«Στέλνω  τα χαιρετίσματα και την αγάπη μου σε όλους τους Κατωδερυνειώτες και αν μπορούσα να είμαι μαζί τους, θα πήγαινα… τρέχοντας» διεμήνυσε μέσω του «Φ» ο 99χρονος Παναγιώτης Γεράνης, ο ηλικιακά μεγαλύτερος εν ζωή πρόσφυγας της πρώτης γενιάς εκτοπισμένων από την κατεχόμενη Κάτω Δερύνεια, με αφορμή την ετήσια συνεστίαση της κοινότητας που πραγματοποιείται σήμερα Κυριακή 7 Μαϊου 2023 στη Δερύνεια, με διοργανωτές τον Δήμο Δερύνειας και την επιτροπή προσφύγων Κάτω Δερύνειας.  

Ιστορικά η κοινότητα άρχισε να δημιουργείται τη δεκαετία 1950 από ανθρώπους αυτής της πρώτης γενιάς, που είναι γεννημένοι τις δεκαετίες 1920 και 1930 και που δυστυχώς έχουν σχεδόν όλοι φύγει από τη ζωή. Στη συνεστίαση δεν θα μπορέσει να παραστεί ούτε ο 88χρονος Αγησίλαος Κωνσταντίνου όπως μας είπε ο ίδιος, όταν τον επισκεφθήκαμε την περασμένη Τρίτη με τον πρόεδρο της επιτροπής προσφύγων Κάτω Δερύνειας Ανδρέα Γρηγορίου. Εργάστηκε πριν την προσφυγιά για πολλά χρόνια ως οδηγός φορτηγού στο λιμάνι Αμμοχώστου και μετά το 1974 στο λιμάνι Λάρνακας. Έχει δύο γιους και 4 εγγόνια και διαμένει με τη σύζυγο του Ανδρούλα στον συνοικισμό Λειβαδιών. 

Το δικό της μήνυμα «δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι» με αφορμή την ίδια εκδήλωση, στέλνει μέσω της εφημερίδας μας και η 30χρονη Μιχαηλίνα Μαϊμαρίδου που ανήκει μεν στην τρίτη γενιά των…εγγονιών των εκτοπισμένων της τουρκικής εισβολής και κατοχής του 1974, γεννημένη το 1993, αλλά έχει ήδη πίσω της μια πολυετή σημαντική συμβολή στην καλλιέργεια μνήμης κατεχομένων, κυρίως μέσω της δικής της ιστοσελίδας για τους νέους που κατάγονται από την Κάτω Δερύνεια. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Υπενθυμίζεται ότι μεταπολεμικός σταθμός στην ιστορία της κοινότητας, υπήρξε το άνοιγμα του οδοφράγματος της Δερύνειας στις 12 Νοεμβρίου 2018  στον δρόμο Δερύνειας – Αμμοχώστου που διασχίζει την Κάτω Δερύνεια και καταλήγει έξω από την περιφραγμένη πόλη-φάντασμα. Ένας τοίχος από ψηλό αγκαθωτό σύρμα που τοποθέτησε ο τουρκικός στρατός και από τις δύο πλευρές του δρόμου,  αποκλείει την πρόσβαση και την πραγματική επαφή με τον χώρο, αφού συνεχίζει για 49 χρόνια να είναι μια στρατιωτική περιοχή ελεγχόμενη από την κατοχική δύναμη. Η μοναδική επαφή με την κοινότητα είναι οπτική, πίσω από το συρματόπλεγμα κι αυτή ασφαλώς αφήνει πάντα μια πικρή γεύση στους εκτοπισμένους ιδιοκτήτες των ερειπωμένων, ακατοίκητων, κατεστραμμένων σπιτιών. 

>Ευλογημένος από τον Θεό 

«Στις 25 του Μάρτη έκλεισα τα 99 και «πάτησα» τα 100 και γι’ αυτό νιώθω ευτυχισμένος κι ευλογημένος από τον θεό», μου είπε ο παλιός φαρμακοποιός Παναγιώτης Γεράνης πατέρας 6 παιδιών, παππούς 15 εγγονιών και προπάππος 23 δισέγγονων. Η σύζυγος του Ελένη πέθανε το 2008 στα 86 της, όπως και η μεγαλύτερη κόρη του Δέσπω πριν τρία χρόνια στα 72 της χρόνια. 

