Με τον πόλεμο, την κοινωνική παράμετρο της οικονομικής μετανάστευσης και τους γρήγορους ρυθμούς της σύγχρονης κοινωνίας καταπιάνονται τα διηγήματα του βιβλίου τσέπης του Γιώργου Παπακωνσταντίνου «Ημιτελές». Η συλλογή κυκλοφορεί σε νέα έκδοση, έχοντας μεταφραστεί παράλληλα στην τουρκική και την αγγλική γλώσσα. Κοινός παρονομαστής ο έρωτας που μένει ανεκπλήρωτος μ’ ένα ανοικτό χέρι στον αέρα. Μέσα από τα κείμενα και τις πολιτιστικές παρεμβάσεις του, ο ποιητής και συγγραφέας προσπαθεί να βοηθήσει στην ενίσχυση και εκπαίδευση της κουλτούρας του βιβλίου αλλά και της έκφρασης.
– Ποια δύναμη σε ωθεί μπροστά στη λευκή σελίδα; Θα έλεγα ότι πλέον είναι αδυναμία που με βάζει να γράψω. Δύο αδυναμίες πιο συγκεκριμένα. Από τη μια πλευρά είναι η ανάγκη να πω όσα βαραίνουν τον νου και ψάχνουν τρόπο να δραπετεύσουν από μέσα μου, να ησυχάσω. Από την άλλη όμως, είναι ο ρομαντισμός, ότι ακριβώς είναι μια λευκή σελίδα. Μια ευκαιρία για να ξεκινήσει μια νέα ζωή, ένα νέο ταξίδι ενός χαρακτήρα. Ιστορίες και ποιήματα άλλοτε καθημερινά, άλλοτε ξένα που κρύφτηκαν στο μέσα των ανθρώπων.
– Πιστεύεις ότι υπό μια έννοια όλα τα ανθρώπινα έργα είναι ημιτελή; Έργα, ιστορίες, έρωτες, πράξεις και ζωές πάντα θα μένουν ημιτελή. Όλα τα ανθρώπινα, διατηρούν μια ανολοκλήρωτη τάση. Γιατί έχουμε την πιο όμορφη ιδιομορφία σαν άνθρωποι, τη φαντασία της επόμενης μέρας, αυτού το υπέροχου αλλά κάποτε καταστροφικού «αν». Αν όλη μας τη ζωή δουλεύαμε μόνο ένα έργο, κάθε μέρα θα άλλαζε, όπως αλλάζουμε κι εμείς μέσα από τις εμπειρίες μας. Όμως αυτό που όλοι οι καλλιτέχνες και δημιουργοί χρειαζόμαστε κάποτε είναι αυτό το κλείσιμο μιας διαδικασίας, το «closure», για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο επόμενο. Αυτό που ως άνθρωποι πράττουμε, είναι να κλείνουμε ένα κύκλο για να ζήσουμε οτιδήποτε νέο μας περιμένει. Χωρίς ποτέ όμως να σημαίνει ότι ολοκληρώθηκε αυτό που είχαμε κλείσει.
– Ποιον ρόλο παίζει ο χώρος και ο χρόνος στην κατασκευή μιας ιστορίας; Αποφεύγω και τον χώρο και τον χρόνο. Οι ιστορίες χρειάζονται τις δικές τους ανάσες, εικόνες και ρυθμούς. Ιστορίες χάνονται στα βάθη των αιώνων, επιστρέφουν στο σήμερα και ξαναταξιδεύουν σε εποχές που ίσως δεν υπήρξαν ποτέ, με ένα μόνο όχημα – τη φαντασία του συγγραφέα στη δημιουργία και του ταξιδιώτη στην ανάγνωση. Προσωπικά, νιώθω ότι ο χώρος και ο χρόνος περιορίζουν την ανάπτυξη των διηγημάτων. Θέτουν όρια στο ταξίδι και με αφήνουν γειωμένο σ’ έναν κόσμο που οφείλει να ακολουθεί κανόνες. Λοιπόν, δεν είμαι των κανόνων!

– Υπό ποιες προϋποθέσεις υιοθετείς τον ρόλο του πεζογράφου και υπό ποιες του ποιητή; Παρ’ ότι σε όλα τα πεζογραφήματά μου εξακολουθώ να έχω εμβόλιμα ποίηση, είτε ομοιοκατάληκτη είτε ελεύθερη, γιατί τη θεωρώ κομμάτι της καθημερινότητας μιας πιο ελεύθερης κοινωνίας, εντούτοις ο πεζός λόγος προκύπτει όταν θέλω να χαθώ σε μια ιστορία. Όταν θέλω να ζήσω χίλιες άλλες ζωές και να νιώσω άλλα συναισθήματα που ίσως μου λείπουν. Αντίθετα, όταν τα συναισθήματα που νιώθω στην πραγματική ζωή, καταλαμβάνουν τη σκέψη και το χαρτί, τότε αλλάζω ρόλους και ο ποιητής βγαίνει να γράψει. Ο ένας είναι οι ζωές που κάποτε θέλω να ζήσω, ο άλλος είναι όσα ζω.
– Με ποιον τρόπο παρεισφρέει στη γραφή σου το δίπολο έρωτας-θάνατος; Η απώλεια ανθρώπων από τη ζωή μας, είτε αυτή είναι ενός χωρισμού, το τέλος μιας φιλίας ή ο θάνατος ενός αγαπημένου, αποτελεί το πιο έντονο συναίσθημα πόνου, το αντίθετο της ομορφιάς που βρίσκω στον έρωτα. Μετά από κάθε χωρισμό, έμαθα να θρηνώ. Να κρατώ όσα όμορφα πέρασα με τους ανθρώπους που μοιραστήκαμε για λίγο ζωή και να θρηνώ έναν νέο μικρό θάνατο, ακριβώς για όσα έμειναν ημιτελή, όπως είπαμε. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θρήνου, δημιουργήθηκε η απάντηση στον έρωτα, ο θάνατος. Ένα δίπολο που μπορεί να χωρέσει την απουσία στη ζωή μας. Οι πρωταγωνιστές των ιστοριών μου, ως καθημερινοί άνθρωποι, έχουν μια απολύτως καθημερινή ζωή. Μια ζωή που δεν μπορεί ποτέ να τα έχει όλα θετικά. Ο έρωτας κάποτε τελειώνει, άδοξα μεν, οριστικά δε. Οι άνθρωποι φεύγουν κι ο θρήνος είναι ένα μικρό κομμάτι της ζωής τους που τους εξανθρωπίζει. Βγαίνουν έξω από τα βιβλία και γίνονται τρωτοί και θνητοί όπως κι ο αναγνώστης και -πολύ περισσότερο- όπως ο συγγραφέας τους.

Τιμή: €5.00
Σελ. 76
Αυτοέκδοση