Διάγουμε μια περίοδο που το κυπριακό θέατρο βρίσκεται σε μεταίχμιο και καλείται να ανασυνταχτεί, να μετρήσει τις δυνάμεις του και να αναζητήσει λύσεις για να μειωθεί ο βαθμός εξάρτησής του από τη «γενναιοδωρία» του κράτους. Οι εμπλεκόμενοι ομόφωνα αναγνωρίζουν ότι αποτελεί βασικό ζητούμενο η σφυρηλάτηση των θεατών του αύριο, αυτών που θα εκτιμήσουν αυτό το είδος ψυχαγωγίας, πνευματικής διέγερσης, αισθητικής τέρψης, με βιωματικές, εκπαιδευτικές αλλά και θεραπευτικές ιδιότητες. 

Οι νεότεροι πρέπει να έχουν όσο το δυνατόν πιο απρόσκοπτη πρόσβαση σ’ ένα διαχρονικό εργαλείο δημοκρατίας, αυτογνωσίας, αυτοπροσδιορισμού και αναταραχής. Κι αν υπάρχει ένας τρόπος να συμβεί αυτό σε μια εποχή που, εξ απαλών ονύχων, η οθόνη καθίσταται προέκταση του χεριού των παιδιών, αυτό είναι μέσω της επαφής με το παιδικό και το νεανικό θέατρο. Προσφορά παιδικού θεάτρου γενικά υπάρχει, όπως και ζήτηση, παρόλο που υπάρχει περιθώριο ν’ ανοίξει μια συζήτηση για το εύρος των ποιοτικών προτάσεων και των πιθανών τρόπων και πρακτικών, θεσμικών ή μη, για την περαιτέρω βελτίωση του καλλιτεχνικού προϊόντος που φτάνει στα παιδιά. 

Εδώ είναι που θα θέλαμε μια ακόμη πιο ενεργή εμπλοκή του Υπουργείου Παιδείας και οπωσδήποτε δεν εννοώ τις τακτικές λογοκρισίας με τα φαιδρά προσχήματα, που αντί να προτρέπουν τα παιδιά να κοινωνούν και ν’ απολαμβάνουν το θέατρο τα αποτρέπουν. Εννοώ την εκπόνηση στρατηγικών ουσίας και τη σοβαρή επένδυση πόρων και ανθρώπων για την πιο αποτελεσματική αξιοποίηση αυτού του εκπαιδευτικού εργαλείου. Σε συνεργασία με τον ΘΟΚ και το Υφυπουργείο Πολιτισμού ή και ανεξάρτητα. 

Ωστόσο, τι βλέπουμε να συμβαίνει; Το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας να κρημνοβατεί, να παλινωδεί και εν τέλει να ναρκοθετεί τη σχέση των μαθητών με το θέατρο. Να προβαίνει σε σπασμωδικές και αρτηριοσκληρωτικές επιδείξεις αυταρχικότητας. Πολλοί ήμασταν εκείνοι που ψέγαμε με ευκολία τον τέως Υπουργό κάθε λίγο που ανέκυπταν τέτοια κρούσματα. Φαίνεται όμως ότι το πρόβλημα είναι ριζωμένο.

Ίσως έχει να κάνει με πολιτικής και ιστορικής φύσεως αίτια, που δεν είναι της παρούσης να αναλύσουμε, αλλά το σίγουρο είναι ότι πρέπει κάποια στιγμή να θεραπευτούν. Δεν το λέω αυτό για να παρακάμψω τις ευθύνες που εκ των πραγμάτων βαραίνουν τον εκάστοτε Υπουργό, εν προκειμένω την Αθηνά Μιχαηλίδου. Φαίνεται όμως ότι το «βαθύ ΥΠΑΝ» υπάρχει και βασιλεύει. Θεσμικά, αλλά ακόμη και παραθεσμικά. 

Στο σημείο αυτό θα μπορούσα να υπενθυμίσω τα ευτράπελα που ζήσαμε τον Δεκέμβριο με την παραγωγή της Σκηνής 018 του ΘΟΚ «Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες». Όμως, το νέο κρούσμα έχει μια ειδοποιό διαφορά. Ανάμεσα στο παιδικό θέατρο και το θέατρο που απευθύνεται σε ενήλικες όλα τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε ένα τεράστιο και κραυγαλέο χάσμα που καμιά προσπάθεια διαχρονικά δεν κατάφερε να το γεφυρώσει τόσο αποτελεσματικά όσο οι Δράσεις «Νέ@ σε έρημο νησί» στο Θέατρο Αποθήκες ΘΟΚ, που επιμελούνται καλλιτεχνικά οι Ειρήνη Ανδρέου, Γιάννης Καραούλης και Ελένη Μολέσκη. Επειδή έχω παιδί στην εφηβεία έζησα από την αρχή αυτής της προσπάθειας, πριν από 4 χρόνια, όλη την ουσία του να απολαμβάνεις ποιοτικό και στοχευμένο θέατρο, από το είδος που γυμνάζει το μυαλό και τον χαρακτήρα των νεότερων ανθρώπων. 

