Διάτρητη είναι η νομοθεσία που αφορά τις δαπάνες για ανάδειξη υποψηφίου Προέδρου της Δημοκρατίας, αφού υπάρχει η δυνατότητα να διαθέσει κάποιος εκατομμύρια ευρώ και να δείξει ότι τελικά αξιοποίησε μόνο το €1 εκατ. που δικαιούται και να είναι και καλυμμένος. Την ίδια ώρα, ένας υποψήφιος ο οποίος δαπάνησε μερικές χιλιάδες πέραν του €1 εκατ. μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένος.

Τα πιο πάνω προκύπτουν από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή υπό τον τίτλο «Έλεγχος εκθέσεων εκλογικών εξόδων των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές του 2023». Ο Γενικός Ελεγκτής εισηγείται τροποποίηση της νομοθεσίας, ώστε αφενός να πληρωθούν τα νομοθετικά κενά και αφετέρου να αποτραπεί το ενδεχόμενο περαιτέρω εκμετάλλευσης της υφιστάμενης νομοθεσίας (η οποία ανάγεται στο 1959), από οποιονδήποτε διαθέτει χρήματα ή και χρηματοδότες, με σκοπό να «καταλάβει» την εξουσία.

Ένα από τα σημεία που καταγράφει ο Γενικός Ελεγκτής αφορά το ότι, με βάση τη νομοθεσία, «προεκλογική περίοδος σημαίνει τη χρονική περίοδο που αρχίζει έξι (6) μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών και λήγει κατά την εν λόγω ημερομηνία».

Αυτό σημαίνει, πως ένας υποψήφιος με χοντρό πορτοφόλι ή χρηματοδότες, μπορεί να συμφωνήσει την προβολή του π.χ. με τηλεοπτικούς σταθμούς κ.ο.κ. έναντι αδράς αμοιβής (εκατοντάδες χιλιάδες σε κάθε ένα από αυτούς) έναν χρόνο πριν τις επόμενες εκλογές. Τα χρήματα αυτά δεν θα μετρούν ως δαπάνες στην προεκλογική του προβολή. Αυτό που θα μετρά είναι τα χρήματα που θα διαθέσει ο υποψήφιος τους τελευταίους έξι μήνες πριν τις εκλογές.

Ένα άλλο ζήτημα το οποίο εγείρει ο Γενικός Ελεγκτής αφορά τη διενέργεια δαπανών από τρίτα πρόσωπα υπέρ του υποψηφίου, τα οποία, όπως υποδεικνύει, δεν μετρούν στο €1 εκατ. το οποίο δικαιούται να δαπανήσει.

Αυτό στην πράξη μπορεί να σημαίνει, πως δέκα ξενοδόχοι ή δέκα επιχειρηματίες ή δέκα ευκατάστατοι υποστηριχτές του υποψηφίου, μπορούν να διοργανώσουν τραπεζώματα με εκατοντάδες προσκεκλημένους έκαστος, να δαπανήσουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ έκαστος και τα χρήματα αυτά απλώς να μην μετρούν στο €1 εκατ. επειδή δεν γνωρίζει κανείς ή δεν μπορεί να αποδείξει, ότι επρόκειτο για προεκλογική εκστρατεία.

Στην έκθεση του Γενικού Ελεγκτή αναφέρεται, πως παρ’ όλον ότι στην νομοθεσία είναι σαφές ότι καμία πληρωμή δεν πρέπει να γίνεται για την εκλογή του υποψηφίου από τρίτα πρόσωπα, εντούτοις και κατά τη διενέργεια του παρόντα ελέγχου εντοπίσθηκαν περιπτώσεις όπου τρίτα πρόσωπα διενήργησαν πληρωμές που σχετίζονται με την προεκλογική εκστρατεία υποψηφίων. Ο Γενικός

Ελεγκτής εισηγείται όπως ο Έφορος Εκλογών προβαίνει στην έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών προς τους υποψηφίους/ εκλογικούς αντιπροσώπους για τη διενέργεια των εκλογικών δαπανών τους και για τους περιορισμούς που υπάρχουν στην ισχύουσα νομοθεσία.

Στην έκθεση εγείρεται και το θέμα των δαπανών σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Παρατηρήσαμε», αναφέρεται στην έκθεση, «ότι οι δαπάνες για διαφημίσεις σε ηλεκτρονικά μέσα και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυξάνονται σε κάθε νέα εκλογική αναμέτρηση. Παρ’ όλο που οι δαπάνες αυτές, σύμφωνα με της πρόνοιες του υφιστάμενου νομικού πλαισίου, δεν περιλαμβάνονται στις δαπάνες της παραγράφου 5 (της έκθεσης εκλογικών εξόδων των υποψηφίων), παρατηρήσαμε ότι κάποιοι από τους υποψήφιους, τις δαπάνες αυτές, τις περιέλαβαν στην εν λόγω παράγραφο».

Λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που υπάρχουν στον τρόπο που πλέον διενεργούνται οι προεκλογικές εκστρατείες, καθώς και τον αυξημένο ρόλο που διαδραματίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σ’ αυτές, ο Γενικός Ελεγκτής εισηγείται όπως, ο Έφορος Εκλογών προβεί στις ενδεδειγμένες ενέργειες εκσυγχρονισμού της νομοθεσίας, ώστε να περιλαμβάνονται στην παράγραφο 5 της έκθεσης εκλογικών εξόδων, τα διαφημιστικά έξοδα που διενεργούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Να ελεγχθούν και οι προπληρωμές

Ο Γενικός Ελεγκτής διαπιστώνει, επίσης, πως η νομοθεσία παρέχει τη δυνατότητα σε υποψηφίους να προπληρώνουν εκτός προεκλογικής περιόδου τις εκλογικές δαπάνες τους, τις οποίες στην συνέχεια να υλοποιούν κατά την προεκλογική περίοδο, χωρίς αυτές να προσμετρούνται στο όριο των εκλογικών δαπανών. Αυτό, κατά τον Γενικό Ελεγκτή, έχει ως αποτέλεσμα να καταστρατηγείται η πρόθεση του νομοθέτη, η οποία (σύμφωνα με την εκτίμηση του ιδίου) ήταν η θέσπιση ανώτατου ορίου εκλογικών δαπανών.

Στην έκθεση διατυπώνεται σύσταση όπως, ο Έφορος Εκλογών εξετάσει το ενδεχόμενο τροποποίησης της νομοθεσίας, ώστε στις δαπάνες που λαμβάνονται υπόψιν για αξιολόγηση τυχόν υπέρβασης του καθορισμένου ορίου εκλογικών δαπανών, να περιλαμβάνονται όχι μόνο οι δαπάνες που πληρώνονται κατά την εν λόγω περίοδο, αλλά και οι δαπάνες των δράσεων που έχουν προπληρωθεί εκτός προεκλογικής περιόδου, αλλά υλοποιούνται κατά τη προεκλογική περίοδο.

Στα γενικά συμπεράσματα της έκθεσης, περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα:
-Το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τη διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών παρουσιάζει σημαντικά κενά, αδυναμίες και ασάφειες, τα κυριότερα των οποίων συνοψίζονται στα πιο κάτω:

  • Προεκλογικές δαπάνες που αποπληρώνονται πριν από την προεκλογική περίοδο, η οποία αρχίζει έξι μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών και λήγει την εν λόγω ημερομηνία, δεν προσμετρούνται στο καθορισμένο όριο εκλογικών δαπανών, ακόμη και αν αφορούν σε υπηρεσίες που θα παρασχεθούν κατά την προεκλογική περίοδο.
  • Η νομοθεσία δεν ρυθμίζει τον χειρισμό τυχόν χρηματικού πλεονάσματος που μπορεί να προκύψει σε μία προεκλογική εκστρατεία, όπως αντίστοιχα ισχύει στον περί Διενέργειας Εράνων Νόμος.
  • Απαιτείται διενέργεια ελέγχων σε όλους του υποψήφιους ανεξαρτήτως του ύψους των δαπανών τους, γεγονός που οδηγεί σε δυσανάλογο διοικητικό κόστος σε σχέση με το όφελος που προκύπτει.
  • Υπάρχει ασάφεια ως προς τον χειρισμό των εκπτώσεων μεταξύ των διαφημιστικών μέσων προς τα διαφημιστικά γραφεία.
  • Δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση που να διέπει τον έλεγχο των δαπανών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
  • Υπάρχει ασάφεια στο πρότυπο της έκθεσης, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ανομοιομορφία στη συμπλήρωση της έκθεσης για δήλωση των εκλογικών εξόδων από τους υποψηφίους.

Ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρει πως τα ευρήματα και συμπεράσματα που περιλαμβάνονται στην έκθεση, καθώς και το γεγονός ότι το ασαφές νομικό πλαίσιο που διέπει την διενέργεια των εκλογικών αναμετρήσεων δεν συνάδει με τις σύγχρονες απαιτήσεις, οδηγούν στην ανάγκη προώθησης (από πλευράς του Εφόρου) νομοσχεδίου με σκοπό την αναθεώρηση και εκσυγχρονισμό των σχετικών νομοθεσιών ώστε αυτές να διασαφηνιστούν.

Περαιτέρω θα οδηγήσουν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής τους, ενώ θα αποτρέπεται ενδεχόμενη παραβίαση τους από τους υποψήφιους.