– Πού ρίχνει το βάρος η παράσταση: στο κωμικό ή το τραγικό στοιχείο; Μείναμε πιστοί στη δομή του κειμένου. Σίγουρα το ύφος είναι τέτοιο που θα μπορούσε κάποιος να παρασυρθεί από την κωμικότητα της αλλαγής των ρόλων και να χάσει την υπόθεση. Εμείς θέλαμε να περάσει η ιστορία στο κοινό.
– Οι πέτρες στις τσέπες συμβολίζουν και το υπαρξιακό βάρος; Θα μπορούσε κάποιος να το ερμηνεύσει έτσι. Όλοι έχουμε ένα βάρος. Όλους λίγο- πολύ κάτι μάς βαραίνει. Πολύ περισσότερο φυσικά αυτό ισχύει για ανθρώπους που δεν είναι ευνοημένοι.
– Εσείς έχετε; Ως καλλιτέχνης, όχι δεν νομίζω. Σε προσωπικό επίπεδο πάντα υπάρχουν βάρη που δεν φαίνονται.
– Η διαδικασία της πρόβας; Σας βαραίνει; Είναι μέρος της δουλειάς μας. Οι πρόβες απαιτούν χρόνο και προσήλωση. Όμως, είναι κάτι που συνηθίζεις, μια αναγκαία ρουτίνα. Για τη συγκεκριμένη παράσταση, η διαδικασία κράτησε πολύ περισσότερο από το συνηθισμένο διάστημα των δύο μηνών. Δουλέψαμε περί τους τέσσερις μήνες περίπου, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών. Ήταν μια διαδικασία κοπιαστική, αλλά όμορφη. Την απολαύσαμε.
– Το άγχος είναι μεγαλύτερο στις πρόβες ή στην παράσταση; Όχι, δεν πρόκειται περί άγχους. Απλώς όταν πρόκειται να ξεκινήσει η παράσταση υπάρχει μια αγωνία για το πώς θα τη δεχτεί ο κόσμος, ποιες θα είναι οι αντιδράσεις. Από εκεί και πέρα, δεν τίθεται θέμα σύγκρισης της πρόβας με την παράσταση. Και τα δύο έχουν ζόρικες πτυχές.
– Υπάρχουν κάποια σταθερά στοιχεία που μπορούν να εξασφαλίσουν ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα; Όχι. Αν υπήρχε κάπου μια συνταγή κάποτε θα μαθευόταν. Έχει σχέση με το τι θέλει να κάνει ο δημιουργός κι αν είναι τυχερός, το έργο θα βρει το κοινό του. Δεν είναι σε καλό δρόμο ένας καλλιτέχνης όταν εξαρχής σκέφτεται τι είναι αυτό που αρέσει στο κοινό και πορεύεται μ’ αυτό. Κάπου θα στραβώσει το πράγμα. Έχει προκύψει τελευταία ένα ζήτημα σχετικά με το τι αποτελεί θέατρο και τι απλό θέαμα που εστιάζει περισσότερο στο περιτύλιγμα και τον εντυπωσιασμό κι όχι στο περιεχόμενο. Δεν είναι κακό αυτό. Χρειάζεται. Αρκεί να μπορούμε να διαχωρίσουμε τα δύο και να μην τρέφουμε αυταπάτες ότι κάνουμε κάτι πιο βαθύ.
– Έχετε τον φόβο μήπως τυποποιηθείτε ως ηθοποιός; Υπάρχει πάντα αυτός ο κίνδυνος. Συνήθως, όμως, την τυποποίηση δεν την επιδιώκουν οι ίδιοι οι ηθοποιοί. Συχνά έχει να κάνει με τις επαγγελματικές ευκαιρίες που δίνονται και την οικονομική μας επιβίωση. Προσωπικά, αισθάνομαι τυχερός που έχω παίξει και στο θέατρο και τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ωστόσο αν το τηλεοπτικό κοινό με γνωρίζει ως κωμικό επειδή έπαιξα τέτοιους ρόλους σε σειρές δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Αντίθετα, με τιμά, μου αρέσει, δεν έχω θέμα. Εντούτοις, στο θέατρο οι περισσότεροι ρόλοι που έπαιξα ήταν δραματικοί. Δεν έχω προτιμήσεις κι ελπίζω ότι δεν έχω τυποποιηθεί. Ποιος, όμως, μπορεί να αρνηθεί μια δουλειά μόνο και μόνο από τον φόβο της τυποποίησης;
– Μεταξύ θεάτρου και κινηματογράφου τι προτιμάτε; Προσωπικά, αν μπορούσα να κάνω μόνο σινεμά θα έκανα μόνο σινεμά. Μου αρέσει πάρα πολύ. Περισσότερο από το θέατρο, το οποίο επίσης λατρεύω. Δυστυχώς, όπως έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα δεν μπορείς να ζήσεις παίζοντας μόνο στο σινεμά ή μόνο στο θέατρο. Το ιδανικό για μένα θα ήταν να μπορούσα να παίζω στον κινηματογράφο και αραιά και πού –κι όχι με τη συχνότητα και τους φρενήρεις ρυθμούς που ισχύουν σήμερα- να έπαιζα επιλεκτικά στο θέατρο.
