Η ιστορία είναι γεμάτη με ανταγωνισμούς. Οι περισσότεροι προκαλούνται από την υφαρπαγή μιας θέσης εξουσίας ή από την πληγωμένη περηφάνια – ελάχιστες προέρχονται από τον συνδυασμό και των δύο. Οι πιο αμφιλεγόμενες σχέσεις όμως είναι αυτές που δημιουργούν τους μεγαλύτερους θρύλους.
Πάρτε για παράδειγμα την ιστορία του πώς ο Henry Ford II -ο επονομαζόμενος “Hank the Deuce”- επιχείρησε να αποκτήσει τη Ferrari το 1963, προκαλώντας μια δεκαετή διαμάχη με τον Enzo Ferrari, τον ισχυρότατο άνθρωπο στον οποίο ανήκε η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία.  
Ουσιαστικά, η ιστορία της διαμάχης των Ferrari-Ford (η οποία προβάλλεται στη νέα ταινία Ford V. Ferrari, με πρωταγωνιστές κορυφαίους και βραβευμένους ηθοποιούς, όπως οι Matt Damon και Christian Bale) δείχνει πώς μια επιχειρηματική συμφωνία απέτυχε, καθώς και τις αντιδράσεις ενός επίμονου επιχειρηματία της αυτοκίνησης που ήταν διατεθειμένος να ξοδέψει 25 εκατ. δολ. για να αποκαταστήσει την περηφάνια του. Για τον Ford σήμαινε να κερδίζει τον Ferrari στον πιο διάσημο αγώνα δρόμου, τις 24 Ώρες του Λε Μαν (24 Hours of Le Mans), όπου διαχρονικά η Ferrari κυριαρχούσε.  
Η ιστορία μας ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Οι αγοραστικές συνήθειες των Αμερικανών έχουν αλλάξει, αφού ενηλικιώθηκαν οι “Baby Boomers” (όσοι γεννήθηκαν το 1946). Για πρώτη φορά, οι νέοι ήταν πιο σημαντικοί από τους γονείς τους στην αγορά και στις επιχειρήσεις. Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς είχαν αρκετό εισόδημα να δαπανήσουν σε αντικείμενα όπως αυτοκίνητα, ρούχα και ακίνητα, και σε αντίθεση με τους γονείς τους (που είχαν γνωρίσει την οικονομική ύφεση του 1929 και τον Β’ ΠΠ), αναζητούσαν κάτι το ξεχωριστό σε ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Ήθελαν αυτοκίνητα που να είναι πιο σπορ και σέξι, να δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην ταχύτητα και στις επιδόσεις και όχι στην άνεση. Έψαχναν για σπορ αυτοκίνητα, μια τάση που δεν πέρασε απαρατήρητη από τα διοικητικά στελέχη της αυτοκινητοβιομηχανίας Ford Motor Co.  
Το 1962, η Ford ήρθε αντιθμέτωπη με μια πτωτική πορεία στις πωλήσεις της, κυρίως εξαιτίας αποτυχημένων προϊόντων (όπως το μοντέλο Edsel), αλλά και λόγω του ανταγωνισμού από τις GM και Chrysler. Ο CEO της εταιρείας, ο Henry Ford II, ο μεγαλύτερος γιος του Edsel Ford και εγγονός του Henry Ford, έψαχνε απεγνωσμένα έναν τρόπο να ανακάμψει. Κορυφαία στελέχη της εταιρείας, όπως ο Lido Anthony “Lee” Iacocca, τον έπεισαν ότι η απάντηση στην κρίση που περνούσε η αυτοκινητοβιομηχανία ήταν το σπορ αυτοκίνητο.  Υπήρχε όμως ένα σημαντικό πρόβλημα: η Ford δεν είχε στη συλλογή της κάποιο σπορ αυτοκίνητο, ούτε υπήρχαν σχέδια για κάτι τέτοιο. (Η θρυλική Mustang του Iacocca θα έβγαινε στην παραγωγή λίγα χρόνια αργότερα.)  
