Δυσεπίλυτος νομικός γρίφος αποτελεί η κατάργηση των πολλαπλών συντάξεων των κρατικών αξιωματούχων, καθώς οι δικαστικές αποφάσεις προηγούμενων χρόνων περιορίζουν τις επιλογές της Εκτελεστικής και της Νομοθετικής Εξουσίας.

Τον Οκτώβριο του 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ως αντισυνταγματικό τον νόμο του 2011, ο οποίος προέβλεπε την καταβολή μόνο μιας σύνταξης, που να μην υπερβαίνει το ήμισυ των υψηλότερων συντάξιμων απολαβών για οποιοδήποτε αξίωμα στο οποίο υπηρέτησε ένας αξιωματούχος. Επίσης, προέβλεπε την αναστολή της καταβολής της σύνταξης σε περίπτωση που ο αξιωματούχος αναλάμβανε οποιαδήποτε κρατική θέση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε κρίνει ως αντισυνταγματική την αναστολή της καταβολής της σύνταξης των αξιωματούχων, επειδή διά νόμου, όπως σημείωνε, τίθετο ανεπίτρεπτος περιορισμός σε περιουσιακό ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα και συγκεκριμένα στο συμβατικό κεκτημένο και αποκρυσταλλωμένο δικαίωμα σε σύνταξη.

Τον Νοέμβριο του 2016 εκδόθηκε άλλη μια απόφαση από το Διοικητικό Δικαστήριο, με την οποία κρίθηκε ως αντισυνταγματική η πρόνοια του νόμου που προέβλεπε πως, σε περίπτωση που αξιωματούχος δικαιούται την καταβολή μιας ή περισσότερων συντάξεων καθώς υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ήμισυ των υψηλότερων συντάξιμων απολαβών, για οποιαδήποτε από αυτές. Ουσιαστικά, το Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε πως ο συγκεκριμένος περιορισμός συγκρούεται με το Σύνταγμα, καθώς επηρεάζει τα αποκρυσταλλωμένα περιουσιακά δικαιώματα. Στο παρελθόν υπήρξαν και άλλες δικαστικές αποφάσεις οι οποίες έκριναν ως αντισυνταγματικές ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις.

Νέα προσπάθεια

Το τελευταίο διάστημα καταβάλλεται νέα προσπάθεια για ρύθμιση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων κρατικών αξιωματούχων, με την κυβερνητική πλευρά να τονίζει πως οι δικές της προτάσεις δεν πάσχουν νομικά, καθώς έγιναν με την καθοδήγηση του Γενικού Εισαγγελέα. Από την άλλη, επί τάπητος βρίσκονται και προτάσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, οι οποίες αποτυπώνονται σε προτάσεις νόμου που κατέθεσαν την περασμένη Πέμπτη στην Ολομέλεια της Βουλής ο ΔΗΣΥ, το ΑΚΕΛ, οι Οικολόγοι και η Αλεξάνδρα Ατταλίδου (Volt).

Η Νομική Υπηρεσία είχε τοποθετηθεί πρόσφατα επί των προτάσεων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, υποστηρίζοντας πως σε αυτές εντοπίζονται προβλήματα αντισυνταγματικότητας. Κάτι που απέρριψε η Ελεγκτική Υπηρεσία, κατηγορώντας την Κυβέρνηση ότι επιμένει σε ένα νομοσχέδιο που αφορά τους εν ενεργεία αξιωματούχους και το οποίο κινδυνεύει να ακυρωθεί στην πρώτη δικαστική προσφυγή αλλά και σε ένα νομοσχέδιο για τους μελλοντικούς αξιωματούχους, που καταργεί τις πολλαπλές συντάξεις και εισάγει τα πολλαπλά εφάπαξ. Υποστήριξε ακόμα πως η Κυβέρνηση εξακολουθεί να μην αγγίζει το θέμα των πολλαπλών συντάξεων για τους υφιστάμενους αξιωματούχους, ενώ θα μπορούσε να ρυθμίσει το θέμα στον βαθμό που οι περιορισμοί θα αφορούν τη σύνταξη που θα θεμελιώνουν (δικαιούνται) από τούδε και στο εξής.

Πριν από 15 μέρες κατατέθηκε και πρόταση από ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ, η οποία προβλέπει οικειοθελή αποποίηση των συντάξεων από τους αξιωματούχους.