Τον συνάντησα την περασμένη Τρίτη στο σπίτι του στην Ορμήδεια, που όπως μου ανέφερε το έκτισε το 1975 με τα ίδια του τα χέρια, με τη βοήθεια του μικρότερου γιου του  Κυριάκου, που ήταν τότε έφηβος μαθητής. «Παρόλα τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζω λόγω της προχωρημένης ηλικίας μου, ο θεός με βοήθησε να έχω πλήρη την πνευματική μου διαύγεια και ακέραια τη μνήμη μου», μου είπε… κι αυτό βέβαια επιβεβαιώθηκε στη διάρκεια της συνέντευξης. 

Στις 3 ώρες που διήρκεσε η συνομιλία μας, μου αφηγήθηκε με ενάργεια τη μακρά περιπετειώδη ζωή του, αρχίζοντας από το χωριό Γεράνι της επαρχίας Αμμοχώστου όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, τη φοίτησή του στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, τις σπουδές του, την εργασία του από το 1953 ως φαρμακοποιός στο νοσοκομείο Λευκωσίας  και τον διορισμό του το 1964 ως ανώτερος φαρμακοποιός στο νοσοκομείο Αμμοχώστου. Το 1964 έκτισε και το σπίτι του στην Κάτω Δερύνεια, όπου και εγκαταστάθηκε με την πολυμελή οικογένεια του, μέχρι το 1974. Ως προϊστάμενος των φαρμακοποιών στο νοσοκομείο Αμμοχώστου, έζησε όλη τη φρίκη της τουρκικής εισβολής και της κατάληψης της πόλης από τον τουρκικό στρατό, αφού με κίνδυνο της ζωής του παρέμεινε στην εργασία του μέχρι την τελευταία στιγμή, παρέχοντας φάρμακα και άλλο ιατρικό υλικό, σε στρατιώτες και σε άμαχους. Όπως μου ανέφερε, «αρχή και ύψιστη αξία στη ζωή μου ήταν πάντα να βοηθώ τους άλλους – και αν δεν μπορώ, τουλάχιστον να μη βλάψω κανένα». 

>Η εκκένωση του νοσοκομείου και η Ορμήδεια 

Ο Παναγιώτης Γεράνης συμμετείχε ενεργά στην εκκένωση του νοσοκομείου Αμμοχώστου μπροστά στον προελαύνοντα τουρκικό στρατό («με τις σφαίρες των Τούρκων να βουϊζουν σαν μέλισσες γύρω μας», όπως μου είπε) και στη μεταφορά του στο ξενοδοχείο «Marcos Hotel» στην ενορία Σταυρού, που μετατράπηκε σε πολεμικό νοσοκομείο. Στη συνέχεια συμμετείχε  και στην εκκένωση του πολεμικού νοσοκομείου στις 13 Αυγούστου 1974, μια μόλις μέρα πριν την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής και της κατάληψης της Αμμοχώστου και στη μεταφορά του στην Ορμήδεια, λόγω της ασφάλειας που παρείχε η περιοχή ως έδαφος των Βρετανικών Βάσεων.

Η  οικογένεια Γεράνη έζησε τον πρώτο χρόνο μετά την εισβολή σε αντίσκηνα στην Ορμήδεια όπου εκείνο το διάστημα επικρατούσε χάος από τη μαζική έλευση δεκάδων χιλιάδων εκτοπισμένων που εγκατέλειψαν άρον άρον τα σπίτια τους στην πόλη και την επαρχία Αμμοχώστου και  κατέφυγαν στην περιοχή αυτή. «Σημείωσε – μου είπε – ότι οι κάτοικοι της Ορμήδειας με μεγάλο πνεύμα φιλοξενίας, άνοιξαν τα σπίτια τους για τους πρόσφυγες και τους πρόσφεραν πολύτιμη βοήθεια και στήριξη, εκείνη την κρίσιμη περίοδο». Ήταν άμεση η απάντησή του, όταν τον ρώτησα αν φοβάται τον θάνατο: «Όχι καθόλου, είμαι έτοιμος όταν έρθει. Αγαπώ τον Χριστό μου, θέλω να τον συναντήσω… είμαι βέβαιος ότι όταν κλείσω τα μάτια μου εδώ, θα τα ανοίξω στον παράδεισο… ναι, αμαρτωλός είμαι… αλλά ο Χριστός για τους αμαρτωλούς ήρθε. Και όταν αγαπάς τον θεό, δεν τον φοβάσαι… Όπως ένα παιδί τρέχει στην αγκαλιά του γονιού του νιώθοντας χαρά και ασφάλεια, έτσι νιώθω κι εγώ στην αγκαλιά του θεού. Τον ευχαριστώ που με αξίωσε να μεγαλώσω τα παιδιά μου, να τους δώσω την ευκαιρία να μορφωθούν, να τα δω να κάνουν οικογένειες και να χαίρομαι σήμερα τη ζωή μου μαζί τους και με τα εγγόνια και τα δισέγγονα μου».

