Λίγο πριν μπουν οι τελευταίες πινελιές στον προϋπολογισμό του κράτους για το 2023, ο τελευταίος που θα καταθέσει αυτή η κυβέρνηση και ο οποίος αναμένεται να εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο τις επόμενες ημέρες, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο προχωρά σε σειρά συστάσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις.

«Η εικόνα μιας ανθεκτικής κυπριακής οικονομίας, με ικανοποιητική επί του παρόντος επίδοση (σ.σ. ανάπτυξη 6%), η οποία όμως περιβάλλεται από ανησυχητικές εξελίξεις στην διεθνή οικονομία, πρέπει να αποτελέσει τον κεντρικό άξονα της προσέγγισής μας στον κρατικό προϋπολογισμό του 2023», σημειώνει το συμβούλιο. Υπάρχει πλεόνασμα, επισημαίνει, «αλλά, με δεδομένα τα σύννεφα στον ορίζοντα της παγκόσμιας οικονομίας δεν υπάρχει μαξιλαράκι».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Το Ανώτατο θα κρίνει την τύχη των νόμων για την ακρίβεια

«Όπως έχουμε επιμείνει από την αρχή του έτους, η όποια υπόσχεση πως η νομοθετική ή η εκτελεστική εξουσία μπορούν να λάβουν μέτρα κατά του πληθωρισμού, αποτελεί πλάνη. Ως δημοσιονομικές αρχές χωρίς νομισματικά εργαλεία, δεν έχουν στη διάθεσή τους τα απαιτούμενα μέσα για να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό. Έστω κι αν εκ πρώτης όψεως ακούγονται λογικές πολλές από τις προτάσεις, πρέπει να είναι σαφές πως, ούτε η σχετική θεωρία, ούτε η σχετική εμπειρία δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την ελπίδα πως μέτρα που συνεπάγονται δημοσιονομική επέκταση (αυξημένες δαπάνες ή μειωμένους φόρους), θα μειώσουν τον πληθωρισμό. Δεν το έκαναν ποτέ και δεν θα το καταφέρουν ούτε τώρα. Αυτή είναι μια από τις ελάχιστες βεβαιότητες της παρούσας περίστασης», αναφέρει στην ανακοίνωση το Δημοσιονομικό Συμβούλιο. 

Με αυτά τα δεδομένα, σημειώνει, «είναι σαφές πως η προσέγγιση προς τον κρατικό προϋπολογισμό πρέπει να διέπεται από προσοχή και σύνεση και πως θα ήταν σοφότερο να αποφύγουμε τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις, περιλαμβανομένων και των θεωρητικών αυξήσεων στα κρατικά έσοδα. Η Δημοκρατία έχει αυξημένα μεν έσοδα φέτος, αλλά θα τα χρειαστεί, κι αυτό είναι βέβαιο, μέσα στους επόμενους 24 μήνες». Τέλος, είναι αναγκαίο να επαναλάβουμε, σημειώνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο «πως τα οριζόντια μέτρα είναι κοινωνικά άδικα, αντίθετα με τους στόχους της πράσινης μετάβασης, αναποτελεσματικά ως προς τον δεδηλωμένο τους στόχο και σπάταλα. Ο φορολογούμενος πληρώνει για να εξυπηρετήσει μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά άδικη πολιτική, ενώ επιπλέον τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική σταθερότητα του τόπου τα επόμενα χρόνια. Η πολιτική στήριξης νοικοκυριών χαμηλού οικονομικού εκτοπίσματος και μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι οικονομικά πιο σοφή και κοινωνικά και ηθικά πιο δίκαιη και πρέπει να προτιμηθεί».