Κώδωνα κινδύνου για την οικονομική επιβίωση του ΓεΣΥ κρούει ο Γενικός Ελεγκτής προς τη Βουλή, σημειώνοντας ότι το έτος 2022 θα καταγράψει έλλειμμα €100 εκατ. Παράλληλα, υποδεικνύει πως, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται να προκύπτουν σοβαρά θέματα καταχρήσεων και σπατάλης.

Σε επιστολή του προς τις κοινοβουλευτικές επιτροπές Ελέγχου, Οικονομικών και Υγείας, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης αναφέρει ότι τα επίσημα στοιχεία δεικνύουν ότι ο ΟΑΥ έχει ανεχθεί ή/και επιτρέψει εκτόξευση των δαπανών. Αναφέρει, επίσης, πως συνεπεία των χειρισμών που έγιναν και παρόλον ότι τα έσοδα παρουσιάζονταν αυξημένα, σε σχέση με τις προβλέψεις του οίκου Mercer, απαιτείται πρόσθετη κρατική στήριξη.

Σύμφωνα με τον Γενικό Ελεγκτή, η θέση περί θωράκισης του ΓεΣΥ έχει εκ των πραγμάτων καταρρεύσει και η κατάσταση οδηγείται σε πλήρη εκτροχιασμό.

Ειδικά για το θέμα του ελλείμματος των €100 εκατ. ο Γενικός Ελεγκτής καταγράφει και τα ακόλουθα στην επιστολή του:

Αν για παράδειγμα δούμε το έτος 2022, ο ΟΑΥ θα έχει δαπάνες €1.419 εκατ. (αν και ο οίκος  Mercer είχε προβλέψει δαπάνες €990 εκατ.). Παράλληλα, τα έσοδά του θα είναι ύψους €1.307 εκατ. σε σχέση με έσοδα €1.018 εκατ. που είχε προβλέψει ο οίκος Mercer. Όπως παρατηρεί ο Γενικός Ελεγκτής, αυτό μεταφράζεται σε ελλειμματικό προϋπολογισμό της τάξης των €100 εκατ. και συνεχίζει: Ενώ δηλαδή τα έσοδα του ΟΑΥ αυξήθηκαν σε σχέση με τις προβλέψεις, και τούτο έπρεπε να δώσει στον Οργανισμό την ευχέρεια να εισαγάγει πρόσθετες υπηρεσίες ή να μειώσει τις εισφορές (ή συνδυασμό των δύο), η αδικαιολόγητη εκτόξευση των δαπανών, όχι μόνο δεν επέτρεψε τα πιο πάνω αλλά οδήγησε ακόμη και στη δημιουργία ελλειμμάτων για τα οποία απαιτεί πρόσθετη κρατική στήριξη.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Στην επιστολή προστίθεται πως η εικόνα για τα δημόσια οικονομικά γίνεται ακόμη πιο τραγική αν λάβει κανείς υπόψιν τα τεράστια ελλείμματα του ΟΚΥπΥ, αφού από τη μία παρατηρείται μη επίτευξη των στόχων του που αφορούν τα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών σε ασθενείς που επιλέγουν τα δημόσια νοσηλευτήρια, και από την άλλη, αντί εξορθολογισμός των δαπανών υπάρχει συνεχής αύξηση των ελλειμμάτων.

Τα δημόσια νοσηλευτήρια που έπρεπε να είναι η ραχοκοκαλιά του ΓεΣΥ και σε αυτά βασιζόταν εν πολλοίς η όλη φιλοσοφία του, αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα, αναφέρεται στην ίδια επιστολή.

«Δυστυχώς», συνεχίζει ο Γενικός Ελεγκτής, «η μόνιμη επωδός από πλευράς ΟΑΥ (και του τέως υπουργού Υγείας) ήταν πως ο σφαιρικός προϋπολογισμός θωρακίζει το ΓεΣΥ από κάθε κατάχρηση».  

«Η θέση αυτή προφανώς έχει εκ των πραγμάτων καταρρεύσει και η κατάσταση οδηγείται σε πλήρη εκτροχιασμό». Το γεγονός ότι ο ΟΑΥ παραδέχεται, και έχει περιλάβει και σχετική πρόνοια στον κατατεθειμένο προϋπολογισμό του για το 2022, ότι σύντομα θα χρειάζεται και κρατική στήριξη, που ρητά απαγορεύεται από το νόμο και τη φιλοσοφία του σφαιρικού προϋπολογισμού, αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου προς το οποίο οδεύουν ταχέως τα δημόσια οικονομικά, παρατηρεί.

