Ο Άνταμ Σμιθ συχνά αναφέρεται ως ο πατέρας του (σύγχρονου) καπιταλισμού, χαρακτηρισμός υπερβολικά απλουστευτικός και επικίνδυνα παραπλανητικός.

Ο Σμιθ δεν ήταν οικονομολόγος, ήταν πρωτίστως φιλόσοφος, με βαθιά ενδιαφέροντα στην ηθική και τη φύση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Οι απόψεις του για τη σχέση της ηθικής με την οικονομία διατυπώνονται ξεκάθαρα στο έργο του The Theory of Moral Sentiments (1759) και στο An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations (1776).

Το The Wealth of Nations, όπως συνήθως αποκαλείται, δεν είναι ένα βιβλίο για την οικονομία. Το αντικείμενό του είναι η “πολιτική οικονομία”, ένας πολύ πιο ευρύς συνδυασμός φιλοσοφίας, πολιτικής επιστήμης, ιστορίας, οικονομίας, ανθρωπολογίας και κοινωνιολογίας. Ο ρόλος της ελεύθερης αγοράς και των δομών που την υποστηρίζουν αποτελούν μόνο δύο στοιχεία μιας μεγαλύτερης θεωρίας για την ανθρώπινη αλληλεπίδραση και την κοινωνική ιστορία.

Μέσα από αυτά τα έργα, ο Σμιθ ανέπτυξε μια συνολική θεώρηση της ανθρώπινης κοινωνίας, όπου η ηθική και η οικονομική ευημερία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Ταυτόχρονα, εξέφρασε έντονη κριτική στα μονοπώλια και στις καταστροφικές τους συνέπειες για την κοινωνία.

Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων

Στο πρώτο του βιβλίο, Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων, ο Σμιθ επιχειρεί να εξηγήσει τις φυσικές αρχές που διέπουν την ανθρώπινη ηθική. Η κεντρική του ιδέα περιστρέφεται γύρω από την ενσυναίσθηση (sympathy, όπως την χαρακτήρισε), την ικανότητα δηλαδή του ανθρώπου να μπαίνει στη θέση των άλλων και να κατανοεί τα συναισθήματά τους. Αυτή η ενσυναίσθηση, κατά τον Σμιθ, είναι η βάση της ηθικής συμπεριφοράς.

Ο Σμιθ εισάγει την έννοια του «αμερόληπτου παρατηρητή» (impartial spectator), ενός νοητού κριτή που καθοδηγεί τις ηθικές μας επιλογές. Σύμφωνα με αυτόν, οι άνθρωποι δρουν ηθικά όχι μόνο επειδή φοβούνται την τιμωρία ή επιδιώκουν την επιβράβευση, αλλά επειδή θέλουν να είναι αποδεκτοί από τον αμερόληπτο παρατηρητή μέσα τους. Με τον τρόπο αυτό, ο Σμιθ προσπαθεί να γεφυρώσει το ατομικό/ατομικιστικό συμφέρον με την κοινωνική συνοχή.

Ο Πλούτος των Εθνών

Στο πιο γνωστό του έργο, Ο Πλούτος των Εθνών, ο Σμιθ εισάγει θεμελιώδεις έννοιες που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη οικονομική σκέψη. Η διαίρεση της εργασίας, το ελεύθερο εμπόριο, οι φυσικές τιμές και ο ρόλος του ατομικού συμφέροντος στις αγορές είναι μόνο μερικά από τα θέματα που εξετάζει. Ωστόσο, αυτό που κάνει το έργο του να ξεχωρίζει είναι η ηθική του διάσταση.

Ο Σμιθ θεωρούσε ότι η οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει αποκομμένη από την ηθική. Η ελεύθερη αγορά είναι, για εκείνον, ένας μηχανισμός που ενισχύει τη συνολική ευημερία, υπό την προϋπόθεση ότι λειτουργεί μέσα σε ένα πλαίσιο δικαιοσύνης και ηθικών κανόνων. Το «αόρατο χέρι» (invisible hand), που συχνά παρερμηνεύεται, δεν είναι μια απλή δικαιολογία για την απουσία ρύθμισης, αλλά ένας τρόπος να περιγράψει την αρμονία που μπορεί να προκύψει όταν οι άνθρωποι δρουν με βάση το ατομικό συμφέρον τους, εντός ενός ηθικού πλαισίου.

Η ελεύθερη αγορά, κατά τον Σμιθ, δεν σημαίνει την απόλυτη απουσία κρατικής παρέμβασης. Αντίθετα, πίστευε ότι το κράτος και οι θεσμοί έχουν έναν ουσιώδη ρόλο στη διασφάλιση των συνθηκών που επιτρέπουν στις αγορές να λειτουργούν δίκαια και αποτελεσματικά. Η παρέμβαση του κράτους είναι απαραίτητη για τη δημιουργία και την εφαρμογή κανόνων που περιορίζουν τις αθέμιτες πρακτικές και την κατάχρηση εξουσίας από τους ισχυρούς. Επιπλέον, τόνιζε τη σημασία της παροχής δημόσιων αγαθών, όπως η εκπαίδευση, γενικά οι υποδομές και η δικαιοσύνη, τα οποία δεν μπορούν να παραχθούν επαρκώς από την ελεύθερη αγορά.

