Πέντε χρόνια μετά το «Παρ’ Ολίγον», που έλαβε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, η πολυγραφότατη Μαρία Αβρααμίδου επιστρέφει στη διηγηματογραφία με τη συλλογή «Η ωραία ξαδέλφη». Στα 84 χρόνια της διατηρεί το πνεύμα, το κίνητρο και τη διεισδυτικότητα για ν’ αφηγείται ιστορίες, αντλημένες από τη ζωή και με έμπνευση συχνότατα την αγαπημένη της Κερύνεια. Περιεχόμενο αντλημένο από σύγχρονα θέματα, αναλυτικές περιγραφές, ζωντανοί δυναμικοί πρωταγωνιστές, μα και χαρακτήρες φαινομενικά δευτερεύοντες που όμως κερδίζουν αμέσως τη δική τους θέση στο κείμενο, συνθέτουν τη συλλογή. Η συγγραφέας διατηρεί και το στίγμα της, όπως το καλλιέργησε κυρίως μέσα από τη θεατρική γραφή.
-Πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τη λογοτεχνία; Η γενιά μου μεγάλωσε μ’ ένα βιβλίο στο χέρι. Δεν είχαμε διαδίκτυο, ούτε καν τηλεοράσεις. Ένα ραδιόφωνο είχε ο πατέρας μου, που αγόρασε με έκπτωση καθώς ήταν κυβερνητικός υπάλληλος της Αυτής Μεγαλειότητος. Θυμούμαι, στην Δ’ τάξη του Παγκυπρίου Γυμνασίου με Γυμνασιάρχη τον λατρεμένο μου Κωνσταντίνο Σπυριδάκι, να έχω γραπτά με μάθημα τα αρχαία ελληνικά που λάτρευα και το βράδυ, μ’ ένα κερί κάτω από τα σεντόνια, να διαβάζω το «Έγκλημα και Τιμωρία» για να μη με πάρουν είδηση οι γονείς μου. Πριν τελειώσω το Παγκύπριο Γυμνάσιο –πανεπιστήμιο δεν πήγα- είχα διαβάσει ολόκληρο τον Ντοστογιέφσκι κι όποιον Έλληνα ή ξένο σημαντικό συγγραφέα. Την Πηνελόπη Δέλτα τη διάβασα όλη στο Δημοτικό από τη μεγάλη και σπουδαία βιβλιοθήκη του φίλου Δώρου Χρίστη.
–Από πού αντλείτε ιδέες για τις ιστορίες και τους χαρακτήρες σας; Ξεκίνησα ουσιαστικά να γράφω μετά τα 40 μου. Υπάρχει για όλους ένα έναυσμα, ένα κίνητρο, ένα συντριπτικό γεγονός. Προσπάθησα να βρω την ελπίδα μέσα από τη δυστυχία. Εγώ, λοιπόν, δεν είμαι συγγραφέας. Απλώς γράφω ιστορίες. Η ζωή μου είναι μια ανάμνηση. Όπως είπε και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, η ζωή δεν είναι όπως τη ζεις, αλλά όπως τη διηγείσαι. Κι έχω ζήσει αρκετά για να μπορώ να διηγηθώ. Για να δημιουργήσει κανείς, πρέπει να ζήσει. Κι εγώ έζησα. Η πύρινη ρομφαία του Θεού διαπέρασε την καρδιά μου. Όταν έγραψα τη νεανική νουβέλα «Γράμμα στον μοναχικό αδελφό» (1986), τότε ξέφυγα πια από τον κύκλο της τραγωδίας και συνέχισα να δημιουργώ.
–Γιατί λέτε ότι δεν είστε συγγραφέας; Γιατί έχω συναίσθηση της ματαιότητας. Τι είμαι εγώ μπροστά σ’ όλους αυτούς τους μεγάλους συγγραφείς, τους ογκόλιθους της λογοτεχνίας; Το ξαναλέω: όχι, δεν θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα. Απλώς, έζησα πολλά και αφηγούμαι ιστορίες. Ιστορίες φανταστικές, που όμως έχουν δόση αλήθειας. Για παράδειγμα, έζησα τα παιδικά μου χρόνια σε μια μαγική πόλη, την Κερύνεια με τους ωραίους κήπους με τ’ ανθισμένα γιασεμιά, τους κόκκινους κρίνους και τις βιολέτες της μάνας μου. Από εκεί και πέρα, έγραψα και θεατρικά γιατί διάβασα και ενθουσιάστηκα με τις αφηγήσεις. Καταβρόχθισα σχεδόν όλον τον Τσέχωφ. Μαγεύομαι κυριολεκτικά από το μυστικισμό που βασιλεύει στη σλάβικη ψυχή. Νομίζω ότι οι χαρακτήρες στα διηγήματα και τα θεατρικά μου είναι επηρεασμένοι από εκεί.
-Γιατί οι άνθρωποι αγαπούν τόσο τις ιστορίες, τις αφηγήσεις; Θέλουν να ξεφεύγουν από τον εαυτό τους και την καθημερινότητα. Να ενεργοποιούν τη φαντασία τους.
–Προτιμάτε τη φόρμα του διηγήματος; Δεν είναι ότι την προτιμώ, αλλά εκεί τα καταφέρνω καλύτερα. Βρίσκω πολύ δύσκολο το να γράψει κανείς μυθιστόρημα. Πρέπει να έχεις την ευχέρεια ενός Ντοστογιέφσκι, ενός Στάινμπεκ, ενός Τσίρκα. Για μένα είναι σημαντικό το στοιχείο της ανατροπής, του αναπάντεχου, αλλά και του ρυθμού. Το διήγημα έχει μια συμπύκνωση, μια περιεκτικότητα. Έχει τις δικές του απαιτήσεις. Στη δική μου περίπτωση το διήγημα εμπεριέχει εκείνο το «μέγεθος εχούσης» που περιγράφει ο Αριστοτέλης στον ορισμό της τραγωδίας.
–Πώς θα περιγράφατε τη δική σας διαδικασία γραφής; Για μένα το παν είναι η ατμόσφαιρα. Προσπαθώ πάντα να δημιουργήσω μια έντονη ατμόσφαιρα και «ζωντανούς» χαρακτήρες, ξεκάθαρους. Νομίζω ότι αν μη τι άλλο τα έργα μου έχουν ένα χαρακτηριστικό ύφος, αναγνωρίσιμο. Ίσως είναι που γράφω πάντα εκ βαθέων. Εξομολογητικά. Μια θεματική στην οποία επιστρέφω συχνά είναι η μοίρα. Νιώθω ότι έχω επηρεαστεί από την αρχαία τραγωδία και την αρχαία ελληνική γραμματεία, την οποία η γενιά μου τη μελετούσε βαθιά στο σχολείο. Αναλύαμε την Αντιγόνη, την Απολογία του Σωκράτη. Αντιγόνη λένε λ.χ. και τη βασική μου ηρωίδα στο θεατρικό μου έργο «Σκληρός Άγγελος». Δεν είναι τυχαίο αυτό.

Εκδ. Αρμίδα
Σελ. 58
Τιμή: €10.00
Ελεύθερα, 15.10.2023