Η πρώτη εικόνα που έχουν οι ταξιδιώτες φτάνοντας στο αεροδρόμιο της Λάρνακας, είναι μια σειρά με έργα της Μικέλλας Ψαρά στον χώρο των αφίξεων. Με βάση της την πόλη του Ζήνωνα, η γνωστή εικαστικός διαγράφει μια δυναμική πορεία στην εικαστική σκηνή της Κύπρου με εκθέσεις που παρουσιάζει κυρίως στη Λευκωσία. Μια εικόνα για το σύνολο του έργου της έχουμε για πρώτη φορά στη Δημοτική Πινακοθήκη της πόλης της, και με αυτή την αφορμή κάνουμε ένα flash back σ’ αυτή τη γόνιμη διαδρομή που έχει στραμμένο το βλέμμα στο μέλλον.

Πώς έχει επιδράσει στο έργο σου το ότι ζεις και δημιουργείς στη Λάρνακα;

Εκεί γεννήθηκα και μεγάλωσα, οπότε είχα πολλά ερεθίσματα. Στην αρχή ζωγράφιζα παλιά σπίτια  της Λάρνακας, αλλά έπειτα η Αλυκή έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δουλειά μου. Δεν είναι μόνο το νερό και ο βιότοπος, είναι ο αρχαίος οικισμός που υπάρχει εκεί, είναι το  τέμενος, το Σταυροβούνι που μου αρέσει πολύ. Και στην Ελλάδα όπου σπούδασα, η διπλωματική μου εργασία αφορούσε τοπία της Λάρνακας. Βέβαια, όλες μου οι ατομικές εκθέσεις έγιναν στη Λευκωσία που είχε τους εκθεσιακούς χώρους, όμως δεν έφυγα από τη Λάρνακα, εδώ είναι οι ρίζες μου, η γειτονιά μου που μου αρέσει.

Πώς είδες την πολιτιστική ανάπτυξη της Λάρνακας τα τελευταία χρόνια;

Η Λάρνακα εξελίχθηκε, έχει περισσότερους εκθεσιακούς χώρους. Ο κόσμος ενδιαφέρεται περισσότερο για την τέχνη και άρχισε να εκπαιδεύεται. Αυτό που με ικανοποίησε στην αναδρομική έκθεση που παρουσιάζω αυτή την περίοδο στη Δημοτική Πινακοθήκη, είναι ότι ο κόσμος συγκινήθηκε με τα ανεικονικά έργα. Πίστευα ότι καταλαβαίνουν ευκολότερα τα έργα με φιγούρες. Τελικά, ό,τι περικλείει αλήθεια αγγίζει το κοινό.

Στην αναδρομική σου έκθεση υπάρχει μια ενότητα με νέα έργα. Είναι συνέχεια της τελευταίας σου δουλειάς;

Είναι μια συνέχεια των έργων που έκανα το 2013, από κερί σε χαρτί. Πάντα μου αρέσει στη δουλειά μου να ψάχνω το καινούργιο. Μετά το 2013, είδα ότι με ενδιαφέρει η διαφάνεια και το φως που διαπερνά το κερί πάνω σε χαρτί. Την περίοδο του covid έκανα συχνά περιπάτους στην Αλυκή και οι εικόνες που έβλεπα με επηρέασαν ιδιαίτερα. Έχω κάνει μια εγκατάσταση με χειροποίητα  χαρτιά πάνω στα οποία αναπαριστώ εικόνες της Αλυκής με έμμεσο τρόπο. Τα μικρά και τα μεγάλα έργα με κερί έχουν να κάνουν με το νερό, τη διαφάνεια, τη ροή που υπάρχει στη φύση. Έκανα εγκατάσταση για πρώτη φορά. Είχα, βέβαια, βοήθεια από μια ομάδα ανθρώπων γι’ αυτή τη μεγάλη αναδρομική έκθεση. Θέλω με αυτή την ευκαιρία να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κόσμο που ήρθε στα εγκαίνια. Επίσης ευχαριστώ όλους τους συνδιοργανωτές – τον δήμο Λάρνακας και το υφυπουργείο Πολιτισμού, την ομάδα μου, τον επιμελητή της έκθεσης Ευαγόρα Βανέζη, τη φίλη και σύμβουλό μου Αντρέ Ζιβανάρη, την αρχιτέκτονα Νάταλι Σάββα που είχε την ευθύνη του σχεδιασμού και την Έλενα Χριστοδουλίδου η οποία μίλησε για το έργο μου.

