτάχυναν την ψηφιακή μετάβαση και διαφοροποίησαν την καταναλωτική συμπεριφορά των πελατών των τραπεζών, κάτι που συνεπάγεται λιγότερο προσωπικό και εξορθολογισμός του μισθολογίου. Συνήθως τα χρήματα που πληρώνουν οι τράπεζες ως σχέδια αποχώρησης στο προσωπικό τους τα κάνουν απόσβεση σε διάστημα από 3 ως 5 χρόνια, γιατί σταδιακά μειώνουν τα έξοδά τους και ενισχύουν την οργανική τους κερδοφορία.

Συνδικαλιστικές οργανώσεις: Δεν θέλουν προηγούμενο

Ουσιαστικά, με τα νέα ήθη που προσπαθούν να εφαρμόσουν οι διοικήσεις των τραπεζών, το βάρος μετατοπίζεται στο Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, το οποίο θα πρέπει να αντέξει  τις πληρωμές χιλιάδων ευρώ για τους τραπεζικούς υπαλλήλους που έχασαν ή θα χάσουν τις δουλειές τους.  Την προηγούμενη εβδομάδα, στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εργασίας, εκπρόσωποι της ΕΤΥΚ, της ΣΕΚ και της ΠΕΟ εξήγησαν στους βουλευτές ότι υπάρχει σχεδόν θεσμοθετημένη διαδικασία για αποχωρήσεις από τράπεζες και πρέπει να τηρηθεί, προκειμένου, όπως ανέφεραν, να μην υπάρξει κακό προηγούμενο. Ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας της ΕΤΥΚ Χρίστος Παναγίδης σημείωσε πως θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο έξτρα αποζημιώσεων, ενώ αναφέρθηκε και στην πρόθεση της Ελληνικής Τράπεζας για πλεονασμούς, ζητώντας από τη Βουλή να δείξει την ίδια ευαισθησία και να συζητήσει το θέμα. Ο Σ. Τούλουπος, εκ μέρους της ΠΕΟ, ανέφερε πως σε περίπτωση που δεν υπάρξει σχέδιο αποζημιώσεων για το προσωπικό της RCB, θα δημιουργηθεί προηγούμενο και πλέον όλες οι τράπεζες θα πλεονάζουν προσωπικό χωρίς δεύτερες σκέψεις, αναφέροντας πως τα σχέδια εθελούσιας αποχώρησης ενεργούν σε κάποιο βαθμό αποτρεπτικά για απολύσεις. Θέση με την οποία συμφώνησε και ο εκπρόσωπος της ΣΕΚ Κ. Ορατίου, αναφέροντας πως οι αποχωρήσεις από τράπεζες πρέπει να γίνονται βάσει σχεδίων για παροχή χαριστικών αποζημιώσεων.