Η εγνωσμένου κύρους Κύπρια χορογράφος πιστεύει ότι η καλλιτεχνική δημιουργία είναι ένας τρόπος συμπόρευσης σ’ ένα ταξίδι ελευθερίας.
Το νέο χορογραφικό πόνημα του Αμφίδρομου Χοροθεάτρου «Eν κρυπτώ», που ανοίγει την αυλαία στο Διεθνές Φεστιβάλ Κύπρια 2022, εξερευνά τις συντεταγμένες ενός κοινού ταξιδιού επιστροφής στην «κανονικότητα». Για την Έλενα Χριστοδουλίδου η ανταλλαγή στην τέχνη είναι το μεγάλο διακύβευμα και το υπέρτατο όφελος. Τα πάντα, όπως και στη ζωή, πρέπει να λειτουργούν αμφίδρομα για να έχουν νόημα. Στη συνέντευξη που ακολουθεί εξηγεί τη βιοθεωρία της για τον μετα-πολιτικό ρόλο της τέχνης και μιλά για την ανάγκη να τολμήσουμε να εκτεθούμε. Παράλληλα, εξομολογείται τη βιωματική της σχέση με την έννοια των ορίων και των διαχωρισμών, αλλά και τη διαδικασία συμφιλίωσης ενός επαγγελματία της κίνησης με τον αδυσώπητο χρόνο.
– Τι κρύβεται πίσω από το «Εν Κρυπτώ»; Οι χορευτές στην πραγματικότητα γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται όταν μπαίνουμε στο στούντιο για πρόβες. Υπάρχει ήδη μια άτυπη εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Επιβάλλεται να γίνουν πρώτα αρκετές ασκήσεις εμπιστοσύνης. Δημιουργούμε με εργαλείο το σώμα και η διαδικασία περιλαμβάνει και αρκετά «ακροβατικά». Πρόκειται για κομμάτια κινησιολογικά και σωματικά δύσκολα, που απαιτούν δύναμη, εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση. Ο χορευτής καλείται να μπει σε μια διαδικασία ανταλλαγής ενέργειας, όπου υπάρχει δράση και αντίδραση.
– Ποια ήταν η αρχική ιδέα που μπήκε στο λευκό χαρτί; Αυτό που πάντοτε ωθεί μια δημιουργική διαδικασία είναι η ανάγκη. Η ανάγκη να μοιραστείς κάτι με το κοινό. Σ’ όλα τα έργα μου εμπνέομαι από ερεθίσματα που λαμβάνω στην καθημερινότητα. Έχουμε ένα ανοιχτό πεδίο. Στην πρόβα είναι όλα ρευστά. Η πρότασή μας είναι εμπνευσμένη από τις απειλές και τους περιορισμούς που έθεσε στη ζωή μας η συνθήκη της πανδημίας. Κατά βάση, τη στέρηση της ελευθερίας, που είναι ό,τι πολυτιμότερο μπορούμε να στερηθούμε. Η αρχική ιδέα δεν μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από τους απανωτούς εγκλεισμούς, τις διαδοχικές απειλές που ανακυκλώνονται, την ίδια την πανδημία, την κλιματική αλλαγή, τον πόλεμο κ.λπ.
– Ποιες είναι οι σημαντικότερες παρενέργειες από τη συνθήκη της πανδημίας; Πέρα από τον ολοκληρωτισμό που προκύπτει, είναι και μια διαδικασία αναψηλάφησης μέσα απ’ αυτά που βιώσαμε και διήρκησαν για μεγάλο διάστημα. Είδαμε τους ίδιους μας τους εαυτούς ν’ αλλάζουν. Επικράτησε ο φόβος, επιβλήθηκε μια απόσταση, ένα χάσμα μεταξύ των ανθρώπων. Σταματήσαμε ν’ αγγίζουμε ο ένας τον άλλο, να πιστεύουμε ο ένας στον άλλο. Είναι το τρίτο έργο που δημιουργώ κατά την περίοδο της πανδημίας, μετά το «Void Spaces» και το «Tension» και πραγματικά βλέπω με τα μάτια μου πώς έχουν επηρεαστεί οι ίδιοι οι χορευτές, οι επαγγελματίες του σώματος και της κίνησης, ακόμη και σήμερα που λίγο- πολύ έχουμε περάσει όλοι κόβιντ. Έχει επιδράσει στον τρόπο που σχετιζόμαστε ακόμη και μέσα στο στούντιο. Έχει πληγεί η ιδέα της άμεσης επαφής.