Στο αρχηγείο της Ford,  λοιπόν, πάρθηκε η απόφαση πως ο πιο συμφέρων τρόπος να φέρει ένα τέτοιο όχημα στην αγορά θα ήταν η αγορά του. Τότε έπεσε η ιδέα της εξαγοράς της Ferrari, η οποία εκείνα τα χρόνια ήταν μια κατεξοχήν εταιρεία αγωνιστικών αυτοκινήτων.  Την άνοιξη του 1963, έπειτα από μήνες διαπραγματεύσεων, μια συμφωνία φαινόταν στον ορίζοντα. Ο Ford θα πλήρωνε 10 εκατ. δολ. στον Enzo Ferrari για την εταιρεία του και όλα τα περιουσιακά της στοιχεία. Ο Enzo, παλιός οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων, φαινόταν πρόθυμος να συνάψει τη συμφωνία με τον Ford, μια κίνηση που θα τον ανακούφιζε από τη διαχείριση της εταιρείας.
Αλλά λίγο πριν πέσουν οι τελικές υπογραφές, ο Ferrari υπαναχώρησε εξαιτίας ενός όρου της συμφωνίας που έλεγε πως ο Ford θα ήλεγχε τον προϋπολογισμό και όλες τις αποφάσεις της αγωνιστικής ομάδας της Ferrari. Ο Enzo ήταν αμετακίνητος: δεν ήθελε να παραιτηθεί από το αγωνιστικό πρόγραμμα της εταιρείας του και μάλιστα είπε στους εκπροσώπους της Ford πως δεν θα πωλούσε ποτέ τη Ferrari “σε μια άσχημη εταιρεία που βγάζει άσχημα αυτοκίνητα, σε ένα άσχημο εργοστάσιο”. Λέγεται, επίσης, ότι ο Enzo προσέβαλε προσωπικά τον Ford, υποστηρίζοντας πως δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα με τον παππού του, τον Henry Ford.   
Λίγο αργότερα ο Enzo πούλησε ένα πλειοψηφικό μερίδιο της Ferrari στην επίσης ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Fiat. Ορισμένα στελέχη της Ford, όπως και ο Deuce, σκέφτηκαν πως ο Enzo δεν ήταν ποτέ πραγματικά πρόθυμος να πουλήσει τη Ferrari, αλλά απλώς προχώρησε στις διαπραγματεύσεις για να πιέσει τη Fiat να ανεβάσει το τίμημα. Το σχέδιο του Enzo πέτυχε, και ο Henry II έμεινε ξεκρέμαστος, χωρίς το αυτοκίνητο που αναζητούσε…  Για να πάρει την εκδίκησή του, ο Deuce αποφάσισε να κατασκευάσει ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο που θα ταπείνωνε τον Ferrari εκεί που τον ένοιαζε περισσότερο – δηλαδή στον διάσημο αγώνα ταχύτητας, τις 24 Ώρες του Λε Μαν. Έτσι ο Henry Ford II φύτεψε τους σπόρους του θρυλικού αγωνιστικού GT40.  
Αρχικά, το πρόγραμμα κατασκευής του αυτοκινήτου που θα νικούσε τη Ferrari ανατέθηκε στο τμήμα της Ford που έδρευε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ήδη δούλευαν τη σχεδίαση ενός οχήματος που θα ενσωμάτωνε τον πειραματικό κινητήρα του Ford.  Αν και τα πρώτα GT40 δεν άργησαν να παραχθούν, εντούτοις ήταν αναξιόπιστα, και το σύστημα πέδησής τους, ειδικά, εξαιρετικά επικίνδυνο.  Σύμφωνα με το Popular Mechanics, οι μηχανικοί του Ford παρατήρησαν την αστάθεια των φρένων, όταν σε ένα απότομο φρενάρισμα οι ρότορες στα μπροστινά φρένα ζεστάθηκαν τόσο πολύ που η θερμοκρασία τους άγγιξε του 1.500 βαθμούς Fahrenheit μέσα σε δευτερόλεπτα. Αυτό ήταν θανάσιμα επικίνδυνο για οποιονδήποτε οδηγό προσπαθούσε να αγωνιστεί στις 24 Ώρες του Λε Μαν.       