Ο «Φ» παρουσιάζει στη συνέχεια τις προτάσεις της Κυβέρνησης και των κομμάτων (Ελεγκτικής Υπηρεσίας), οι οποίες διεκδικούν να ψηφιστούν σε νόμους, για να σταματήσουν οι στρεβλώσεις με τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα των κρατικών αξιωματούχων.

Τι προτείνει η Κυβέρνηση

Λόγω των νομικών και συνταγματικών εμποδίων, η κυβερνητική πλευρά έκρινε πως θα πρέπει να υιοθετηθούν ρυθμίσεις για την καταβολή ωφελημάτων αφυπηρέτησης (φιλοδώρημα) στους αξιωματούχους, έναντι της κατάργησης της παραχώρησης και σύνταξης κατά την περίοδο της υπηρεσίας τους.

Σε γενικές γραμμές θα παρέχεται μόνο ένα φιλοδώρημα αντί σύνταξης και εφάπαξ, για να μην υπάρχει η μακρά δέσμευση του Κράτους για παροχή σύνταξης για τις συγκεκριμένες θέσεις και να επιβαρύνεται κάθε χρόνο με πολλά εκατομμύρια ο κρατικός προϋπολογισμός.

Από την καταβολή του φιλοδωρήματος εκτιμάται πως θα επέλθουν εξοικονομήσεις για το κράτος, σε σχέση με τις σημερινές δαπάνες. Η κυβερνητική πρόταση είναι καθολικής εφαρμογής και προβλέπει την κατάργηση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων (σύνταξη και εφάπαξ ποσό) για το σύνολο των αξιωματούχων (δεν επηρεάζει τους εν ενεργεία αξιωματούχους, ούτε όσους αφυπηρέτησαν) και την καταβολή στους δικαιούχους ενός φιλοδωρήματος.

Το φιλοδώρημα που θα λαμβάνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος της Βουλής όταν θα ολοκληρώνουν τη θητεία τους θα υπολογίζεται με βάση το ½ των τελευταίων μηνιαίων συντάξιμων απολαβών, πολλαπλασιαζόμενο επί τους μήνες θητείας τους.

Για τους βουλευτές θα υπολογίζεται το ¼ των τελευταίων μηνιαίων απολαβών, για τον πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και εκπαιδευτικής υπηρεσίας θα υπολογίζεται το 1/6, για τους Έφορους, Επίτροπους, πρόεδρους των Επιτροπών καθώς Δημάρχους και Κοινοτάρχες το 1/12.

Δεν «πιάνει» τους εν ενεργεία

Η κατάργηση των  συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, δεν θα επηρεάσει τους εν ενεργεία κρατικούς αξιωματούχους (τρέχουσα θητεία), καθώς και τους ήδη αφυπηρετήσαντες αξιωματούχους. Επηρεάζει, σε γενικές γραμμές, αυτούς που αποκτούν αξίωμα ή θα διορίζονται μετά την έγκριση των νόμων.

Το υπουργείο υποδεικνύει, επίσης, πως τυχόν αναδρομικότητα σε αυτές τις ρυθμίσεις θα προσκρούει στις Γενικές Αρχές Διοικητικού Δικαίου.

Οι εν ενεργεία και ήδη αφυπηρετήσαντες αξιωματούχοι θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τα συνταξιοδοτικά τους ωφελήματα. Ταυτόχρονα, οι νέες ρυθμίσεις δεν θα επηρεάσουν το δικαίωμα των αξιωματούχων σε καταβολή συνταξοδοτικών ωφελημάτων από κυβερνητικό σχέδιο συντάξεων ή άλλο σχέδιο, που έχουν ή θα έχουν κερδηθεί από υπηρεσία στην κρατική μηχανή. Δεν θα επηρεαστούν ούτε τα ωφελήματα που κερδίζονται από ιδιωτικά σχέδια ασφάλισης, καθώς και το δικαίωμα των κρατικών αξιωματούχων στην καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων που έχουν ήδη κατοχυρώσει από υπηρεσίας σε άλλα αξιώματα.