– Αυτό έχει επίδραση και στο αποτέλεσμα; Αναπόφευκτα. Είναι έντονο αυτό το αίσθημα. Στη διαδικασία που κάνουμε για να αποκτήσουμε εμπιστοσύνη, παρατηρώ νέες εμπειρίες και συνήθειες στα σώματα. Είμαστε πιο σφιγμένοι. Δεν το έχουμε ξεπεράσει. Υπάρχει μια απόσταση. Στη δική μας τέχνη αυτό είναι ακόμη πιο χτυπητό.
– Τι αφορά το «Εν Κρυπτώ»; Φέρνει στο φως μικρές καθημερινές κρυμμένες ιστορίες. Στιγμές ανθρώπινες που ισορροπούν μεταξύ του φωτός και του σκότους. Όλα αυτά που προσπαθήσαμε να κρατήσουμε καλά σφραγισμένα, επειδή δεν θέλαμε να εκτεθούμε, δεν θέλαμε να μαθευτεί η αλήθεια αυτών που κουβαλάμε. Κρυμμένες αλήθειες, κρυμμένες πτυχές του εαυτού μας. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις αλήθειες μας κι όλα όσα τολμούμε να εκθέσουμε. Είναι η μοναξιά. Είναι μια καθημερινότητα που αποκρύπτει την πραγματική εικόνα. Είναι ένα ψεύτικo χαμόγελο στην κάμερα που κρύβει έναν βαθύ πόνο, το κλάμα που ξεσπά μόνο όταν είμαστε μόνοι μας. Είναι η ενδοοικογενειακή βία που έχει αυξηθεί αισθητά στον καιρό της πανδημίας. Οι χορευτές πέρασαν από μια διαδικασία ν’ αποδεχτούν πρώτα ό,τι συμβαίνει στους ίδιους, πριν το μοιραστούν με το κοινό. Είναι απελευθερωτικό να μοιράζεσαι.
– Έχει χαθεί από τη ζωή μας ο ρομαντισμός; Έχουμε χάσει οριστικά πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Κινούμαστε πολύ επιφανειακά. Δεν υπάρχει βάθος στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην ουσία της καθημερινότητας. Οι εμπειρίες μας έχουν γίνει fast food. Περνούν με ταχύτητα και τις καταναλώνουμε στο πόδι. Μοιάζει με μια εικονική πραγματικότητα όλο αυτό. Έχουμε βουλιάξει μέσα στην εικόνα και αντί να νιώθουμε, απλώς αφομοιώνουμε. Είναι λες και φοβόμαστε να νιώσουμε. Δεν εμβαθύνουμε ούτε στις σχέσεις μας με τους άλλους, αλλά ούτε στην ίδια μας την ύπαρξη.
– Φοβόμαστε ή ξεμάθαμε να νιώθουμε; Ίσως ξεμάθαμε. Πιστεύω ότι αν δεν υπήρχε η πανδημία κάτι άλλο θα ερχόταν που θα σταματούσε αυτή την ξέφρενη ροή του χρόνου. Ήταν αναπόφευκτο. Κάποια στιγμή πρέπει να κάνεις μια μικρή παύση και ν’ αναλογιστείς τη σημασία και την ουσία της ζωής. Να αναλογιστείς τι συμβαίνει και στον υπόλοιπο κόσμο, έξω από το ασφαλές, πλαστικοποιημένο καβούκι σου. Γι’ αυτό θεωρώ ότι ο χρόνος που αφήνουμε να φεύγει μέσα από τα δάχτυλά μας είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Πρέπει να δίνουμε στη ροή τις απαραίτητες παύσεις συνειδητότητας.
