Στα νοσοκομεία και στα νεκροτομεία στην ανατολική Λιβύη που επλήγησαν από την κακοκαιρία Ντάνιελ πριν από μια βδομάδα επικρατούν χαοτικές συνθήκες. Οι ελλείψεις είναι τεράστιες και η περίθαλψη των τραυματιών γίνεται με μεγάλες δυσκολίες. Ο δε απολογισμός των θυμάτων είναι τεράστιος με τους νεκρούς να έχουν ξεπεράσει τις 11.500 και με όλες τις ενδείξεις να κάνουν λόγο πως θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο.

Εξίσου προβληματική με την αντιμετώπιση των ζωντανών είναι και αυτή των πεθαμένων. Με τη χώρα να είναι διαλυμένη εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου και με δύο κυβερνήσεις να κάνουν κουμάντο, ήταν αναμενόμενο πως η διαχείριση μιας καταστροφής αυτού του μεγέθους, πως θα γινόταν κάτω από πολύ δυσμενείς συνθήκες, με τις υγειονομικές αρχές απλά να σηκώνουν τα χέρια ψηλά και να απευθύνουν έκκληση για βοήθεια.

Πώς να γίνει σωστή καταγραφή των νεκρών και πώς να ληφθούν δείγματα DNA για ταυτοποίηση όταν δεν υπάρχουν καθόλου μέσα; Για αυτό και δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως η λύση που επιλέχθηκε ήταν αυτή των βιαστικών, μαζικών ταφών. Χωρίς πολλές διαδικασίες, δεκάδες και πολλές φορές και εκατοντάδες πτώματα ενταφιάζονται, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιαδήποτε διαδικασία που μελλοντικά θα οδηγήσει στην αναγνώρισή τους.

Η ανάγκη να προστατευθεί η περιοχή από μολυσματικές ασθένειες που ενδεχομένως να προκληθούν με τόσες πολλές σορούς να παραμένουν άταφες για μέρες είναι μεγάλη. Ίσως για αυτό κάποιος να μπορεί να δικαιολογήσει τις αρχές που προκειμένου να προλάβουν ακόμη χειρότερες καταστάσεις δεν διστάζουν να θάβουν μαζικά και ανώνυμα τα θύματα.

Ωστόσο, αυτό εγκυμονεί, εξίσου μεγάλους κινδύνους. Οι μαζικές ταφές των πλημμυρών αφήνουν βαθιές πληγές σε ατομικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Οι δικοί των θυμάτων ποτέ δεν θα έχουν την ευκαιρία να μάθουν επίσημα ότι πέθαναν και ποτέ δεν θα έχουν την ευκαιρία να επισκεφτούν τον τάφο τους για να κλάψουν, να θρηνήσουν και ενδεχομένως να αποδεχτούν την απώλειά τους.

Όποιος πεθαίνει δεν σημαίνει πως ξεχνιέται. Μπορεί να μην υπάρχει πλέον ως μια φυσική οντότητα, αλλά συνεχίζει να έχει έστω και μια άυλη υπόσταση. Γύρω από τους νεκρούς υπάρχει ένα σημαντικό πλέγμα μνήμης, για αυτό και η τελευταία τους κατοικία λέγεται μνήμα. Είναι παρόντες ακόμη και όταν λείπουν.

Για αυτό και οι συγγενείς και οι φίλοι των θυμάτων της Λιβύης θα δυσκολευτούν να κατανοήσουν και να δεχτοί τις βιαστικές και τις μαζικές ταφές, καθώς έχουν ανάγκη να διαχειριστούν το πένθος τους. Τους το στερούν με ένα βίαιο και απάνθρωπο τρόπο. Έτσι μια τραγωδία γίνεται ακόμη πιο δυσβάστακτη όταν τελειώνει με αυτό τον τρόπο.