Στην αρχή ήταν με ξύλα, μαχαίρια, στουπί με πετρέλαιο να καίνε μαγαζιά και σπίτια και εκκλησιές, στον Άι Λουκά, το 1956, στην Ερμού, το 1958, να παραλύσουν το εμπόριο, στον Ολυμπιακό, να εξαλείψουν την ελληνική ιστορία, τους μισούς Έλληνες της Λευκωσίας και των άλλων πόλεων σταδιακά, να αποδείξουν την ύπαρξή τους, ύστερα το 1963 να τρέχουν οι Έλληνες από όλες τις άκρες της Λευκωσίας και των άλλων πόλεων να διασώσουν τις ελληνικές συνοικίες, και το 1974 η εισβολή, να κατατρών τη μισή σχεδόν Κύπρο, μια κοινότητα του 18% και να μη σταματούν οι απαιτήσεις, ενώ στην Αμερική δεν διαχωρίζονται στις διακόσιες τόσες αναρίθμητες κοινότητες, εθνικές και θρησκευτικές, εκεί είναι όλοι Αμερικάνοι, αλλά για μας ισχύει το μουσουλμανικό δίκαιο, κι ύστερα μιλούν για πρόοδο της ανθρωπότητας, καλά το είπε ο Θουκυδίδης, ο δυνατός ορίζει και καθορίζει, διατάζει κι οι άλλοι εκτελούν ή οπισθοχωρούν.
Σιγά σιγά μια μεγάλη μερίδα των Ελληνοκυπρίων χώνεψε πως δεν μπορεί να κάμει κάτι, αλλά πρέπει να εφευρίσκει δικαιώματα, το δικαίωμα να κάνουμε επισκέψεις έξω από τα σπίτια μας, το δικαίωμα να πίνουμε καφέ από τους κλέφτες των σπιτιών μας, το δικαίωμα να εκκλησιαζόμαστε ή να απολαμβάνουμε τον ήλιο, τη θάλασσα, τις χαρτοπαικτικές λέσχες της Κερύνειας, το δικαίωμα να φωτογραφίζουμε τα ερείπια τις εκκλησιές και τα νεκροταφεία μας και άλλα τέτοια που ονομάζουμε μάλιστα «αναφαίρετα», για να μην προχωρήσουμε στους θεατρικούς πολιτικούς εκκλησιασμούς, στα θέατρα και θεάματα σε αρχαιολογικούς μας χώρους, αγνώριστους τους έκαμαν.
Πέρασε ανεπιστρεπτί ο καιρός που οι Έλληνες της Κύπρου φώναζαν «όλοι οι πρόσφυγες στα σπίτια τους», τώρα βλέπουν πως όλοι οι έποικοι είναι στα σπίτια μας αλλά οι κυβερνώντες δεν απαιτούν, παρά μόνο αφήνουν τον κύριο εκπρόσωπο των συνοίκων -πόσους θερμούς οπαδούς απέκτησε και στην κοινότητά μας!- να παίρνει ύφος σκυθρωπό, και να απαιτεί, και να εκβιάζει, και να χρονοδιαγραμματεί. Ισότητα σημαίνει να έχουν τα πάντα ίσα, να έχουν το δικαίωμα του βέτο, να μη γίνεται τίποτε σ’ αυτό τον τόπο αν δεν το εγκρίνουν, και βέβαια θα εγκρίνουν μόνο όσα η Τουρκία θεωρεί πως τη συμφέρουν, και ισότητα στη διαχείριση των αερίων αλλά όχι των παραλιών ή της γης ή των άλλων παραγωγικών πόρων του νησιού. Τα δικά τους δικά τους και τα δικά μας πάλι δικά τους, από ανέκδοτο κατάντησε πραγματικότητα, κι εμείς τι να πούμε, «ας συμφάγωμεν, ας επιδείξωμεν την καλήν θέλησιν για επίλυση του προβλήματος», με συνεταίρους εκ των προτέρων ποδηγετουμένους από την Τουρκία, με μια Τουρκία που τα πάντα θεωρεί δικά της, με τέσσερα δάχτυλα ενωμένα χαιρετούν οι πάντες, «ένα κράτος, μια θρησκεία, μια γλώσσα, μια χώρα», κι ενώ όλοι αντιλαμβάνονται τις επεκτατικές της βλέψεις, ακούν τον βλοσυρό Τούρκο πρόεδρο και πρωθυπουργό, τους βλέπουν να γουρλώνουν τα μάτια, να πάσχουν από επεκτατική μανία, σιωπούν και οι μεγάλοι και οι μικροί, θωπεύουν, μην τα βάζεις μαζί τους γιατί βρίζουν, και δεν είναι η πρώτη και δεν είναι λίβελος.
Και πώς θα λυθεί το Κυπριακό χωρίς τις εγγυήσεις της Τουρκίας και χωρίς στρατεύματα, και χωρίς να αποτελούμε επαρχία της; Η κοινότητα λοιπόν των συνοίκων απαιτεί και βέτο, και εγγυήσεις και τουρκικά στρατεύματα και παραμονή τους και νομιμοποίηση της κάθε επέμβασής τους.
Στο μεταξύ εμείς, τις επιτροπές μας, τα δείπνα μας, την καλή μας θέληση για επίλυση, τις επισκέψεις μας, ανοίξτε κι άλλα οδοφράγματα, να κυκλοφορούν ελεύθεροι οι πολίτες. Μα ποιος έκλεισε τους Τουρκοκύπριους στα συρματοπλέγματα τόσα χρόνια; Ο Ντενκτάς. Μια ποιος άνοιξε τα οδοφράγματα; Ο Ντενκτάς. Γιατί οι επισκέψεις των Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα; Γιατί επέτρεψε ο Ντενκτάς. Ποιος κάνει κουμάντο εδώ μέσα τέλος πάντων;