– Στην Κύπρο απέχουμε απ’ όσα συμβαίνουν στον υπόλοιπο κόσμο; Δεν είμαστε επαρκώς συγχρονισμένοι. Όλα καταφθάνουν με χρονοκαθυστέρηση και φιλτραρισμένα. Το ένιωθα έντονα αυτό από τον καιρό που επέστρεψα. Πίστευα πως με την τεχνολογία και το φαινόμενο του Παγκόσμιου Χωριού τα πράγματα θα προχωρούσαν, ωστόσο εξακολουθούμε να ζούμε στη δική μας φούσκα, τον δικό μας αντιδραστικό μικρόκοσμο. Ανακυκλωνόμαστε, τρεφόμαστε από τις σάρκες μας. Ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, η ημιμάθεια δηλητηριάζουν τον ιστό. Κοιτάζεις τριγύρω κι έχεις την αίσθηση ότι οι υπόλοιποι ζουν το όνειρό τους. Υπάρχει μια συγκάλυψη, μια μυστικοπάθεια, σαν να θέλουμε ν’ απομονώσουμε και να ξορκίσουμε οτιδήποτε δεν είναι αρεστό. Να το κρατήσουμε μακριά από τα βλέμματα, καλά κρυμμένο.
– Δεν ισχύει το «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον» σε μια μικρή κοινωνία; Κι όμως. Είναι μικρή κοινωνία, αλλά κλειστή. Υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές και θολά σημεία που καθιστούν ευκολότερο το να κρύβεις πράγματα. Όσο πλησιάζεις και αναμετριέσαι μ’ αυτές τις γραμμές, τόσο διακρίνεις τα άσχημα και άγρια που συμβαίνουν. Οι περισσότεροι πάντως δεν πλησιάζουν τα όρια. Αρκούνται και βολεύονται στο κυρίαρχο αφήγημα. Κάθε εξουσιαστικό στοιχείο αναπαράγει και επιβάλλει ειδήσεις, στάσεις, τάσεις, θέσεις. Υπάρχει χειραγώγηση. Δεν υπάρχει ελευθερία. Το νιώθουμε ακόμη εντονότερα ΑΚΡΙΒΩΣ επειδή ζούμε σε μικρό τόπο.
– Η τέχνη μπορεί να συμβάλλει στην αλλαγή του τοπίου που περιγράφεις; Αισθάνομαι περήφανη που υπηρετώ έναν τομέα που συμβάλλει στη χειραφέτηση του ανθρώπου. Η τέχνη μάς απελευθερώνει. Είναι ένας τρόπος να συμπορευτούμε με το κοινό σ’ ένα ταξίδι ελευθερίας. Γι’ αυτό θέλουμε να μοιραστούμε αυτά που δημιουργούμε. Ως θεατής, αισθάνομαι μια μετακίνηση, μια μεταβολή όταν παρακολουθώ κάτι που με συγκινεί. Όταν συν-κινείς τον θεατή καταφέρνεις να ξυπνήσεις μέσα του κάτι που πεθαίνει: το συν-αίσθημα. Είναι επαναστατικό αυτό. Γι’ αυτό και επιμένω να λέω ότι η τέχνη έχει έναν μετα-πολιτικό ρόλο. Δεν είναι απλώς ροζ φιογκάκια.
– Δεν βρίσκεται σε ανοδική πορεία ο χορός στην Κύπρο; Υπάρχει πλέον ένας μεγάλος αριθμός χορευτών και δασκάλων χορού, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι λέει απόλυτα την αλήθεια σε σχέση με την ανάπτυξη της τέχνης μας. Η ποσότητα δεν εγγυάται την ποιότητα. Οπωσδήποτε, είναι θετική εξέλιξη το ότι ασχολούνται περισσότεροι άνθρωποι με το αντικείμενο. Αλλά, αν πρέπει να μιλήσουμε ουσιαστικά για την ανάπτυξη της τέχνης του χορού θα πρέπει να πάμε στα βασικά και να διαπιστώσουμε τη γενικότερη έλλειψη πολιτιστικής στρατηγικής, ή πολιτικής γνώσης, ή και πρόθεσης για έναν μακρόπνοο σχεδιασμό. Τα τελευταία χρόνια έχουν χτιστεί κάποια πράγματα, αλλά από ένα σημείο και μετά οι δομές ανακυκλώνονται και οι χορηγίες παραμένουν εδώ και καιρό οι ίδιες. Νιώθω ότι δεν έγινε το επόμενο βήμα.
