Το αίτημά τους για τήρηση μέτρων ασφαλείας με στόχο την προστασία των ίδιων και των οικογενειών τους από εγκληματικές ενέργειες, επαναφέρουν οι δημόσιοι κατήγοροι, με αφορμή τις τελευταίες επιθέσεις κακοποιών στοιχείων σε βάρος δυο συναδέλφων τους, τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, αντίστοιχα.

Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Φ», μέσω διάφορων διαβημάτων με αποδέκτες τους επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας και επιστολής τους που, όπως πληροφορούμαστε, στάλθηκε στην Προεδρία της Δημοκρατίας στις 19 του περασμένου Ιανουαρίου, έθεσαν επιτακτικά το εν λόγω ζήτημα.

Στην επιστολή με αποδέκτη τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, επισημαίνουν την ανάγκη για λήψη μέτρων που θα αποσκοπούν στην ασφάλειά τους. Αναφέρονται, συγκεκριμένα, σε μέτρα όπως εγκατάσταση κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης (CCTV), συστημάτων συναγερμού, τοποθέτηση ειδικών περιφράξεων σε οικίες και αστυνόμευση.

Εντός του περασμένου μήνα, μάλιστα, αντιπροσωπία αποτελούμενη από δημόσιους κατηγόρους από διάφορες επαρχίες, διευθέτησαν και είχαν συνάντηση με ανώτατους αξιωματούχους της Νομικής Υπηρεσίας. Στην εν λόγω συνάντηση συμμετείχαν ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και δυο εισαγγελείς της Δημοκρατίας.

Από πλευράς των λειτουργών της Δικαιοσύνης τέθηκε και το ζήτημα της ασφάλειάς τους στη βάση γεγονότων και δεδομένων, με τα ανώτατα στελέχη της Γενικής Εισαγγελίας να δίδουν τη δέσμευση ότι τα αιτήματά τους θα προωθηθούν με στόχο αυτά να ικανοποιηθούν.

«Καθημερινά σε κίνδυνο»

Στην επιστολή τους προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, επεξηγείται γιατί τα τελευταία χρόνια τίθεται πολύ σοβαρό θέμα ασφάλειας. Μεταξύ άλλων σημειώνουν: « (…) ενώ αρχικά οι Δημόσιοι Κατήγοροι χειρίζονταν ποινικές υποθέσεις ενώπιον Επαρχιακών Δικαστηρίων, τουλάχιστον περί την τελευταία δεκαετία διεκπεραιώνουν επιπρόσθετα υποθέσεις ενώπιον Κακουργιοδικείων όπως και όλες τις υποθέσεις ενώπιον του Εφετείου τις οποίες έχουν χειριστεί σε πρωτόδικο επίπεδο. Σύμφωνα δε με το Σχέδιο Υπηρεσίας τους, οι Δημόσιοι Κατήγοροι της Νομικής Υπηρεσίας οφείλουν να παρουσιάζουν “οποιαδήποτε ποινική υπόθεση” τους ανατίθεται από τον Γενικό Εισαγγελέα “ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου στη Δημοκρατία”. Λόγω του ότι οι ποινικές υποθέσεις ενέχουν την πιθανότητα φυλάκισης των Κατηγορουμένων, οι οποίοι πολλές φορές έχουν ροπή προς το έγκλημα, αλλά και του γεγονότος ότι οι Δημόσιοι Κατήγοροι καλούνται να διαχειριστούν καθημερινά ένα τεράστιο όγκο ποινικών υποθέσεων, οι Δημόσιοι Κατήγοροι εκτίθενται καθημερινά σε κίνδυνο. Συγκεκριμένα, οι Δημόσιοι Κατήγοροι γίνονται δέκτες απειλών κατά της ζωής όχι μόνο των ιδίων αλλά και των οικογενειών τους, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές στις οποίες προκαλούνται ζημιές στις περιουσίες τους από εγκληματίες ακριβώς λόγω των ποινικών υποθέσεων που έχουν χειριστεί. Δηλαδή, η φύση αλλά και ο όγκος των ποινικών υποθέσεων επιφέρουν μαζί το χαρακτηριστικό της επικινδυνότητας για τους Δημόσιους Κατηγόρους που είναι εντεταλμένοι να τις προωθήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης».

Στην επιστολή γίνεται εκτενής αναφορά και στην βομβιστική επίθεση εναντίον της Δημόσιας Κατηγόρου της Εισαγγελίας Πάφου κατά τον Δεκέμβριο του 2023. Βάσει των όσων σημειώνονται, το εν λόγω συμβάν «αποτελεί σοβαρότατο παράδειγμα της επικινδυνότητας του επαγγέλματος των Δημοσίων Κατηγόρων, εφόσον απειλήθηκε άμεσα τόσο η ζωή της ίδιας όσο και των μελών της οικογένειας της. Ο δε τρόπος, τόπος και χρόνος που έγινε η επίθεση καταδεικνύει προσχεδιασμό από μέρους των δραστών, οι οποίοι φαίνεται να είχαν τα χειρότερα κίνητρα με την τοποθέτηση ειδικού εκρηκτικού μηχανισμού υψηλής ισχύος στην οικία της Δημόσιας Κατηγόρου κατά τη διάρκεια της νύχτας και ενώ εκείνη βρισκόταν στο σημείο της έκρηξης (…) Το γεγονός ότι η συνάδελφος επέζησε της έκρηξης ήταν καθαρά θέμα τύχης».