Κι όμως, από την πρώτη κιόλας πρόταση, «Το παράδειγμα του δρ Κόρτσακ», το ΥΠΑΝ έβγαλε «αγκάθια» και άρχισε να τσινάει. Κανείς δεν μπορεί να μου βγάλει από το μυαλό ότι δεν είναι οι πρωτοπόρες και ριζοσπαστικές του μεγάλου μεταρρυθμιστή της εκπαίδευσης, Γιάνους Κόρτσακ, που ενόχλησαν τους «φωστήρες» και εισηγήθηκαν ότι η παράσταση εκείνη ήταν κατάλληλη μόνο για τις τέσσερις μεγαλύτερες τάξεις της μέσης εκπαίδευσης (!). Μετά από μερικές εβδομάδες, ήρθε το λοκντάουν, οπότε το συγκεκριμένο περίεργο σύμπτωμα πέρασε σε δεύτερη μοίρα, αφού όχι παραστάσεις δεν μπορούσαμε να δούμε, αλλά ούτε καλά- καλά να βγούμε από τα σπίτια μας. 

Φαίνεται όμως ότι κάποιες φορές, όταν υπάρχει καπνός, κακώς σιωπάμε και δεν δίνουμε διαστάσεις, γιατί υπάρχουν κάποιοι που όταν βλέπουν διαθέσιμο σκοινί το τραβούν. Το νέο κρούσμα αφορά τη νέα παραγωγή των Δράσεων με το έργο «Το τέρας έρχεται», βασισμένο στο ομώνυμο μπεστ σέλερ του Πάτρικ Νες, το οποίο στο παρελθόν έχει γίνει ταινία και η θεατρική του διασκευή κέρδισε Βραβείο Ολίβιε το 2019. Η «σοφή» μονομελής επιτροπή απεφάνθη ότι είναι ακατάλληλο για όλες της βαθμίδες της μέσης εκπαίδευσης τόσο το έργο, όσο η διασκευή και η καλλιτεχνική του εκτέλεση.

Το σουρεάλ σημείο δεν είναι τόσο το ότι η επιτροπή είναι… μονομελής. Ότι δηλαδή ένας ειδήμονας παρακολούθησε πρόωρα την πρόβα μια παράστασης και με τη δική του και μόνο κρίση έκλεισε την πόρτα σε Γυμνάσια και Λύκεια, στο ευρύ σώμα των θεατών στους οποίους απευθύνεται. Το πιο σουρεάλ είναι ότι, όπως διαβεβαιώνουν πολύ αρμόδιες πηγές του ΥΠΑΝ, αυτή η επιτροπή δεν έπρεπε καν να υπάρχει.

Ναι, καλά διαβάσατε. Συγκεκριμένα, στη μέση εκπαίδευση, πέρα από ένα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο που ασχολείται με τους σχολικούς αγώνες δεν προβλέπεται άλλη θεσμοθετημένη διαδικασία λογοκρισίας ή παρέμβασης. Αυτό σημαίνει είτε ότι εκεί στο Υπουργείο που ασχολείται με την παιδεία μας δεν γνωρίζει η αριστερά του τι ποιεί η δεξιά του, είτε ότι υπάρχουν «υπερευαίσθητοι» ανώτεροι λειτουργοί που αυτόκλητα παίρνουν παραμάσχαλα το ψαλίδι της λογοκρισίας κι όποιον πάρει ο Χάρος. 

Η θέση του ΘΟΚ παραμένει σταθερή ότι η λεγόμενη «Επιτροπή Έγκρισης Θεαμάτων» είναι αναχρονιστική και πρέπει να καταργηθεί. Όσο για το Υφυπουργείο Πολιτισμού, εγώ θυμάμαι ότι ο τότε Υφυπουργός Γιάννης Τουμαζής διαβεβαίωνε τον Δεκέμβριο ότι ξεκίνησαν προκαταρκτικές επαφές με το ΥΠΑΝ για το θέμα της λειτουργίας της συγκεκριμένης επιτροπής, που θυμίζω ότι ασχολείται μόνο με τα θεάματα που απευθύνονται στη δημοτική εκπαίδευση. Αυτό ίσως κάποτε να αλλάξει. Από αυτό που θα δυσκολευτούμε πολύ να απαλλαγούμε είναι οι «μοναχικοί καβαλλάρηδες» του βαθέος ΥΠΑΝ.

Ελεύθερα, 26.11.2023