Η χορογράφος Εύη Δημητρίου αντιλαμβάνεται την παράσταση ως ένα ζωντανό χώρο για να μοιραστούμε προσωπικές εμπειρίες.
Την κατάφαση που δείχνει τον δρόμο προς την αναγνώριση και την αποδοχή αναζητεί μέσα από τη νέα της πρόταση η Κύπρια χορογράφος, που έχει αξιοσημείωτη διεθνή παρουσία. Η νέα περφόρμανς της ομάδας Εν Δράσει με τίτλο «Say Yes! again and again» πραγματεύεται θέματα ταυτότητας με έμφαση στο φύλο και αποτελεί την εξέλιξη της έρευνας που ξεκίνησε με το έργο «Say Yes!». Δημιουργήθηκε σε συνεργασία με τους περφόρμερ Ελευθερία Σωκράτους, Μπας φαν ντερ Κρουκ και Ράνια Γλυμίτσα, που μοιράζονται προσωπικές εμπειρίες που τους διαμόρφωσαν και εξετάζει τη δυναμική του να λέμε ΝΑΙ στον εαυτό μας, στα θέλω μας και στις ανάγκες μας, ώστε η ευχαρίστηση να μπορεί να είναι μια προσβάσιμη πραγματικότητα για όλους.
–Σε ποια πράγματα πρέπει να επιμένουμε να λέμε «ναι» και σε ποια το «όχι» πρέπει να είναι πάντα η μόνη απάντηση; Το «ναι» (αλλά και το «όχι), έτσι όπως πραγματευόμαστε την έννοια της κατάφασης αλλά και κατ’ επέκταση της άρνησης στην παράστασή μας, σχετίζεται με τη διερεύνηση της ταυτότητάς μας, την αποδοχή του εαυτού μας, μέσα σε μια κοινωνία που μας επιβάλλει ποια είναι η ορθά αποδεχτή κοινωνική νόρμα. Το «ναι» λοιπόν σ’ αυτό το πλαίσιο είναι η άλλη πλευρά του «όχι». Αυτού του «όχι» που δεν μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε και να αποδεχτούμε τον πραγματικό εαυτό μας, που μας αποτρέπει από το να ορίζουμε εμείς οι ίδιοι τη ζωή μας. Από την άλλη, αυτό το «ναι» που αναζητούμε στην παράσταση είναι αυτή η κατάφαση που μας δείχνει τον δρόμο προς την αναγνώριση και την αποδοχή και είναι αυτός ο δρόμος που ανοίγει μπροστά μας νέες προοπτικές.
–Πού μάς οδηγεί μια κατάφαση που πηγάζει από μέσα μας; Μπορεί να μας καθοδηγήσει όχι μόνο στο τι είναι σωστό για εμάς προσωπικά, αλλά και κατ’ επέκταση για το είδος της κοινωνίας στην οποία θέλουμε να ζούμε. Μας ενδιαφέρει ένα «ναι» που έχει το βάρος μιας κοινωνικοπολιτικής αντίστασης, γιατί δεν συμβιβάζεται στα κοινωνικά πρότυπα, στερεότυπα ή νόρμες, αλλά πηγάζει από μια βαθιά αναζήτηση για το τι πραγματικά χρειαζόμαστε, από πού πραγματικά αντλούμε απόλαυση και χαρά, και για το πώς αυτό το «ναι» μπορεί να μεταδοθεί στην κοινωνία. Με λίγα λόγια, στην παράσταση αναζητούμε αυτό το «ναι» που στην ουσία μεγαλώσαμε μαθαίνοντας να το φοβόμαστε και να μην το ακούμε.
–Είναι πάντα οι προσωπικές αποφάσεις αυτές που μάς διαμορφώνουν και μάς καθορίζουν; Ο καθένας και η καθεμιά μαθαίνει να προσδιορίζει τον εαυτό του/ της με βάση την κοινωνία και τον κοινωνικό περίγυρο στον οποίο ζει. Οι αποφάσεις μας συχνά δεν είναι προσωπικές αλλά κοινωνικές. Γι’ αυτό μιλούμε στο έργο για την αντίστασή μας στην κοινωνική νόρμα, για στερεοτυπικές συμπεριφορές στις οποίες αντισταθήκαμε στην προσπάθειά μας να δούμε τις δικές μας ανάγκες. Στην παράσταση, οι τρεις περφόρμερ μοιράζονται με διάφορους τρόπους προσωπικές ιστορίες από τη ζωή τους, ως μια προσπάθεια να διερευνήσουν τις υποκειμενικότητες με βάση το φύλο, τις κανονιστικές πιέσεις και το πώς οι δικές τους προσωπικές αποφάσεις τους οδηγούν στο να πουν «ναι» στον εαυτό τους.
