Την Πέμπτη επαναρχίζει στην Επιτροπή Ελέγχου ο κοινοβουλευτικός έλεγχος για την σκανδαλώδη αποτυχία του κράτους να θέσει εξαρχής το τεράστιας σημασίας έργο της εισαγωγής φυσικού αερίου σε στέρεες βάσεις. Η τεχνοκρατική αποτυχία χρεώνεται εκ των πραγμάτων και κατά προτεραιότητα στην τότε διοίκηση της ΔΕΦΑ, υπό τον Συμεών Κασσιανίδη, και στους υπηρεσιακούς συνεργάτες του.

Αλλά είναι δύσκολο να δεχθεί κανείς αβίαστα πως ο πρώην πρόεδρος της δημόσιας εταιρείας ήταν το πρώτο βιολί για τον καταστροφικό για το δημόσιο συμφέρον σχεδιασμό.

Ούτε καν ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να διανοηθεί να απαλλάξει τον εαυτό του από τη μεγαλύτερη ευθύνη για το πολυδάπανο φιάσκο. Έτσι κι αλλιώς, ακόμα και χωρίς πρακτικά στην κρίσιμη σύσκεψη στο Προεδρικό (22/11/19), όπου παίχθηκαν τα τελευταία λεπτά του ντέρμπι των εκατοντάδων εκατομυρίων, η Ιστορία κατέγραψε -έστω εξ ακοής- πως ο Ν. Αναστασιάδης, με τη συναίνεση και των συναρμόδιων υπουργών του, είπε το «μεγάλο ΝΑΙ» για να υπογράψει η ΔΕΦΑ το συμβόλαιο με τη CPP.

Και καθώς ο τέως Πρόεδρος είχε συγκαλέσει εκείνη την ανωτάτου επιπέδου σύσκεψη, την οποία απασχόλησαν νομικές, οικονομικές αλλά και τεχνικές πτυχές του έργου, η ευθύνη που δικαίως του επιρρίπτεται δεν μπορεί να είναι μόνο πολιτικής φύσης. Δεν τον έμπλεξαν οι συνεργάτες του, έτσι απλά. Ήταν συνεχώς ενήμερος για τις (τρύπιες) διαδικασίες, τον προειδοποίησαν ο Γενικός Ελεγκτής και άλλοι από τον ιδιωτικό τομέα, γραπτώς. Και ενημερώθηκε και την υστάτη για τα δεδομένα όπως είχαν διαμορφωθεί. Και είπε «προχωράτε».

Η Επιτροπή Ελέγχου δεν έκρινε μέχρι στιγμής επιβεβλημένη την πρόσκληση του κ. Αναστασιάδη ενώπιόν της, για να ερωτηθεί και να απαντήσει. Προφανώς δεν κρίνει επιβεβλημένη ούτε την πρόσκληση της CPP. Αν το αντίπαλο δέος του δημοσίου ήταν κάποια κυπριακή εταιρεία με βαρύ όνομα, ο CEO της θα ήταν κάθε εβδομάδα επίτιμος προσκελημένος στη Βουλή.

Καλό είναι να μην ξεχνούν τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου ότι το σκάνδαλο του τερματικού δεν πέρασε στην ιστορία. Και οι ίδιοι δεν ασκούν κοινοβουλευτικό έλεγχο ανάμεσα σε σκονισμένους φακέλους. Το σκάνδαλο είναι εν εξελίξει. Και παράγει ευθύνες, για πολλούς, και τώρα που μιλάμε.

Εκτός από ευθύνες, το ημιτελές και παρατημένο τερματικό παράγει συνεχώς και οικονομικό κόστος στη χώρα και τους πολίτες. Γι’ αυτό, στα λάθη, τις ανεπάρκειες και τις αμαρτίες της προηγηθείσας περιόδου πρέπει να κοιτάζει μόνο το ένα μάτι. Το άλλο πρέπει να βλέπει προς τον εργολάβο και να αναζητά τη χρυσή τομή που θα επιτρέψει την ολοκλήρωση του έργου, με τη μικρότερη ζημιά.

Είναι ευτύχημα που ο υπουργός Ενέργειας αντιλαμβάνεται τη σημασία της ολοκλήρωσης του τερματικού. Και αναγνωρίζει την ανάγκη να ακούει ο ίδιος και την άλλη πλευρά. Και σε πολιτικό επίπεδο και σε τεχνοκρατικό επίπεδο. Και ίσως είναι ο μόνος κρατικός αξιωματούχος που το κάνει. Και εφόσον είναι ο μόνος, μόνο από τις δικές του κινήσεις μπορούμε να ελπίζουμε πως ίσως προκύψει θετική εξέλιξη προσεχώς. Διότι δίνεται η ισχυρή εντύπωση από τις κινήσεις και τα μηνύματα που στέλνει ο εργολάβος πως με τη ΔΕΦΑ και την ΕΤΥΦΑ δεν θέλει να έχει παρτίδες. Δεν ξέρουμε αν δικαίως η CPP είναι οργισμένη από τη συμπεριφορά και τη διαχείριση της οποίας έτυχε από κάποια στελέχη της ΔΕΦΑ, όπως ισχυρίζονται αξιωματούχοι της. Ούτε αν έχει κάποιο «πάτημα» να μη θέλει να μιλήσει ξανά με τον ιδιοκτήτη και τον διαχειριστή του τερματικού, αλλά να ζητά (όπως ήδη έγραψε ο «Φ») να μιλήσει και να διαπραγματευτεί μόνο με τον πολιτικό προϊστάμενο της ΔΕΦΑ. Δηλαδή, τον υπουργό Ενέργειας. Παρ’ ότι και η ίδια η CPP αναγνωρίζει τη θετική αλλαγή που επήλθε τον Απρίλιο του ’23 στη διοικητική πυραμίδα της ΔΕΦΑ.

Αυτή η στάση της CPP υποχρεώνει όλους να προβληματιστούν, αν μη τι άλλο. Μια καλή τη πίστη συνεννόηση σήμερα με την κινεζική πλευρά ίσως μας απαλλάξει από το ρίσκο να ζήσουμε οδυνηρή έκπληξη στο Διαιτητικό Δικαστήριο, αλλά και επί του εδάφους. Στο Βασιλικό.