Αναφορά γίνεται σε «ανάλογη βομβιστική επίθεση που έχει συμβεί ξανά κατά το 2016 εναντίον άλλης Δημόσιας Κατηγόρου, η οποία ήταν επίσης τοποθετημένη στην Εισαγγελία της Επαρχίας Πάφου», αλλά και στο περιστατικό με τον εμπρησμό οχήματος συναδέλφου τους στις 16 Ιανουαρίου, επίσης, στην επαρχία Πάφου. Ταυτόχρονα, εκφράζεται απογοήτευση για το γεγονός ότι η Πολιτεία δεν έπραξε κάτι ουσιαστικό από το 2016, οπότε είχε τεθεί το ζήτημα της ασφάλειας των δημόσιων κατηγόρων: «Η Πολιτεία επί της ουσίας έμεινε άπρακτη εφόσον, ενώ είχαν συζητηθεί και τότε μέτρα προστασίας, εντούτοις κανένα από αυτά δεν υλοποιήθηκε μέχρι σήμερα».

Το θεωρούν άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μισθολογική αναβάθμιση

Στην επιστολή τους προς τον Πρόεδρο οι δημόσιοι κατήγοροι θέτουν και το θέμα με τη μισθολογική τους αναβάθμιση. Σημειώνουν χαρακτηριστικά: «Παράλληλα με το ζήτημα της ασφάλειας, τίθεται και το ζήτημα της αναβάθμισης της μισθοδοτικής κλίμακας των Δημοσίων Κατηγόρων. Τα δυο αυτά ζητήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, εφόσον η λήψη ενισχυτικών μέτρων σε αμφότερους τους τομείς οδηγεί στην ενδυνάμωση της ανεξαρτησίας των Δημοσίων Κατηγόρων, η οποία είναι απαραίτητη για την απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης».

Μάλιστα, επιχειρηματολογούν, αναφερόμενοι σε συστάσεις που είχαν γίνει από ξένους εμπειρογνώμονες. Οι τελευταίοι, με βάση τα όσα σημειώνονται, είχαν αναδείξει την ανάγκη για μισθολογική αναβάθμιση των δημόσιων κατηγόρων, όμως οι συστάσεις τους αξιοποιήθηκαν για να αναβαθμιστούν άλλα στελέχη της Νομικής Υπηρεσίας. Είναι αρκούντως κατατοπιστικά τα όσα αναφέρονται στην επιστολή: «Παρά τις συστάσεις των ανεξάρτητων Ιρλανδών εμπειρογνωμόνων ,αλλά και κυριότερα τις συστάσεις της GRECO, στις οποίες οφείλει να ανταποκριθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, μέχρι σήμερα οι μισθοδοτικές κλίμακες των Δημοσίων Κατηγόρων δεν έχουν αναβαθμιστεί ως έπρεπε. Σύμφωνα με την υφιστάμενη δομή του Τμήματος Δημόσιων Κατηγόρων υπάρχουν 4 θέσεις Ανώτερων Δημόσιων Κατηγόρων (Κλίμακα Α13), 13 θέσεις Δημόσιων Κατήγορων A΄ (Κλίμακα Α11) και 21 θέσεις Δημόσιων Κατηγόρων (Συνδυασμένες Κλίμακες Α8-10-11), σύνολο δηλαδή 38 άτομα μόνιμο προσωπικό. Οι αναφερόμενες κλίμακες συνιστούν άνιση μεταχείριση των Δημόσιων Κατηγόρων συγκριτικά με τους Δικηγόρους της Δημοκρατίας, οι οποίοι ανέρχονται σε συνολικά 122 άτομα μόνιμο προσωπικό. Συγκεκριμένα, οι κλίμακες εισδοχής των Δικηγόρων της Δημοκρατίας ξεκινούν από τις Συνδυασμένες Κλίμακες Α9-11-12 και οι κλίμακες προαγωγής τους έχουν εξομοιωθεί με αυτές των Επαρχιακών Δικαστών στη βάση των συστάσεων της GRECO, οι οποίες όμως συστάσεις αφορούσαν αποκλειστικά τους Δημόσιους Κατηγόρους. Δηλαδή, οι εν λόγω κλίμακες προαγωγής των Δικηγόρων της Δημοκρατίας έχουν αναθεωρηθεί ως ακολούθως: Δικηγόροι της Δημοκρατίας Δ΄ από την Κλίμακα Α13 στην Α16, Ανώτεροι Δικηγόροι της Δημοκρατίας από τις κλίμακες Α15 και Α16 στον πάγιο μισθό των €92.858 και Εισαγγελείς της Δημοκρατίας από την κλίμακα Α16 στον πάγιο μισθό των €96.665. Είναι δε προφανές ότι οι υφιστάμενες κλίμακες των δημόσιων κατηγόρων δεν παρέχουν μισθούς και προοπτικές ανέλιξης που να αρμόζουν στο λειτούργημα που επιτελούν. Δεν νοείται το κράτος να έχει τόσες απαιτήσεις από τους δημόσιους κατήγορους, να τους θεωρεί “Δημόσιες Αρχές, οι οποίες ενεργούν για λογαριασμό της κοινωνίας και για το Δημόσιο Συμφέρον”, ενώ το κράτος να είναι αβάσιμα, ανεπίτρεπτα και αποθαρρυντικά φειδωλό στους μισθούς και την αναβάθμιση των δημόσιων κατηγόρων».