Ας πάμε πίσω στον χρόνο και τα πρώτα ερεθίσματα που είχες για την τέχνη.

Η οικογένειά μου ανήκε στη μεσαία τάξη της Λάρνακας. Θυμάμαι ότι η δασκάλα μου είχε ξεχωρίσει ένα έργο μου από την πρώτη Δημοτικού. Λίγο πιο μεγάλη, πάλι στο Δημοτικό, όταν διάβασα σε περιοδικά για τη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, είπα ότι σ’ αυτή θέλω να πάω να σπουδάσω. Στο Γυμνάσιο, η γενιά μου είχε την τύχη να έχει νέους καθηγητές με φρέσκες ιδέες. Αυτό το προοδευτικό για την εποχή εκείνη σχολείο μάς έδωσε την ευκαιρία να λάβουμε μέρος σε διαγωνισμούς τέχνης. Ένιωθα από τότε καλλιτέχνης. Ο διευθυντής του σχολείου, θυμάμαι, μου ζήτησε να ζωγραφίσω τους ήρωες του 1821. Από τότε διάβαζα Ιστορία της Τέχνης, αγόρασα βιβλία για τον Λεονάρντο ντα Βίντσι και τον Ελ Γκρέκο. Διάβαζα πολύ και λογοτεχνία. Επίσης αντέγραφα έργα του Άλμπρεχτ Ντύρερ. Όλα αυτά που έβλεπα στα βιβλία τότε, αργότερα είχα την ευκαιρία να τα δω από κοντά στα μουσεία της Ευρώπης και να συγκινηθώ.

Μπήκες στην Καλών Τεχνών λίγο μετά την τουρκική εισβολή. Πόσο δύσκολο ήταν να περάσεις τότε στη Σχολή;

Στην Κύπρο δεν υπήρχαν εργαστήρια για να σε προετοιμάσουν για τη Σχολή Καλών Τεχνών. Είχα την τύχη να παρακολουθήσω μαθήματα και να προετοιμαστώ για τις εξετάσεις στην Αθήνα από ένα σπουδαίο καθηγητή, τον Βρασίδα Βλαχόπουλο. Τότε δεν υπήρχαν ξεχωριστές θέσεις για Κύπριους. Έδωσα μαζί με τους Ελλαδίτες και ήμουν ανάμεσα στους 50 που πέρασαν απ’ όλη την Κύπρο και την Ελλάδα. Ένιωθα σαν να ήμουν σ’ έναν παράδεισο.

Μαθήτευσες δίπλα σε σπουδαίους καλλιτέχνες. Πόσο σε καθόρισαν αυτές οι εμπειρίες;

Είχα την τύχη να έχω καθηγητές που δεν ήταν μόνο καλλιτέχνες αλλά και σπουδαίοι διανοούμενοι. Στο προκαταρκτικό πρώτο έτος έκανα μαθήματα με τον Δημήτρη Μυταρά και έπειτα συνέχισα με τον Γεώργιο Μαυροΐδη, ενώ τον τελευταίο χρόνο μαθήτευσα στον Γιάννη Μόραλη. Η εμπειρία που απέκτησα κοντά τους ήταν μεγάλη. Στην Αθήνα άνοιξε ένας άλλος κόσμος για μένα, αφού πολύ σημαντική ήταν και η αλληλεπίδραση με τους συμφοιτητές μου οι οποίοι ήταν ταλαντούχοι, ενώ αργότερα κάποιοι έγιναν και οι ίδιοι καθηγητές στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ξεχώριζα τον Γιώργο Λάππα για τη δουλειά του. Λυπήθηκα που πέθανε τόσο νωρίς, όμως έκανε έργο που έμεινε.

