Πριν 191 χρόνια, στις 26 Μαρτίου, ο Λουδοβίκος βαν Μπετόβεν, αφού προηγουμένως είχε καλέσει τον εφημέριο της ενορίας του και έλαβε τη Θεία Κοινωνία, παρέδωσε το πνεύμα, σε ηλικία 57 χρονών. Και βέβαια η πράξη του αυτή δεν ήτανε κάτι το ασύνηθες στον τρόπο ζωής του Μπετόβεν. Βαθιά θρησκευόμενος ο μέγας μουσικός, είχε μονίμως πάνω στο γραφείο του το διάσημο (στη Δύση) βιβλίο «Μίμηση Χριστού» του Ολλανδού Ρωμαιοκαθολικού μοναχού, Θωμά του Κέμπεν (1380-1471). Ερώτημα συνεπώς προκύπτει, γιατί ο Θεός επέτρεψε να πλήξει τον άνθρωπο εκείνο ειδικά, ως «σκόλοψ τη σαρκί», η πλήρης κώφωση… Απάντηση στο ερώτημα νομίζω μπορεί μόνο να δώσει ο γνωστός ελληνικός «μύθος» της Σεμέλης. Ο έξης:
ΟΤΑΝ Η πανέμορφη εκείνη κόρη του Κάδμου (που από ένωσή της με τον Δία γεννήθηκε ο Διόνυσος) ζήτησε, με προτροπή φυσικά της Ήρας να δει, θνητή αυτή, τον Δία σ’ όλο του το μεγαλείο, το ανθρώπινο σώμα της δεν άντεξε, παρά πυρακτώθηκε στις φλόγες της θεϊκής λάμψης. Το νόημα του μύθου είναι σαφές: Κανένα πεπερασμένο σώμα ανθρώπινο δεν μπορεί να αντέξει σε ό,τι είναι θεϊκό προνόμιο.
ΘΕΪΚΟ ΠΡΟΝΟΜΟΙΟ όμως είναι και η χαρά που συνόδευε τη «διαδικασία» δημιουργίας του κόσμου από το προϋπάρχον χάος. Και όταν κάποτε ο Θεός «θεώρησε» πως έφτασε η ώρα να αποκαλύψει σε άνθρωπο το υπερκόσμιο μεγαλείο εκείνης της κοσμο-γονίας, έκρινε πως μόνο μέσα από τον κόσμο των ήχων θα έκανε αυτή την αποκάλυψη. Και εκλεκτός γι’ αυτό το έργο τη μεγάλη ώρα κρίθηκε ο Μπετόβεν!
ΔΙΟΤΙ ΤΙ άλλο είναι η 9η Συμφωνία του, ιδίως εκείνη η θυελλώδης αγωνία της πρώτης κίνησης, παρά η μεγάλη, η υπέρ φύσιν, αυτή η πρώτη ημέρα της δημιουργίας! Όπου η πάλη ανάμεσα στο Χάος και το Είναι, και συνεχής είναι, και ατέρμονη. «Με τις πρώτες νότες του ο Μπετόβεν μας μεταφέρει στο ηχοποιημένο Μηδέν, στο Χάος…», έλεγε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Απ’ αυτό το εναγώνιο Χάος, μόλις μετά από 16 (μουσικά) μέτρα φτάνει να πάρει μορφή το Είναι, να ακουστεί δηλ. το κύριο θέμα. Και την παίρνει άραγε; Αφού σε λίγο πάλι χάνεται, για να ξανακουστεί μετά, και να χαθεί ξανά, σε μια ατέρμονη πάλη με το χάος! Όπως ακριβώς την πρώτη μέρα της Δημιουργίας, όπου «η γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος, και σκότος επάνω της αβύσσου».