Με το δεύτερο νομοσχέδιο, που φαινομενικά τουλάχιστο είναι πιο απλό, επεκτείνεται η ηλικία έναρξης της καταβολής σύνταξης για το σύνολο των αξιωματούχων στο 65ο έτος, από το 60ο έτος που ισχύει σήμερα για μερίδα αξιωματούχων. Η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν θα επηρεάσει τους αξιωματούχους που έχουν αποχωρήσει από το αξίωμα τους πριν την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας.

Οι προτάσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και κομμάτων

Στην αντίπερα όχθη, οι προτάσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, τις οποίες υιοθέτησαν τα κόμματα και τις κατέθεσαν την περασμένη Πέμπτη στην Ολομέλεια της Βουλής, στηρίχθηκαν στη δικαστική απόφαση στην υπόθεση Αυγουστή, σύμφωνα με την οποία «η προσδοκία απόκτησης αξίωσης για σύνταξη, γεννάται κατά τον χρόνο της πρόσληψης, συνιστά, εν δυνάμει, ιδιοκτησία και αποκρυσταλλώνεται ως ιδιοκτησιακό δικαίωμα με τη συμπλήρωση συντάξιμης υπηρεσίας σε συντάξιμη θέση».

Η Ελεγκτική θεωρεί πως η μόνη ασφαλής επιλογή είναι να ρυθμιστούν οι στρεβλώσεις κατά απόλυτο τρόπο για τη σύνταξη που θα κερδίζεται μετά την ημερομηνία έναρξης της νέας νομοθεσίας.

Επίσης, βασίστηκε και στη φόρμουλα που εφαρμόστηκε για τους δημόσιους υπαλλήλους το 2012. Με την τότε ρύθμιση, για τους υπηρετούντες δημόσιους υπαλλήλους κλείδωσαν τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που είχαν θεμελιώσει στις 31.12.2012, ενώ για την υπηρεσία τους από 1.1.2013 η σύνταξη και το εφάπαξ μειώθηκαν και ο χρόνος καταβολής σε περίπτωση πρόωρης αφυπηρέτησης μετατέθηκε από το 55ο στο 60ο έτος της ηλικίας.

Στις προτάσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας είχε προταθεί ως ημερομηνία για να τεθούν σε εφαρμογή οι νέες ρυθμίσεις η… 1η Μαρτίου 2024. Στις κομματικές προτάσεις η ημερομηνία έχει διαφοροποιηθεί.

Μεταξύ άλλων, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και των κομμάτων προβλέπουν ότι η σύνταξη που θα κερδηθεί από τους Υπουργούς, Υφυπουργούς, Βουλευτές και Δημάρχους από την 1.1.2024 και μετέπειτα θα καταβάλλεται στο 65ο έτος της ηλικίας τους (αυτή που θεμελιώθηκε προ της ημερομηνίας αυτής θα καταβάλλεται στο 60ό έτος, όπως προβλέπει σήμερα η νομοθεσία).

Επίσης, για οποιονδήποτε αφυπηρετεί από δημόσιο αξίωμα ή θέση μετά την 1.1.2024 και αναλαμβάνει άλλο δημόσιο αξίωμα ή θέση στην Κύπρο ή σε θεσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η καταβολή της σύνταξης του που θα έχει κερδηθεί μετά την 1.1.2024 θα αναστέλλεται.

Για πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη λόγω υπηρεσίας στα αξιώματα του Προέδρου της Δημοκρατίας, Προέδρου της Βουλής, Υπουργού, Υφυπουργού και Βουλευτή, ήδη προβλέπεται στη νομοθεσία ότι αυτή αναστέλλεται αν διοριστούν σε άλλο δημόσιο αξίωμα ή θέση στην Κύπρο και αυτό αφορά και σύνταξη που θεμελίωσαν προ της 1.1.2024 στο συγκεκριμένο αξίωμα. Εισάγεται και ανώτατο όριο σύνταξης σε περίπτωση υπηρεσίας σε περισσότερα του ενός αξιώματα ή θέσεις στη Δημοκρατία, ώστε η σύνταξη αθροιστικά από όλα τα αξιώματα και θέσεις που θα κερδίζεται μετά την 1.1.2024 να μην υπερβαίνει το όριο των 2/3 των υψηλότερων απολαβών. Τυχόν σύνταξη που έχει θεμελιωθεί προηγουμένως δεν επηρεάζεται και θα καταβάλλεται επιπρόσθετα.