– Δεν γεννά προσδοκίες προς αυτή την κατεύθυνση η ίδρυση Υφυπουργείου Πολιτισμού; Eλπίδες και προσδοκίες υπάρχουν πολλές. Είναι σημαντικό από μόνο του να γνωρίζεις ότι υπάρχει μια δομή που αγκαλιάζει τι τέχνες. Όμως, πρέπει να υπάρξει βούληση και προσεκτικός και εμπνευσμένος σχεδιασμός για να δούμε αποτελέσματα.
– Πώς βίωσες την περίοδο της πανδημίας σε προσωπικό επίπεδο; Κάποια στιγμή ένιωσα μια τεράστια μοναξιά γιατί επέμενα να έρχομαι σ’ έναν χώρο που απλά ήταν ένα κουφάρι, δίχως ανθρώπους. Ήταν πιεστικό, για τον λόγο ότι τρέχουμε έναν πολιτιστικό χώρο που δεν είναι ιδιόκτητος, το Εγκώμιο, που είναι και η βάση του Αμφίδρομου Χοροθέατρου. Υπάρχει μια σχολή που στηρίζει την ύπαρξή του. Ο χώρος δεν στηρίζεται από το κράτος και η απουσία εσόδων που θα διατηρούσαν ζωντανό τον χώρο αυτό το νεκρό διάστημα, μάς έφερε στα όριά μας. Κάποια στιγμή ένιωσα πως κάτι θα τελείωνε, ότι επέρχεται κάποιο τέλος και θα έπρεπε να ξεκινήσουμε από την αρχή.
– Φοβάσαι τις νέες αρχές; Είμαι προετοιμασμένη για κάθε νέα αρχή ακόμη και σήμερα. Στη ζωή μου υπήρξαν πάρα πολλοί κύκλοι που έκλεισαν. Το ζητούμενο είναι να βρίσκεις ερεθίσματα που σε εμπνέουν.
– Μήπως το υπέρτατο κίνητρο και ερέθισμα είναι ο φόβος της ακινησίας; Λατρεύω την ακινησία, δεν τη φοβάμαι. Κουβαλά μια αστείρευτη εσωτερική ενέργεια. Οι πιο έντονες στιγμές στη ζωή και σε μια παράσταση, οι πιο φορτισμένες, αυτές που γεννούν την ένταση, είναι συνήθως οι στιγμές της ακινησίας. Τότε τα σώματα διοχετεύουν μια εσωτερική ενέργεια με τέτοια δυναμική που η συνθήκη της ακινησίας αποκτά νόημα και ταυτόχρονα νοηματοδοτεί την κίνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο σόλο μου, το «Fear of Silence» και το «Stillness Against Silence» διερευνούν αυτή τη θεματική. Υπάρχει εκεί μια πηγή δύναμης, μια δυνατότητα συσσώρευσης ενέργειας.
– Άρα σου αρέσει και η σταθερότητα; Όχι, απαραίτητα. Η ζωή μας είναι ένας κύκλος κι η σταθερότητα μάς αποτελματώνει, μάς καθιστά μηχανές. Προσπαθώ να κάνω μικρές κινήσεις που αναταράσσουν την αταραξία της αδράνειας στη ζωή μου. Αλλιώς, βαριέμαι φρικτά. Οι νέες αρχές αποτελούν πρόκληση. Το άγνωστο σού προσφέρει μια αίσθηση, μια επιβεβαίωση ότι είσαι ζωντανός κι ότι υπάρχει λόγος ύπαρξης.