Κριτική στα μονοπώλια

Μία από τις πιο έντονες κριτικές του Σμιθ αφορούσε τα μονοπώλια και συγκεκριμένα την Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών. Ο Σμιθ περιέγραψε το «άθλιο πνεύμα του μονοπωλίου» (wretched spirit of monopoly), τονίζοντας ότι τέτοιες δομές είναι αντίθετες προς την οικονομική ευημερία και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Η Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, με την προστασία που απολάμβανε από το κράτος και τα μονοπωλιακά της προνόμια, αποτελούσε για τον Σμιθ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς οι εμπορικές οντότητες μπορούν να λειτουργούν εις βάρος του κοινού καλού.

Η μονοπωλιακή ισχύς, κατά τον Σμιθ, προκαλεί στασιμότητα, περιορίζει τον ανταγωνισμό και αυξάνει το κόστος για τους καταναλωτές. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι καταστροφικά για την οικονομία και υπονομεύουν την κοινωνική πρόοδο. Γι’ αυτό, ο Σμιθ υποστήριζε ότι η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να περιορίζει τα μονοπώλια και να διασφαλίζει ότι οι αγορές παραμένουν ανοιχτές και προσβάσιμες σε όλους.

Ο Σμιθ πρότεινε την κατάργηση των μονοπωλίων, υποστηρίζοντας ότι η ελεύθερη αγορά είναι πιο αποδοτική και δίκαιη, από ένα σύστημα όπου λίγοι ελέγχουν την παραγωγή και το εμπόριο. Η πολιτική του οικονομία στόχευε στη δημιουργία ενός συστήματος όπου οι αγορές θα λειτουργούν με γνώμονα το συμφέρον του συνόλου και όχι την ευημερία λίγων. Ειδικότερα, η κατάργηση του μονοπωλίου της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών θεωρήθηκε από τον Σμιθ κρίσιμη για την οικονομική και κοινωνική πρόοδο.

Ο Σμιθ δεν υποστήριζε έναν κόσμο χωρίς κανόνες ή εποπτεία. Αντίθετα, αναγνώριζε ότι οι αγορές χρειάζονται θεσμική υποστήριξη για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Το κράτος έχει ρόλο στη διασφάλιση της δικαιοσύνης, της ασφάλειας και της προστασίας των αδυνάτων. Πίστευε ότι η υπερβολική ισχύς σε λίγα χέρια υπονομεύει την ελευθερία και τη συνολική ευημερία της κοινωνίας.

Για τον Σμιθ, η πραγματική ελευθερία της αγοράς σημαίνει ότι όλοι οι συμμετέχοντες έχουν ίσες ευκαιρίες να επιτύχουν. Αυτό απαιτεί την ύπαρξη κανόνων που προλαμβάνουν την εκμετάλλευση, εξασφαλίζουν διαφάνεια και προστατεύουν τους πιο αδύναμους οικονομικά. Η ισορροπία ανάμεσα στην ελευθερία και την κρατική παρέμβαση ήταν για τον Σμιθ το κλειδί για μια δίκαιη και βιώσιμη κοινωνία.

Ηθική και οικονομία (πρέπει να) πηγαίνουν μαζί

Για τον Σμιθ, η ηθική και η οικονομία δεν ήταν ανεξάρτητοι τομείς, αλλά αλληλένδετοι. Η ευημερία μιας κοινωνίας δεν εξαρτάται μόνο από την υλική της ανάπτυξη, αλλά και από τον ηθικό της χαρακτήρα.

Η πολιτική οικονομία, όπως την όρισε, ήταν ένα ευρύ πεδίο που συνδύαζε τη φιλοσοφία, την ιστορία, την κοινωνιολογία και την οικονομία, με στόχο τη βελτίωση της κοινωνίας εν γένει.

Σήμερα, η σκέψη του Άνταμ Σμιθ παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη. Σε έναν κόσμο όπου κυριαρχούν τα ολιγοπώλια των χρηματοπιστωτικών αγορών και πλέον και των λεγόμενων big tech, που όπως είδαμε και στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ αποτελούν την προμετωπίδα στη νέα του κυβέρνηση στις ΗΠΑ, τα οποία κυριαρχούνται από την απληστία και την ανισότητα, τα έργα του μας θυμίζουν τη σημασία της ηθικής στη διαμόρφωση δίκαιων κοινωνιών.

Ο Σμιθ δεν ήταν υπέρμαχος μιας αχαλίνωτης αγοράς, αλλά ενός συστήματος που βασίζεται στη δικαιοσύνη, την ενσυναίσθηση και τη φροντίδα για τους λιγότερο ευνοημένους.

* Advocates-Legal Consultants