ΚΑΙ Η ατέρμονη αυτή μουσική πάλη, η αβέβαιη, δεν τελειώνει με την πρώτη κίνηση της συμφωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η 9η Συμφωνία είναι η μόνη που δεν έχει μετά την πρώτη κίνηση την «κατάληξη» της ηρεμίας μιας αργής δεύτερης κίνησης. Την αγωνία της πρώτης την ακολουθεί μια δεύτερη, με λιγότερη βέβαια αγωνία, και μόλις στην τρίτη κίνηση εμφανίζεται το αργό μέρος, χωρίς και πάλι να λείπει κι απ’ αυτό, ειδικά προς το τέλος του, κάποια ένταση. Δεν είναι δε ανεξήγητο, που στην «παράδοξη» αυτή 9η Συμφωνία, κάνουν την εμφάνισή τους, και για πρώτη φορά στην ιστορία της συμφωνίας, ανθρώπινες φωνές, της χορωδίας, για να βοηθήσουν τα όργανα της ορχήστρας, να εκφράσουν την ύψιστη χαρά της έκτης πια ημέρας της Δημιουργίας. Για το ότι, απ’ εκείνο το Χάος βγήκε έσχατο, ό,τι ήταν πρώτο ως θεϊκός στόχος: Ο Άνθρωπος, αγνός και, ακόμα, άφθορος.
ΑΥΤΟ ΤΟ υπερκόσμιο μεγαλείο εκείνης της Δημιουργίας, κανένα φυσικό αφτί ανθρώπου δεν θα μπορούσε να το ακούσει και να μην «πυρακτωθεί» από τις θείες φλόγες, όπως άλλοτε είχε πάθει η Σεμέλη. Γι’ αυτό και ο Θεός προστάτευσε τον εκλεκτό του, εκείνον που προόριζε να το «ακούσει», αφαιρώντας του σταδιακά τη δυνατότητα της φυσικής ακοής, από το πεπερασμένο δηλ. σώμα του. Δώδεκα χρόνια (από το 1812) κράτησε αυτή η διαδικασία απώλειας της ακοής, του τραγικού συνθέτη. Κι όταν είχε πια πλήρως «απαλλαγεί» το πεπερασμένο σώμα του απ’ αυτή, του αποκάλυψε τότε ο Θεός, στην ακοή πια του άπειρου πνεύματός του, σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο το υπερκόσμιο, το μέγα γεγονός της Δημιουργίας, εκείνο δηλ. που προοριζόταν να είναι μετά η Ένατη Συμφωνία του Μπετόβεν!
Ο ΙΔΙΟΣ ο Μπετόβεν την εποχή αυτή μίλαγε σε επιστολή του προφητικά για το «άπειρο πνεύμα που κλείνεται μέσα στο πεπερασμένο σώμα»! Τι εννοούσε μ’ αυτό, το είδαν πρώτοι, και ενεοί το θαύμασαν, πριν 194 χρόνια, στις 7 Μαΐου, οι Βιεννέζοι, όταν πρώτη φορά ακουγόταν η 9η Συμφωνία, και το αποθέωσαν. Χωρίς ο τραγικός συνθέτης να μπορεί να ακούσει έστω και τον ελάχιστο ήχο απ’ αυτή τη φρενήρη αποθέωση… Και όμως, «ποτέ από την εποχή του Αισχύλου, η ψυχή δεν έχει αισθανθεί τη φρικίαση της γιγάντιας πνοής της προσωπικότητας, όσο την ημέρα εκείνη», λέει κι ο Μενέλαος Παλλάντιος…
Η ΣΕΜΕΛΗ δεν είχε την τύχη τότε να μεταδώσει στους ανθρώπους ό,τι είδε με τα πεπερασμένα της μάτια από το θεϊκό μεγαλείο, παρά το πήρε μαζί της άγνωστο στον Άδη. Ενώ ο Μπετόβεν ό,τι άκουσε με την ακοή του άπειρου πνεύματός του, το κληροδότησε αιώνιο δώρο στους ανθρώπους, ως μουσική στην 9η Συμφωνία, σε Ρε ελάσσονα.
*Διδάκτωρ του ΕΜΠ.