Πώς διαχειρίζεσαι τα αντικείμενα που περιβάλλουν τις ζωές ανθρώπων που φεύγουν; Το ερώτημα καλούμαστε σχεδόν όλοι να απαντήσουμε κάποια στιγμή στη ζωή μας. Πόσο μάλλον όταν αυτά τα αντικείμενα ήταν πακεταρισμένα σε κουτιά για χρόνια, ως αποσκευές έτοιμες για αναχώρηση από την κατεχόμενη γη;

Οι γονείς της Τούλας Λιασή, μετά την εισβολή του 1974 αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους στην Αγία Τριάδα. Έμειναν εκεί μέχρι τον θάνατο τους, αλλά όπως μαρτυρεί η κόρη τους, ζώντας συνεχώς με τον φόβο και την αβεβαιότητα, φρόντισαν να είναι έτοιμοι να φύγουν αν χρειαζόταν. Μερίμνησαν να έχουν όλα τα αντικείμενα έτοιμα μέσα σε ξύλινα κιβώτια για να μπορούν εύκολα να τα μεταφέρουν και να τα διασώσουν. Αντικείμενα όχι μόνο κάποιας χρηματικής ή συναισθηματικής αξίας, αλλά και κάθε λογής πράγματα που δεν ήθελαν να αποχωριστούν. Πράγματα από τη δεκαετία του ’30 όταν κτίστηκε το σπίτι. 

Υφαντά, πετσετάκια, βεντάλιες, κουτιά τσαγιού, μπισκότων κι άλλων προϊόντων που δεν υπάρχουν πια στην αγορά, στέφανα γάμου, οξειδωμένα βαρέλια, εμαγιέ πιάτα και κούπες, δοχεία νυκτός, ποτήρια με διαφημιστικά εταιρειών, γεωργικά εργαλεία, δοχεία φύλαξης λαδιού, μαχαίρια με ξύλινες και πλαστικές λαβές, μαντηλάκια, φυλακτά και ένα σωρό άλλα αντικείμενα που παραπέμπουν σε μια άλλη εποχή. Εκεί που σταμάτησε ο χρόνος, στο ’74.

Πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της, δέκα από αυτόν της μητέρας της και την κηδεία των οστών του αγνοούμενου αδελφού της, η Τούλα Λιασή πήρε τα αντικείμενα αυτά και τα μεταποίησε σε τέχνη. Συγχρονίζοντας την Τέχνη, είναι ο τίτλος της έκθεσης στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών στη Λάρνακα. Μέσα από τα αντικείμενα αυτά (μια απίστευτη συλλογή) μπορεί να δει κάποιος τις Ζωές των Απόντων. Μέσα από τα υφαντά μπορείς να αναγνωρίσεις τον κόπο και το ταλέντο της μητέρας της, μέσα από τα βαμβακερά και μεταξωτά φορέματα που χορεύουν με τον αέρα φωνογραφημένα στην οροφή του σπιτιού στην Αγία Τριάδα μπορείς να φανταστείς τη μητέρα της να κινείται, μέσα στις ρωγμές και την οξείδωση των εμαγιέ πιάτων μπορείς να σκεφτείς ανθρώπους που μοιράστηκαν το φαγητό τους αλλά και κάποιο γεύμα που κόπηκε στη μέση, ένα μισοσπασμένο εργαλείο, χειροποίητες ξύλινες καρέκλες, τρύπια κόσκινα σκηνοθετούν ένα μοτίβο μιας ζωής, μιας εποχής, ενός τόπου…

Και όλα αυτά τα κλειδιά; Κλειδιά σπιτιών που ίσως τα παρέδωσαν οι ιδιοκτήτες τους στο Σάββα Λιασή ώστε να τα φυλάει μέχρι να επιστρέψουν.  Όλα αυτά δοσμένα με μια ευφυή απλότητα. Χωρίς περιττές θεωρίες γύρω από το κάθε τι, χωρίς δοσμένους συναισθηματισμούς. Το συναίσθημα βγαίνει αβίαστα ανάλογα με τα βιώματα και τις παραστάσεις του καθενός. (Μέχρι τις 31 Ιουλίου).