–Υπάρχει τρόπος να αλλάξουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο με ευχάριστο τρόπο; Θα έλεγα ότι αν μπορούμε να βρούμε τη δική μας ευχαρίστηση, αν καταφέρουμε να εναντιωθούμε στη ντροπή και την ενοχή που η κοινωνία πολλές φορές μάς επιβάλλει, σε σχέση με την αποδοχή του πραγματικού μας εαυτού, τότε μπορούμε να βιώσουμε τη ζωή μας διαφορετικά, πιο ολοκληρωμένα. Με ειλικρίνεια στα «ναι» μας, στις ανάγκες και επιθυμίες μας, είτε αυτό αφορά τις σχέσεις μας, τη δουλειά μας, το διάβασμα, τη μουσική, το σεξ. Με τον ίδιο τρόπο, με το να κατανοήσουμε ότι η ευχαρίστηση είναι μια προσβάσιμη πραγματικότητα για όλους και όλες– ανεξάρτητα από την εκάστοτε κατηγορία στην οποία μας κατατάσσει η κοινωνία,«γυναίκα», «ξένος», «τρανς», «queer», «άτομο με αναπηρίες» κ.λπ.– τότε αντιλαμβανόμαστε τον αντίκτυπο αυτής της στάσης και για το κοινωνικό σύνολο. Μετατοπίζοντας την προσοχή μας στην κατάφαση, η ευχαρίστηση και η ζωντάνια γίνονται μέσα κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής.

–Πώς αντιλαμβάνεσαι τον όρο «ακτιβισμός της ευχαρίστησης»; Πρωτοσυνάντησα τον όρο στο βιβλίο της Μαρί Μπράουν «Pleasure Activism: The politics of feeling good» (AK Press, 2019). Η συγγραφέας και ακτιβίστρια, έχοντας εμπνευστεί από μαύρες φεμινίστριες συγγραφείς όπως η Οντρ Λορντ και η Οκτάβια Μπάτλερ, δείχνει πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε την επιθυμία μας και να οργανωθούμε ενάντια στην καταπίεση, μέσω του ακτιβισμού της ευχαρίστησης.
–Μπορεί μια παράσταση να ξυπνήσει στον θεατή τη βαθιά επιθυμία για μια πιο γεμάτη ζωή; Σίγουρα μια παράσταση μπορεί να προβληματίσει, να εμπνεύσει, να σε ταξιδέψει συναισθηματικά, να θέσει ερωτήματα. Πιστεύω πως αν πραγματικά σε αγγίξει, μπορεί ακόμα και να γεννήσει μέσα σου την επιθυμία για μια πιο γεμάτη ζωή. Κάποιες φορές οι παραστάσεις μπορούν να αποτελέσουν έναν καθρέφτη για τον θεατή, για τη δική του ζωή. Πριν από μια παράσταση ο θεατής κάνει ένα συμβόλαιο με τον εαυτό του, ότι κατα τη διάρκεια του έργου δεν θα καταπιαστεί με τη δική του καθημερινότητα, άμεσα με τον εαυτό του, τη ζωή του κι όσα τον απασχολούν, αλλά θα αφεθεί να εισχωρήσει στις ζωές, σκέψεις, εικόνες κάποιων άλλων. Στον σύγχρονο και γρήγορο κόσμο στον οποίο ζούμε, η δέσμευση αυτή είναι πολύ σημαντική.
–Γιατί; Είναι σαν μια παύση, μια στάση στη ροή της δικής μας ζωής, που μάς επιτρέπει να εστιάσουμε εκ νέου στον εαυτό μας -π.χ. στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και νιώθουμε- και κατά κάποιο τρόπο μάς επιτρέπει να αναστοχαστούμε πάνω στην ίδια μας τη ζωή. Η εμπειρία αυτή είναι διαφορετική για τον καθένα και εντέλει όλα εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη παράσταση και το κατά πόσο ο θεατής θέλει να επενδύσει ψυχικά. Μιλώντας για μένα, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι υπήρξαν παραστάσεις που είχαν καταλυτική επίδραση πάνω μου, που με οδήγησαν σε άλλα μονοπάτια συναισθηματικά και πνευματικά.