Παρά τις προσπάθειές τους, οι μηχανικοί της Ford δεν μπορούσαν ούτε να καταλάβουν πώς να κάνουν πιο σταθερά τα αγωνιστικά τους στην άσφαλτο, και ειδικά για 24 ώρες συνεχόμενα – απαραίτητες προϋποθέσεις για μια νίκη στο Λε Μαν. Αφού έχασε από τη Ferrari στις 24 Ώρες του Λε Μαν το 1964 και το 1965, η Ford στράφηκε στον θρυλικό σχεδιαστή αυτοκινήτων, Carroll Shelby, τον ένα και μοναδικό Αμερικανό οδηγό που είχε νικήσει στο Λε Μαν, προκειμένου να αναλάβει τα ηνία της αγωνιστικής ομάδας.
Ο Shelby (τον υποδύεται ο Matt Damon στην ταινία) συμμετείχε ήδη στο πρότζεκτ, αλλά πλέον έπαιρνε την ευθύνη για την επιτυχία ή την αποτυχία του εγχειρήματος.  Μετά από μια περιπετειώδη άρχη, ο Shelby και ο έμπιστος φίλος και συνεργάτης του, Ken Miles (τον υποδύεται ο Christian Bale), επανασχεδίασαν την GT40. Και δεν το πέτυχαν αυτό ξεκινώντας από την αρχή, αλλά σε συνεργασία με τις εξειδικευμένες ομάδες της Ford.  
Ο Shelby και ο Miles αρχικά βελτίωσαν τα συστήματα ελέγχου και σταθερότητας του οχήματος βελτιώνοντας την αεροδυναμική του. Επίσης, επινόησαν ένα σύστημα φρένων που θα μπορούσε να αλλάξει γρήγορα, επιτρέποντας στο πλήρωμα της Ford να αντικαθιστά τακάκια και δίσκους στα pits όταν γίνονταν οι αλλαγές των οδηγών. Η άλλη μεγάλη καινοτομία ήταν στις δοκιμές των κινητήρων. Η ομάδα της Ford πέρναγε τις μηχανές από δυναμομέτρηση που ήταν ρυθμισμένη, ώστε να εξομοιώνει τις συνθήκες του αγώνα του Λε Μαν. Τροφοδοτούσαν έναν υπολογιστή με τις στροφές που έπρεπε να πάρει ο κινητήρας, τις αλλαγές ταχυτήτων, τις στάσεις στα pits και έτρεχαν τη μηχανή μέχρι να καεί. Έβλεπαν τι είχε πάει στραβά, το διόρθωναν και ξαναδοκίμαζαν.   Τελικά, όλη η σκληρή δουλειά τους είχε αποτέλεσμα, και το GT40 Mk. II ήταν γεγονός. Η Ford όχι μόνο νίκησε τη Ferrari στο 24ωρο Λε Μαν του 1966, αλλά ταπείνωσε όλες τις ιταλικές εταιρείες. Ενώ στον συγκεκριμένο αγώνα καμία Ferrari δεν κατάφερε να τερματίσει, τρεις GT40 Mk. II κατέλαβαν τις τρεις πρώτες θέσεις.       
Τρεις Ford GT40 Mk. II τερματίζουν πρώτες στις 24 Ώρες του Λε Μαν, το 1966.       