>Πίσω από το αγκαθωτό συρματόπλεγμα

Ανέφερε στον «Φ» ο δήμαρχος Δερύνειας  Άντρος Καραγιάννης: «Δυστυχώς για ακόμη μια χρονιά διοργανώνουμε την καθιερωμένη συνεστίαση των συνδημοτών μας Κατωδερυνειωτών, δίπλα ακριβώς από την αγαπημένη μας Κάτω Δερύνεια, την εκκλησία των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας και τα ερημωμένα σπίτια της. Αφουγκραζόμαστε πλήρως τον πόνο των κατοίκων της Κάτω Δερύνειας, οι οποίοι βλέπουν σήμερα τα σπίτια όπου γεννήθηκαν και έζησαν μέχρι το 1974, πίσω από το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, δίπλα στο οδόφραγμα της λεωφόρου Αμμοχώστου και της οδού Δερύνειας στην Αμμόχωστο. Ο Δήμος Δερύνειας θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για λειτουργία της εκκλησίας μας, παρόλες τις δυσκολίες, αφού ο κατοχικός στρατός απαγορεύει στον Μητροπολίτη Κωνσταντίας Αμμοχώστου να λειτουργεί στις κατεχόμενες εκκλησίες μας. 

Παρόλα αυτά θα θέσουμε ξανά αίτημα μέσω των Ηνωμένων Εθνών, του υπουργείου Εξωτερικών και της Μητρόπολης, ενώ θα προσπαθήσουμε να ζητήσουμε, αν είναι εφικτό, τη στήριξη του αιτήματος μας από τον νεοεκλεγέντα τουρκοκύπριο δήμαρχο Αμμοχώστου. Αναγνωρίζουμε τις δυσκολίες αυτού του εγχειρήματος, αφού η Κάτω Δερύνεια βρίσκεται εντός της στρατιωτικής περιοχής του κατοχικού στρατού, όμως εμείς θα κάνουμε το καθήκον και την υποχρέωση μας προς τους συνδημότες μας πρόσφυγες Κατωδερυνειώτες, ως ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης στο μαρτύριο που βιώνουν λόγω της απώλειας των περιουσιών τους από το 1974».

Όλα ξεκίνησαν από το «δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι»

 «Ό,τι σας πω, το αφιερώνω στον μακαριστό πατέρα μου Παναγιώτη Μαϊμαρίδη που πέθανε τον Φεβρουάριο 2020 στα 64 χρόνια του… το αφιερώνω επίσης στην Κάτω Δερύνεια και στους ανθρώπους της», μου ανέφερε η 30χρονη γραφίστρια Μιχαηλίνα Μαϊμαρίδου, το μοναδικό μέλος της οργανωτικής επιτροπής της ετήσιας συνεστίασης της κοινότητας, που γεννήθηκε μετά το 1974 – τα άλλα μέλη της επιτροπής είναι  οι Ανδρέας Γρηγορίου, Πέτρος Γεωργίου, Κύπρος Ρούσος, Βαρνάβας Ανδρέου, Κύπρος Κυπριανού, Λούκας Ζαχαρία, Ανδρέας Μούσκος, Μιχάλης Πόλεος, Ανδρέας Λοϊζου και Ανδρέας Χατζηανδρέας. Σημειώνω ότι η κυρία Mιχαηλίνα Μαϊμαρίδου διανύει τον 8ο μήνα εγκυμοσύνης στο πρώτο της παιδί. «Πάω   – πρόσθεσε – πίσω στα χρόνια του σχολείου, όταν είχαμε στα χέρια μας τα μικρά τετράδια μας που έγραφαν στο εξώφυλλο ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση αυτό, για παιδί δημοτικού.