– Η ενασχόλησή σου με τον χορό είναι ιδιοσυγκρασιακή; Πώς ξεκίνησε; Όταν ήμουν μικρή, στα οκτώ μου, υπήρχε μια σχολή χορού δίπλα στη δουλειά της μαμάς μου. Απλά μια μέρα πήγα μόνη, είδα ένα μάθημα και είπα ότι θέλω να ξεκινήσω κλασικό μπαλέτο, όπως τα πιο πολλά κοριτσάκια τότε. Συνειδητοποίησα αμέσως ότι η κίνηση μου κέντριζε το ενδιαφέρον. Αργότερα βρήκα εκεί μια διέξοδο από τη μελαγχολία και τη βαρεμάρα της εφηβείας. Μού πρόσφερε ισορροπία.
– Ήσουν μελαγχολική στα παιδικάτα σου; Κουβαλούσα τη μελαγχολία από τον πόλεμο. Φύγαμε από το πατρικό μου στην Πράσινη Γραμμή του Αγίου Δομετίου και πήγαμε στον Άγιο Ανδρέα. Ο χορός ήταν το αποκούμπι μου. Το να μεγαλώνεις σ’ έναν τόπο χωρίς πολλά ερεθίσματα, μ’ ένα βαρύ κλίμα να σε τυλίγει, είναι κάτι που σ’ επηρεάζει. Ξεκίνησα ως τερματοφύλακας ποδοσφαίρου επειδή ζούσα σε μια γειτονιά με πολλά αγόρια. Εκείνο που θυμάμαι πιο έντονα από τα παιδικά μου χρόνια είναι ότι μεγάλωσα δίπλα σ’ ένα όριο. Κουβαλώ συνεχώς την κατάσταση της διαχωριστικής γραμμής, την οποία έχω «μεταφράσει» πολλές φορές σε τέχνη. Τα έργα μου έχουν να κάνουν με γραμμές και όρια, φυσικά και τεχνητά, δηλαδή όρια που θέτουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Πιστεύω ολόψυχα ότι δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος για τίποτα στην Κύπρο όσο υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές. Είμαστε μικρός τόπος για να τον μικραίνουμε ακόμη περισσότερο.
– Πότε αποφάσισες να ασχοληθείς επαγγελματικά; Τελειώνοντας το λύκειο έφυγα στην Αμερική, να σπουδάσω διερμηνέας. Όταν βρέθηκα εκεί, από το πρώτο τρίμηνο άλλαξα την ειδικότητά μου σε χορό και βρέθηκα στη Νέα Υόρκη στη Σχολή της Martha Graham. Έτσι ξεκίνησε ένα ταξίδι που ήταν ολοκληρωτικό για μένα. Κατόπιν γνώρισα τη Ραλλού Μάνου, μετακινήθηκα στην Αθήνα και σπούδασα στη σχολή της, χόρεψα στο Ελληνικό Χορόδραμα, μετά διδάχτηκα χορογραφία στο Trinity Laban του Λονδίνου, ασχολήθηκα με την πολιτιστική διαχείριση. Αφιέρωσα πολλά χρόνια για να εμβαθύνω σε κάτι που με αφορά και μ’ ενδιαφέρει. Δεν αρκεί βέβαια να ενημερώνεσαι συνεχώς για το αντικείμενό σου. Πρέπει να έχεις και τις κεραίες σου ανοιχτές για ό,τι συμβαίνει γύρω σου.
– Αυτό που κάνεις τώρα απέχει από την πορεία που είχες ονειρευτεί όταν ξεκινούσες; Δεν ονειρεύτηκα κάτι. Απλά σχεδίαζα. Κι ήταν μάλλον βραχυπρόθεσμα πάντοτε τα σχέδιά μου, σύμφωνα με την ανάγκη που ένιωθα για δημιουργία τη συγκεκριμένη εποχή.
– Αισθάνεσαι ότι είχες περισσότερα να δώσεις καλλιτεχνικά; Και να δώσω και να πάρω. Η ανταλλαγή στην τέχνη είναι το μεγάλο διακύβευμα και το υπέρτατο όφελος. Είναι οι συνθήκες τέτοιες που εξαρχής δημιουργείς υπό περιορισμούς και συχνά αναγκάζεσαι να κάνεις εκπτώσεις σε μια ιδέα, την εξέλιξη και την ολοκλήρωσή της. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν προκύπτουν αμέτρητες ουσιαστικές στιγμές σ’ αυτό που κάνεις.