Επέστρεψες στην Κύπρο τη δεκαετία του ’80. Πώς ήταν τότε τα πράγματα;

Υπήρχαν ακόμη τα σημάδια του πολέμου και της εισβολής. Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Το 1983 έκανα την πρώτη μου έκθεση στην γκαλερί Γκλόρια. Ήταν σημαντικό γεγονός για τη Λευκωσία, θυμάμαι ότι είχαν έρθει και πρέσβεις. Τα πράγματα βελτιώθηκαν στο τέλος της δεκαετίας, όταν άρχισαν να ανοίγουν και άλλες γκαλερί. Επίσης η Ελένη Νικήτα, διευθύντρια τότε των Πολιτιστικών Υπηρεσιών, έστελνε νέους καλλιτέχνες στις Μπιενάλε Νέων. Το 1989 έλαβα μέρος στην Μπιενάλε της Μπολόνια, μια εμπειρία – σταθμός στη ζωή μου. Επίσης η Μπιενάλε  του Καΐρου το 1996 ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία. Παράλληλα, γνωρίστηκα με άλλους καλλιτέχνες της ηλικίας μου όπως η Μαρία Λοϊζίδου, ο Θεόδουλος κ.ά.

Ποια θεωρείς την καλύτερη περίοδο για την τέχνη στην Κύπρο;

Σημαντική ανάπτυξη στα εικαστικά υπήρξε τη δεκαετία του ’90 – ώς το κούρεμα καταθέσεων το 2013. Τα πολιτιστικά ιδρύματα και ο κόσμος αγόραζαν έργα, υπήρχε μια οικονομική άνθηση. Εκτός από το υπουργείο Παιδείας και τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες, ακόμη και ο δήμος Λευκωσίας με την Άννα Μαραγκού έστελνε καλλιτέχνες σε διεθνείς συμμετοχές – είχε οργανώσει επίσης ένα διαγωνισμό στην Πύλη Αμμοχώστου. Εγώ έπειτα συνεργάστηκα με την γκαλερί Αργώ. Την ίδια εποχή άνοιξε και η Διάσπρο, που έδωσε νέα ώθηση στα εικαστικά. Είναι σημαντικό να υπάρχουν πολλοί και καλοί εκθεσιακοί χώροι.

Είσαι από τους καλλιτέχνες που αγαπούν πολύ τη φύση. Πώς επηρέασε το έργο σου;

Ο κήπος στο πατρικό μας σπίτι ήταν ο παράδεισος για μένα. Η απλότητα και φυσικότητα που θέλω να έχει η δουλειά μου, αντανακλά ως καλλιτεχνική έκφραση τη φύση. Με μαγεύει το θαύμα της και το μοιράζομαι με τις φίλες μου. Με την Αντρέ Ζιβανάρη, η οποία είναι καλή φίλη και σύμβουλός μου στα εικαστικά από το 1990, εκτός από την αγάπη μας για την τέχνη, μοιραζόμαστε την αγάπη μας για τη φύση. Οι επισκέψεις μας στα φυτώρια είναι μια ιεροτελεστία. Σε ένα πολιτιστικό κέντρο στο Παρίσι το 1994, είχα θαυμάσει τον κήπο του γιατί είχε μια απλότητα και φυσικότητα Μετά διάβασα ότι τον είχε δημιουργήσει ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, φυτεύοντας άγριους σπόρους που έφερε από το εξωτερικό. Ήταν δηλαδή ένα καλλιτεχνικό πρότζεκτ.

Όταν ταξιδεύεις, έχεις στα πλάνα σου καλλιτεχνικούς προορισμούς;