 

  

 

 

Ο  μπαμπάς μου καταγόταν από την κατεχόμενη Κάτω Δερύνεια και έβλεπα από μικρή πόσο περήφανος ήταν γι’ αυτό και πόσο πολύ νοσταλγούσε κι επιθυμούσε να επιστρέψει στον τόπο που γεννήθηκε. Το βράδυ μετά τη δουλειά, όταν όλοι στην οικογένεια μαζευόμασταν στο τραπέζι για φαγητό, παρακολουθούσαμε τις ειδήσεις της μέρας, χωρίς να αποφεύγουμε αυτές που αφορούσαν τα κατεχόμενα, όπως πολλοί  κάνουν. Αντίθετα παρακολουθώντας, μας έρχονταν ερωτήσεις, σκέψεις και απορίες και απευθυνόμασταν στον πατέρα μας για να μας τις λύσει. Οι απαντήσεις του, στο τέλος έμεναν πάντα ανοικτές για να κρίνουμε εμείς οι ίδιοι, ποιο είναι το σωστό και ποιο όχι. Ποτέ δεν ακούσαμε την απάντηση «αυτά δεν είναι για σας» ή «ό,τι και να κάνουμε, δεν θα τα πάρουμε ξανά πίσω». Πάντα υπήρχε μια ελπίδα και μια συζήτηση ανοικτή στη δική μας άποψη για τα γεγονότα και για την πραγματικότητα που είχαμε μπροστά μας σε σχέση με την τουρκική κατοχή. 

Τα χρόνια περνούσαν, οπότε άρχισαν οι πρώτες συνεδρίες της επιτροπής προσφύγων Κάτω Δερύνειας και ακολουθούσα τον πατέρα μου που συμμετείχε σε αυτές. Ο πατέρας μου δημιούργησε την πρώτη ομάδα της Κάτω Δερύνειας στο Facebook το 2012 και με προέτρεψε να ξεκινήσω και εγώ την δικιά μου, στοχεύοντας στους νέους της Κάτω Δερύνειας. Έτσι το 2014 δημιούργησα την ομάδα ΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΤΩ ΔΕΡΥΝΕΙΩΤΕΣ. Στόχος ήταν η πληροφόρηση για το κατεχόμενο χωριό μας και η δημοσιοποίηση παλιών φωτογραφιών των σπιτιών, για να τις βλέπουν τα παιδιά και τα εγγόνια των προσφύγων ιδιοκτητών τους».

>Όνειρα εγκλωβισμένα στα συντρίμμια…

Ανέφερε και τα εξής στον «Φ» η Μιχαηλίνα Μαϊμαρίδου: «Το 2016 με προτροπή της επιτροπής προσφύγων Κάτω Δερύνειας, αλλά και του  πάτερα μου, δέχτηκα με μεγάλη μου χαρά να είμαι υποψήφια δημοτική σύμβουλος του Δήμου Δερύνειας. Ο πατέρας μου με ενεθάρρυνε να προσπαθήσω να πετύχω σε αυτή την προσπάθεια, αλλά και με συμβούλευε να δεχτώ με αξιοπρέπεια την οποιαδήποτε απόφαση των δημοτών. «Ό,τι γίνει θα γίνει, εσύ να είσαι ο εαυτός σου», είναι αυτό που ηχεί στ’ αυτιά μου από τον πατέρα μου. Καθαρά λόγια από έναν άνθρωπο που κρατούσε πάντα χαμηλούς τόνους στη ζωή του, χωρίς φανατισμό. Όταν ήρθε η ώρα να ανοίξει το οδόφραγμα της Δερύνειας –  στις 12 Νοεμβρίου 2018 – ένιωσα όπως όλοι, μια λαχτάρα και μια περιέργεια για το πώς θα είναι τα σπίτια της κοινότητας, μετά από 44 χρόνια εγκατάλειψης. Παρακάλεσα τον πατέρα μου, άρρωστο πλέον, να μας πάρει να δούμε έστω και από μακριά, το σπίτι του. 

Με βαριά καρδιά και ταυτόχρονα με μεγάλο πόθο να δει το σπίτι του, μας πήγε εκεί. Πολλά και ανάμεικτα τα συναισθήματα – συγκίνηση, λύπη, χαρά, όνειρα που έμειναν εγκλωβισμένα στα συντρίμμια…Ήταν σαν να σταμάτησε ο χρόνος. Η ετήσια συνεστίαση δεν ήταν για μένα μια απλή μέρα που πηγαίναμε οικογενειακώς στο γεύμα, όπου ο πατέρας μου θα συναντούσε τους συγχωριανούς του. Ήταν και είναι μια μέρα που μπαίνω και εγώ στο πνεύμα των ανθρώπων που ξαφνικά αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, μόνο με τα ρούχα που φορούσαν. 