Ο Miles ήταν πολύ πιο μπροστά από τον ανταγωνισμό, ενώ “αποκαθήλωνε” τη Ferrari από το Λε Μαν και γινόταν ο μοναδικός στον κόσμο οδηγός που κέρδιζε στην ίδια χρονιά τους τρεις μεγαλύτερους αγώνες αντοχής – τις 24 Ώρες της Ντεϊτόνα, τις 12 Ώρες του Σέμπρινγκ και τις 24 Ώρες του Λε Μαν.  Ο υπεύθυνος των δημοσίων σχέσεων της Ford, ο Leo Beebe, ήθελε να γιορτάσει τη νίκη με μια φωτογραφία με τα τρία αυτοκίνητα να τερματίζουν ταυτόχρονα. Ωστόσο, δεν ήταν ο Miles αυτός που κέρδισε τον αγώνα αλλά ο Bruce McLaren, επειδή ο πρώτος είχε πάρει εντολή να κόψει ταχύτητα για να βγει η φωτογραφία που ήθελε ο Beebe.  Δυστυχώς, ο Miles πέθανε προτού καταφέρει να αγωνιστεί ξανά στο 24ωρο του Λε Μαν. Το 1966, και ενώ δοκίμαζε ένα αγωνιστικό της Ford στην Καλιφόρνια, έχασε τον έλεγχο του οχήματος και συγκρούστηκε στις μπάρες ασφαλείας. Δεν επέζησε.  Εν τω μεταξύ, ο Deuce ξαναπήρε την εκδίκησή του την επόμενη χρονιά στο Λε Μαν του 1967, όταν ένα Ford GT40 Mk. IV (σχεδιασμένο από τον Shelby, που πέθανε το 2012 στα 89 του χρόνια) άφησε στη δεύτερη θέση τη Ferrari.  
Όσο για το Ford GT40, το σπουδαιότερο αμερικανικό supercar παραμένει ένα από τα πιο συλλεκτικά αυτοκίνητα σε όλο τον κόσμο. Το Ford GT του 2020 ξεκινά από τα 500.000 δολάρια, ενώ το αγωνιστικό Ford GT Mk. II πωλείται έναντι 1,2 εκατ. δολ. Όπως φαίνεται, η Ford συνεχίζει να επωφελείται από την εκδίκηση του Deuce.  
Μύθοι και αλήθειες στην ταινία  
Επειδή καμία αντιπαλότητα δεν είναι ποτέ αρκετά ελκυστική για το Χόλιγουντ, οι σεναριογράφοι της ταινίας, John-Henry Butterworth, Jez Butterworth και Jason Keller, έκαναν κάποιες… παρακάμψεις σε σχέση με την πραγματική ιστορία.  Πρώτη παράκαμψη: Φαίνεται ότι ο Henry Ford II  ήταν εκείνος που απευθύνθηκε στο προσωπικό της γραμμής παραγωγής της Ford στο Μίσιγκαν.  
Ωστόσο, μεταξύ του προσωπικού και του CEO υπάρχουν δεκάδες στελέχη που θα έκαναν αυτή την ομιλία και όχι ο εκτελεστικός διευθυντής.
 Δεύτερη παράκαμψη: Ο Deuce έκανε μια διασκεδαστική βόλτα με τον Carroll Shelby μέσα σε μια GT40 Mk. II.  -Ωστόσο, δεν υπάρχει περίπτωση ο επικεφαλής του ομίλου να μπει σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο χωρίς τα στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας.
 Τρίτη παράκαμψη: Ο Lee Iaccoca διαπραγματεύτηκε με τον Enzo Ferrari.  -Μια ολόκληρη ομάδα ταξίδεψε στο Maranello της Ιταλίας για να συζητήσει με τον Enzo, αλλά ο Iaccoca  δεν ήταν παρών.  Τέταρτη παράκαμψη: Οι Miles και Shelby πιάστηκαν στα χέρια όταν προετοιμάζονταν για το 24ωρο του Λε Μαν.  -Είναι σίγουρο ότι οι δυο τους θα είχαν διαφωνήσει πολλές φορές, αλλά δεν υπάρχει καμία απόδειξη πως αντάλλαξαν χτυπήματα.  Πέμπτη παράκαμψη: Οι άνθρωποι της Ford, μετά τη νίκη του 1966, το γιόρτασαν πίνοντας αλκοόλ.  -Ωστόσο, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, οι κριτές θα απέκλειαν την ομάδα.
Του Chuck Tannert  
ΠΗΓΗ: Forbes