Στην επιστολή υπό τον τίτλο «Υπερβάσεις δημοσίων δαπανών για την υγεία σε σχέση με την αναλογιστική μελέτη του οίκου Mercer για τις Εθνικές Δαπάνες Υγείας και το ΓεΣΥ», ο Γενικός Ελεγκτής αναφέρει πως διαπιστώνει σοβαρές αυξήσεις στις δημόσιες δαπάνες υγείας και προσθέτει ότι εάν τούτο οφειλόταν σε αποφάσεις πολιτικής, τότε η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν θα παρενέβαινε. Ωστόσο, συνεχίζει, φαίνεται ότι οι υπερβάσεις αυτές οφείλονται σε καταχρήσεις και άλλης μορφής μη χρηστή χρηματοοικονομική διαχείριση εκ μέρους του ΟΑΥ και του ΟΚΥπΥ. 

Τα έσοδα του ΟΑΥ αυξήθηκαν κατά 30%

Ο Γενικός Ελεγκτής παρατηρεί στην επιστολή του, πως από τη σύγκριση των εσόδων του ΟΑΥ που είχαν προβλεφθεί από τον οίκο Mercer, σε σχέση με τα πραγματικά έσοδα (όπως αυτά προκύπτουν από πραγματικά στοιχεία μέχρι το 2020 και τελευταίες προβλέψεις για την περίοδο 2021-2024), είναι προφανές ότι, αφενός η αύξηση του ΑΕΠ και, αφετέρου, το γεγονός ότι η αναλογιστική μελέτη του οίκου ήταν όπως φαίνεται συντηρητική, οδήγησε στην πράξη σε μία πολύ μεγάλη αύξηση των εσόδων του ΟΑΥ, της τάξης του 30%, σε σχέση με τα προβλεπόμενα στη μελέτη έσοδα.

Περαιτέρω υποδεικνύει, πως η μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ (σε σχέση με τις προβλέψεις του οίκου Mercer) ήταν λογικό να επιφέρει κάποια αύξηση στη ζήτηση για ιατρικές υπηρεσίες (και άρα στις δαπάνες του ΟΑΥ), αλλά η αύξηση αυτή δεν αναμενόταν να είναι στο ίδιο ποσοστό. Για παράδειγμα, για το 2022 υπάρχει αύξηση στο ΑΕΠ κατά περίπου 15% μεγαλύτερη από την πρόβλεψη του οίκου Mercer, συνεπώς αυτή θα δικαιολογούσε κάποια αύξηση στο ύψος των δαπανών, ωστόσο σε μικρότερο ποσοστό.

Πρακτικά, αυτό που διαπιστώνεται είναι μια δραματική αύξηση των δαπανών, δυσανάλογη της αύξησης του ΑΕΠ, προσθέτει ο Γενικός Ελεγκτής.

Είχε προειδοποιήσει η Ελεγκτική Υπηρεσία

Στην επιστολή του Γενικού Ελεγκτή, αναφέρονται και τα εξής:

-Δυστυχώς, ενώ η Υπηρεσία μας είχε από τον Δεκέμβριο του 2019 κρούσει ηχηρά τους κώδωνες κινδύνου, ο ΟΑΥ και ο ΟΚΥπΥ κωφεύουν και ποιούνται, εν πολλοίς έχοντας ως άλλοθι την πανδημία, ότι όλα βαίνουν καλώς.

-Τον Ιούλιο και Σεπτέμβριο του 2020 είχαμε γραπτώς ενημερώσει για τους κινδύνους που κατά την άποψή μας αντιμετωπίζει το ΓεΣΥ, και τους οποίους ο ΟΑΥ όφειλε να λάβει επαρκή μέτρα ώστε να αποτρέψει:

• Να εκτροχιαστεί ο προϋπολογισμός του (επειδή θα δημιουργείται μια συνεχής πίεση ότι δήθεν το υφιστάμενο κονδύλι δεν είναι επαρκές).

• Να υποβαθμιστεί η ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών του σε σχέση με τη δαπάνη. 

• Παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας (ιδίως οι παρέχοντες υπηρεσίες υψηλού επιπέδου) να κρίνουν ασύμφορη την παραμονή τους στο ΓεΣΥ λόγω χαμηλών αμοιβών και να εγκαταλείψουν το ΓεΣΥ.

• Στο ΓεΣΥ, ενώ θα συνεισφέρουν όλοι, να χρησιμοποιείται (ειδικά για περιστατικά που δεν θεωρούνται ρουτίνας) μόνο από όσους δεν έχουν τα οικονομικά μέσα να αναζητήσουν υπηρεσίες αλλού, μέσω ιδιωτικής ασφάλισης.