– Είναι η σκηνή καθρέφτης της πλατείας; Η σκηνή πρέπει να μπορεί να σπάζει τον καθρέφτη της πλατείας. Ιδανικά, θα έπρεπε να μπορούμε να κλονίσουμε τον ναρκισσισμό του θεατή μετά από κάθε παράσταση, για να κοιτάξει πιο ουσιαστικά, πιο βαθιά μέσα του.
– Αυτό ισχύει μόνο για τον θεατή ή και για τον καλλιτέχνη; Οι πραγματικοί καλλιτέχνες, που περνούν από έναν ουσιαστικό τρόπο δουλειάς και δεν σταματούν να ενημερώνονται, να διαβάζουν, να μαθαίνουν, να ακούν και να μοιράζονται, θέλω να πιστεύω ότι ανήκουν στην ελίτ μιας κοινωνίας. Αν και δεν αντιμετωπίζονται έτσι. Είναι η πρωτοπορία μιας κοινωνίας, μια δύναμη προόδου. Πρεσβεύουν κάτι πιο βαθύ ως άνθρωποι.
– Είναι υπεράνθρωποι, δηλαδή; Δεν είναι κοινοί θνητοί; Οι καλλιτέχνες δεν είναι ελιτιστές. Είναι απλοί άνθρωποι που όμως μαθαίνουν πρώτα απ’ όλα να μην κοροϊδεύουν τον χρόνο. Όταν δημιουργείς αισθάνεσαι την πραγματική έννοια και επίδραση του χρόνου. Ειδικά οι χορευτές, που έχουμε να κάνουμε με το σώμα μας. Προσωπικά, νιώθω κάθε στιγμή που περνά. Την αισθάνομαι στο σώμα μου, στο μυαλό, στην ψυχή μου.
– Τι σημαίνει αυτή η παρέλευση του χρόνου, η σωματική φθορά για έναν επαγγελματία της κίνησης; Είναι ανελέητο το πέρασμα του χρόνου. Είναι οδύνη και πόνος. Οι άνθρωποι του χορού, που δουλεύουν με τη ζωντάνια του σώματος ή την καταπόνηση νιώθουν καθημερινά την παρέλευση. Από την άλλη, ο πόνος είναι μια υπενθύμιση ότι είμαστε ζωντανοί. Είναι φυσικό καθώς περνά ο χρόνος πάνω από ένα σώμα αυτό να χάνει κάποιες δυνατότητες. Με τον καιρό βρίσκεις άλλους τρόπους να παραμείνεις συνδεδεμένος μ’ αυτό που αγαπάς κι έχει ουσία για σένα. Μαθαίνεις να εξοικονομείς ενέργεια χωρίς να αναλώνεσαι σε πράγματα χωρίς ουσία.
– Δεν συμφιλιωνόμαστε κάποια στιγμή με τον χρόνο; Με τον χρόνο συμφιλιωνόμαστε κάθε μέρα όσο είμαστε ζωντανοί. Σκέφτομαι τον εαυτό μου και πώς έχει αλλάξει μέσα στα χρόνια, τι έχω χάσει, τι έχω ανακαλύψει. Γιατί ανακαλύπτεις και νέες δυνατότητες. Δηλαδή, τι να πω; Ότι είναι σύμμαχος ο χρόνος; Τον σεβόμαστε κι είναι λυτρωτικό να μπορούμε σήμερα να συζητάμε για όσα κάναμε στην πορεία. Δεν θα πω ότι είναι εχθρός ή φίλος, αλλά σίγουρα είναι κάτι μέσα στο οποίο κινούμαστε αενάως.
- INFO «Εν Κρυπτώ», 6/9 Λευκωσία, Δημοτικό Θέατρο, 8/9 Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο, 8.30μ.μ. tickethour.com.cy & στα γραφεία της ACS
Ελεύθερα, 28.8.2022