– Τι είναι αυτό που σας ελκύει τόσο πολύ στο σινεμά; Η διαδικασία. Το γεγονός ότι ο καθένας έχει τον δικό του ξεκάθαρο ρόλο κι όλοι μαζί εργάζονται για τον κοινό στόχο. Υπάρχει μια αποσπασματική οργάνωση. Ο καθένας είναι στο πόστο του, με συγκεκριμένες ευθύνες και προϋποθέσεις για να νιώσει ελεύθερος και δημιουργικός. Με γοητεύει επίσης το γεγονός ότι μπορεί στην πρώτη μέρα των γυρισμάτων να γυρίσεις την τελευταία σκηνή και την τελευταία μέρα την πρώτη. Ότι δεν γνωρίζεις τι συμβαίνει και προς τα πού οδεύει το πράγμα προτού δεις την ταινία ολοκληρωμένη. Αντίθετα, στο θέατρο από την πρώτη μέχρι την τελευταία πρόβα υπάρχει μια εξελικτική πορεία και φαίνεται προς τα πού πηγαίνει η παράσταση.
– Δηλαδή, από μια ταινία που συμμετέχετε εκπλήσσεστε όσο ο θεατής; Όχι όσο ο θεατής, αλλά υπάρχει αυτός ο αιφνιδιασμός. Μου αρέσει επίσης η σκέψη ότι μια ταινία είναι κάτι που μένει. Το θέατρο είναι εφήμερο. Υπάρχει μόνο στη μνήμη μας.
– Η δυνατότητα που έχει ένας ηθοποιός να εντρυφά σε χαρακτήρες και ρόλους τον βοηθά να ψυχολογεί τύπους ανθρώπων και στην καθημερινότητά του; Δεν νομίζω. Αυτό θα μπορούσε να είναι χαρακτηριστικό ενός ανθρώπου που είναι οξυδερκής και παρατηρητικός. Η δουλειά μας δεν έχει να κάνει τόσο με την ψυχολογία όσο με τη φαντασία. Δεν λέω ότι αποκλείεται, αλλά προσωπικά δεν νιώθω «ψυχολόγος».
– Τι είναι αυτό που απολαμβάνετε περισσότερο όντας ηθοποιός; Τη δυνατότητα να αλλάζεις λίγο τα δεδομένα της βραχείας καθημερινότητας. Είναι κάτι πολύ ζωντανό. Η μονοτονία του να πηγαίνει κανείς στο γραφείο του προσφέρει μια ισορροπία και μια ασφάλεια, αλλά από την άλλη βρίσκω γοητευτικό να κατεβαίνει μια παράσταση και να είσαι έτοιμος να παίξεις σε άλλη, με διαφορετικούς ανθρώπους. Υπάρχει μια συνεχής κίνηση. Κι εκεί καλείσαι να βελτιωθείς, να επικοινωνήσεις, να είσαι δημιουργικός, να βρεις αυτό που θέλεις να εκφράσεις.
– Δεν είναι μονότονο να παίζεις τον ίδιο ρόλο για μήνες και χρόνια; Εννοείται. Αλλά δεν είσαι μόνος. Επικοινωνείς με άλλον κόσμο κάθε φορά. Η μονοτονία σπάζει. Αλλιώς δεν θα άντεχες. Αν κλείνεσαι στον εαυτό σου και κίνητρό σου είναι να περιμένεις κάθε φορά να έρθουν να σε συγχαρούν, αυτή η μονοτονία μπορεί να σε τρελάνει.
-Πώς διαχειρίζεστε την αναγνωρισιμότητα; Ήρθε πολύ ήπια και γλυκά και τη διαχειρίζομαι με ταπεινό τρόπο. Φυσικά, με κολακεύει να με χαιρετούν στον δρόμο και μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάποιο ακραίο περιστατικό ενόχλησης. Θέλω να πιστεύω ότι είμαι άνθρωπος ήπιων τόνων για να προκαλέσω κάτι αρνητικό κι ότι έχω ξεφύγει από τον ναρκισσισμό. Βέβαια, ποτέ δεν είναι αργά για να παρασυρθεί κανείς σε τέτοιου είδους κακοτοπιές.