–Πώς θα περιέγραφες το πνεύμα της δουλειάς σου; Ο τρόπος που δουλέψαμε για την παράσταση αυτή είναι βασισμένος σε μια ανοιχτή διαδικασία «emergence process», όπου ως χορογράφος προσφέρω ιδέες και κατευθύνσεις και αφήνω την ενέργεια της ομάδας να κατευθύνει το υλικό που θα δημιουργηθεί. Μ’ αυτό τον τρόπο, οι περφόρερ γίνονται και συνδημιουργοί. Μαζί τους και με τους συντελεστές διερευνούμε ιδέες που προτείνω και μέσω σκέψης, συζήτησης, κίνησης και πολλών αυτοσχεδιαστικών δομών δημιουργείται νέο υλικό. Αυτό το υλικό θα το μελετήσω ξανά, θα το δουλέψω εκ νέου σε σχέση με το όλο πλαίσιο της αρχικής ιδέας και της παράστασης και θα το επαναφέρω στην ομάδα για να ξαναδουλευτεί από κοινού. Έτσι δημιουργείται η τελική παράσταση.
–Τι είναι αυτό που σε καθοδηγεί σ’ αυτή τη διαδικασία; Καθ’ όλη τη διάρκεια, αυτό που με καθοδηγεί είναι πολλές φορές το απρόβλεπτο, το μη-αναμενόμενο, αυτό που δεν είχα σκεφτεί αρχικά, αυτό που γεννιέται μέσα από αυτή τη συλλογική διαδικασία. Είναι μία διαδικασία εύθραυστη και πολλές φορές επίπονη, που χρειάζεται να χτιστεί σ’ ένα περιβάλλον οικειότητας και δοτικότητας ανάμεσα στους συντελεστές, αφού συχνά μοιραζόμαστε πολύ προσωπικά βιώματα. Μ’ αυτόν τον τρόπο όλοι οι συντελεστές καταθέτουν ένα δικό τους προσωπικό κομμάτι στο έργο.
–Τι κρύβεται πίσω από αυτή τη διαδικασία; Μάλλον μια δική μου βαθύτερη ανάγκη, που δεν είναι άλλη από την επικοινωνία με το κοινό. Στην πορεία μου ως περφόρμερ και χορογράφου, αυτό που δεν έπαψε να με συγκινεί και να με κινητοποιεί είναι η δύναμη των παραστάσεων να μεταφέρουν και να επικοινωνήσουν στο κοινό θέματα που με απασχολούν προσωπικά αλλά κι ως μέλος της κοινωνίας. Εδώ και χρόνια δημιουργώ παραστάσεις που πραγματεύονται κοινωνικά θέματα γύρω από την ταυτότητα, το φύλο, τη μητρότητα, τη σεξουαλικότητα. Μέσα απ’ αυτές τις εμπειρίες συνειδητοποίησα ότι αντιλαμβάνομαι την «παράσταση» ως έναν ζωντανό χώρο διαμέσου του οποίου μπορούμε να μοιραστούμε τις προσωπικές μας εμπειρίες, τα πιστεύω μας, ν’ αμφισβητήσουμε κοινωνικές καταστάσεις και ταμπού, κάτι το οποίο μπορεί να επιφέρει μια προσωπική αλλά και ενδεχομένως μια συλλογική «μετακίνηση». Στη συνειδητοποίηση αυτή, έρχεται η ερώτηση για τον τρόπο που φέρνουμε αυτά τα θέματα στη σκηνή, πώς συνομιλούμε με το κοινό, με ποινο τρόπο τα θίγουμε. Ήταν λοιπόν συνειδητή η απόφαση σ’ αυτή την παράσταση να προσεγγίσουμε το πολιτικό με θετικότητα, ζωντάνια, με αγάπη προς τη ζωή, προς τους ανθρώπους που συνεργαζόμαστε και προς στους θεατές.
INFO «Say Yes! again and again», 27/12 Λευκωσία, Θέατρο Δέντρο, 8.30μ.μ. 99349716 Sold Out Tickets, 28/12 Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο (επί σκηνής), 6.30μ.μ. & 8.30μ.μ. 77777745 rialto.interticket
Ελεύθερα, 24.12.2023