Ακόμη και σε ένα ελληνικό νησί να πάω για διακοπές θα επισκεφθώ το αρχαιολογικό μουσείο. Με συγκλόνισε το Μουσείο της Σαντορίνης αλλά και το Μουσείου του Ηρακλείου, με έργα Μινωϊκής Τέχνης. Στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης βλέπεις τον παγκόσμιο πολιτισμό. Όταν πήγα για πρώτη φορά στο Λούβρο, εκτίμησα πολύ την ελληνική τέχνη, έχουν τα πρωτότυπα. Νιώθω πολύ ωραία μέσα στα μουσεία. Με ενδιαφέρουν πολύ και σύγχρονες διοργανώσεις, όπως η Μπιενάλε Βενετίας και η Ντοκουμέντα στο Κάσελ. Στην πρώτη Ντοκουμέντα που πήγα, το 2002, είδα πολύ σπουδαία βίντεο. Δεν θα ξεχάσω το συγκλονιστικό βίντεο της Ιρανής Shirin Neshat για τις γυναίκες. Στην Ντοκουμέντα είδα για πρώτη φορά και το έργο της σπουδαίας Μόνα Χατούμ. Στο Πομπιντού είδα τα έργα του Ματίς που έβλεπα στα βιβλία της Ιστορίας της Τέχνης και με ενθουσίασαν. Μου αρέσουν επίσης οι ανθρωπιστές καλλιτέχνες όπως ο Τζιακομέτι, χωρίς να ξεχνώ τους παλιούς που άνοιξαν τον δρόμο, όπως ο Ρέμπραντ ή ο Λεονάρντο ντα Βίντσι… Συγκινήθηκα πολύ όταν είδα έργα του Ελ Γκρέκο στο μουσείο του Τολέδο.  Επίσης με συγκινούν τα κυπριακά και τα κυκλαδικά ειδώλια. Πολύ όμορφα ειδώλια είδα και στο μουσείο της Συρίας στη Δαμασκό. Η τέχνη από την πρώιμη εποχή ως τα γλυπτά του Παρθενώνα και τη σύγχρονη εποχή με ενδιαφέρει πολύ.

Το 2013 είχες τολμήσει να εκθέσεις σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, αμέσως μετά το κούρεμα καταθέσεων. Πώς βίωσες αυτή την εμπειρία;

Το κούρεμα έγινε στις 13 του Μάρτη και η έκθεσή μου άνοιξε μια βδομάδα αργότερα στην Αργώ. Θυμάμαι, ήμασταν όλοι σοκαρισμένοι. Κάποια πρόσωπα που ήρθαν στην έκθεση είχαν χάσει τα λεφτά τους, το λέω και ακόμα συγκλονίζομαι. Γνώριζα ότι ήταν δύσκολο να αγοράσει ο κόσμος έργα τη στιγμή που έχασε τα χρήματα μιας ζωής. Νιώθαμε όμως ότι πήραμε ο ένας από τον άλλο μια δύναμη. Τότε περιορίστηκε ο κύκλος εργασιών των Πολιτιστικών Ιδρυμάτων των Τραπεζών και ο κόσμος για πολύ καιρό σταμάτησε να αγοράζει έργα. Η τέχνη και η οικονομία είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Όμως οι καλλιτέχνες δεν σταμάτησαν να δημιουργούν και να νιώθουν την ανάγκη για έκφραση.

Το γεγονός ότι ήσουν εκπαιδευτικός και είχες μια οικονομική ασφάλεια, λειτούργησε απελευθερωτικά για το έργο σου;

Ναι, είναι αλήθεια ότι δεν χρειάστηκε να ζωγραφίσω κάτι που δεν με ενδιέφερε. Πάντα το ζητούμενο για μένα ήταν να εκφραστώ ελεύθερα. Αφότου διορίστηκα, κάθε πέντε χρόνια έκανα έκθεση. Μετά το 2013 πήρα μέρος σε σημαντικές ομαδικές εκθέσεις, αλλά δεν έκανα ατομική. Όμως ήμουν κάθε μέρα στο εργαστήριό μου, δημιουργούσα και παρακολουθούσα τις εξελίξεις στην τέχνη.

Τι έχεις πάρει ως δημιουργός από την Εκπαίδευση;

Μου άρεσε πολύ να διδάσκω τέχνη στους νέους. Είναι ένας ρόλος που πάντα αγαπούσα. Δεν είναι εύκολο, βέβαια, για έναν εικαστικό να είναι στα σχολεία. Στην Εκπαίδευση είχα μια οικονομική ασφάλεια, αλλά κάτι παίρνεις και κάτι χάνεις.