Κρατάω τη φωτογραφική μου και φωτογραφίζω ανθρώπους που ήταν μικροί σε ηλικία, αλλά όχι τώρα πια, καθώς προσπαθούν να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να ήμασταν εμείς οι νέοι, στη θέση τους. Ποιος ξέρει… Σκέφτομαι επίσης ότι ίσως η νέα γενιά να μη δείχνει τόσο ενδιαφέρον για τα κατεχόμενα, αλλά δεν φταίνε αυτοί…Το ενδιαφέρον πάντα ξεκινά από τους μεγάλους, από τα μηνύματα που δίνουν στα παιδιά τους για τις κατεχόμενες περιοχές μας, για τον πολιτισμό, για την κοινωνία ευρύτερα. Έχει να κάνει με την ελευθερία της σκέψης και της αποφασιστικότητας κάθε νέου ανθρώπου. Ακόμη και μετά τον χαμό του πατέρα μου Παναγιώτη Μαιμαρίδη, συνεχίζω να ενδιαφέρομαι για την Κάτω Δερύνεια, έστω και αν δεν έζησα ποτέ στον τόπο που γεννήθηκε, γιατί…«δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι». 

Μια κοινότητα κτισμένη από το… τίποτε!

Όπως έγραψε ένας από τους σκαπανείς της κοινότητας, ο μακαριστός Ανδρέας Γιούπης, η  Κάτω Δερύνεια ήταν αρχικά μια άδεια έκταση γης μεταξύ της πόλης των Βαρωσίων και της Δερύνειας κοντά στον Άγιο Μέμνονα και άρχισε να κατοικείται τα χρόνια 1948-1950. Κατοικήθηκε αρχικά από φτωχούς ανειδίκευτους εργάτες και τεχνίτες που διέμεναν και δούλευαν στην Αμμόχωστο και που προέρχονταν κυρίως από χωριά της Μεσαορίας και της Καρπασίας. 

Οι άνθρωποι αυτοί έκτισαν τα σπίτια τους στην Κάτω Δερύνεια γιατί τα οικόπεδα στην περιοχή πωλούνταν σε πολύ χαμηλές τιμές και ήταν πολύ κοντά στην πόλη της Αμμοχώστου και στην εργασία τους. Τα πρώτα εκείνα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα, γιατί έπρεπε να δημιουργήσουν την κοινότητα κυριολεκτικά από το τίποτε, αφού δεν υπήρχαν ούτε δρόμοι, ούτε ηλεκτροδότηση και υδροδότηση, ούτε δημοτικό σχολείο, ούτε εκκλησία. (Η εκκλησία της κοινότητας λειτούργησε το 1965). Όπως αναφέρει σε γραπτό του κείμενο ο μ. Ανδρέας Κακουρής διευθυντής του δημοτικού σχολείου Κάτω Δερύνειας την εξαετία 1963-1969, το δημοτικό σχολείο της κοινότητας πρωτολειτούργησε το 1956 ως μονοδιδάσκαλο και στεγάστηκε τα πρώτα δύο χρόνια στο σπίτι του Αρέστη και της Θεογνωσίας Γεωργίου. Στη συνέχεια μεταστεγάστηκε στο κτίριο του Ανδρέα και Αναστασίας (Πέπας) Μπακαλιάου στον κύριο δρόμο Αμμοχώστου-Δερύνειας. 

Το νέο, μοντέρνο για την εποχή δημοτικό σχολείο της κοινότητας, κτίσθηκε κοντά στην εκκλησία των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας και λειτούργησε το 1967 μέχρι και το 1974 όταν η περιοχή καταλήφθηκε από τον τουρκικό στρατό και μετατράπηκε από τους εισβολείς σε στρατιωτική ζώνη σπαρμένη με οχυρώσεις πρώτης γραμμής. Ο Ανδρέας Κακουρής τιμήθηκε μαζί με τους δασκάλους Γιώργο Ζαχαριάδη και Αγνή Παναγιώτου για την προσφορά τους στην κοινότητα στη διάρκεια συνεστίασης των Κατωδερυνειωτών που είχε γίνει στη Δερύνεια την Κυριακή 19 Μαϊου 2013.