Πώς είδες την εξέλιξη της σύγχρονης τέχνης στην Κύπρο και τους νέους χώρους που έγιναν από καλλιτέχνες που παρουσιάζουν πιο εννοιολογικές δουλειές;

Οι νέοι χώροι που έγιναν και διευθύνονται από καλλιτέχνες, προσφέρουν θετικά στην τέχνη. Η νέα καλλιτεχνική γενιά της Κύπρου μπορεί να αντιμετωπίζει κάποιες δυσκολίες στην οικονομική επιβίωση, όμως πειραματίζεται και είναι ενήμερη για το τι γίνεται στο εξωτερικό. Επίσης οι νέοι έχουν την δυνατότητα να συνεργαστούν με μεγάλα μουσεία του εξωτερικού. Ο πολιτισμός ωστόσο χρειάζεται ένα μεγαλύτερο κονδύλι από το κράτος. Θα πρέπει να σημειώσω ότι το κούρεμα, αλλά και τα χρόνια του covid με κλειστές γκαλερί, ήταν πολύ δύσκολα για τους καλλιτέχνες.

Με το υφυπουργείο Πολιτισμού πιστεύεις ότι θα δοθεί νέα ώθηση στον πολιτισμό;

Αρχικά θα πρέπει να στελεχωθεί με περισσότερο προσωπικό το υφυπουργείο. Ίσως να δοθεί και μεγαλύτερο κονδύλι από το κράτος Ο πολιτισμός δεν είναι κάτι διακοσμητικό στη ζωή μας, είναι πολύ ουσιαστικός. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι νέοι καλλιτέχνες και να τιμηθούν οι πιο παλιοί που έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην κυπριακή τέχνη.

Έργα σου επιλέχθηκαν και εκτίθενται από το 2009 στο αεροδρόμιο Λάρνακας, σ’ ένα χώρο που τα βλέπουν χιλιάδες ταξιδιώτες. Τι σημαίνει για σένα αυτή η παρουσία;

Θα ήθελα να πω ένα ευχαριστώ στον Γιάννη Τουμαζή, επιμελητή του project. Αυτά τα έργα ήταν η εξέλιξη μιας ενότητας με σταυρόσχημα ειδώλια. Κάθε φορά που κατεβαίνω στο αεροδρόμιο και τα βλέπω, συγκινούμαι και νιώθω ευγνωμοσύνη που εκτίθενται εκεί.

Πιστεύεις ότι οι δήμοι πρέπει να ενθαρρύνουν τη δημιουργία έργων για δημόσιους χώρους; Συμφωνώ, αλλά θα ήταν καλά να συσταθούν επιτροπές από ειδικούς οι οποίοι θα επιλέγουν τα έργα. Όπως υπάρχει επιτροπή για την ανέγερση μνημείων, θα πρέπει αμερόληπτοι ειδικοί να αποφασίζουν και για τα έργα σε δημόσιους χώρους.

Η Λάρνακα είναι υποψήφια Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2030. Πιστεύεις ότι έχει καλές προοπτικές;

Εύχομαι τα καλύτερα για την υποψηφιότητα της Λάρνακας, σίγουρα η πόλη έχει πολλά να ωφεληθεί. Ακόμη και οι συζητήσεις που γίνονται, η προετοιμασία, η συμμετοχή του κόσμου, μόνο θετικά θα αφήσουν στην πόλη.

Πώς επέδρασε η τέχνη στην προσωπικότητά σου;

Με εξέλιξε ως άνθρωπο, η τέχνη είναι έκφραση του ψυχισμού μου. Της έχω αφιερώσει χρόνο από τη ζωή μου επειδή το θεωρούσα φυσικό. Πήρα μεγάλη χαρά από τη δημιουργία, αλλά και έδωσα μέσα από τα έργα μου. Θέλει χρόνο και μεγάλη αφοσίωση η τέχνη. Μεγάλη ικανοποίηση για μένα είναι όταν η δουλειά μου επικοινωνεί με άλλους ανθρώπους.

Λάρνακα, Δημοτική Πινακοθήκη. Η αναδρομική έκθεση «Light – Breathing» της Μικέλλας Ψαρά θα διαρκέσει ως τις 17 Ιουνίου.

Ελεύθερα 23.4.2023