Η χαραυγή του 2019 μάς επιτρέπει να αναζητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο υποδέχθηκαν το νέο έτος στην Κύπρο πριν από έναν αιώνα, το 1919. Η οριστική λήξη του μεγάλου πολέμου λίγες βδομάδες προηγουμένως είχε εκτοξεύσει τη συνήθη αισιοδοξία που γεννιέται με την υποδοχή του νέου έτους. Οι Έλληνες της Κύπρου προσέβλεπαν στο 1919 ως «έτος των μεγίστων ελπίδων και προσδοκιών», όπου θα εκπληρώνονταν τα «δίκαια του Ελληνισμού». Εξάλλου, λίγες μέρες πριν την εκπνοή του 1918, είχε αναχωρήσει για την Ευρώπη η πολυμελής «κυπριακή πρεσβεία», υπό τον Αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ΄, για να υποβάλει επισήμως στους νικητές του πολέμου το αίτημα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Είχε προπεμφθεί μετά «της αγωνιώδους προσδοκίας της εκπληρώσεως των ιερωτάτων και δικαιοτάτων προαιωνίων πόθων της κυπριακής ψυχής».

Στην καθημερινότητα, το εορταστικό κλίμα των Χριστουγέννων του 1918 και της Πρωτοχρονιάς του 1919 είχε επισκιαστεί από μια θανατηφόρα επιδημία γρίπης. Για αυτόν τον λόγο, οι μαθητές και οι μαθήτριες των σχολείων της Λευκωσίας που μετέβησαν στα χωριά τους για τις διακοπές «απεκλείσθησαν, κατά γνωμοδότησιν ιατρικήν, επί τέσσερις ημέρας από της αφίξεώς των προς προφύλαξιν του άλλου μαθητικού κόσμου από της γρίπης». 

Σύμφωνα με τις κυπριακές εφημερίδες της εποχής, η «λώβη της χαρτοπαιξίας» (ο χαρακτηρισμός ανήκει στον Νικόλαο Καταλάνο) φάνηκε ότι υποχώρησε τις μέρες των γιορτών στη Λευκωσία, σε αντίθεση με άλλες πόλεις. Αντίθετα, εκδηλώσεις συστηματικής και οργανωμένης φιλανθρωπίας καταγράφονται σε όλες τις πόλεις, με τη διανομή στις άπορες οικογένειες χρημάτων, ενδυμάτων και υποδημάτων από τα σωματεία («Φιλόπτωχος Αδελφότης» υπήρχε ακόμη και στην Πάφο.) Όπως είχε καθιερωθεί, τα σωματεία των πόλεων τέλεσαν τις ετήσιες γιορτές τους. Η Φιλόπτωχος Αδελφότης «Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος» στη Λευκωσία, με πρόεδρο τον Ν. Γ. Παπαδόπουλο, διοργάνωσε καλλιτεχνική εκδήλωση, με μουσική, απαγγελίες, τραγούδια και κλήρωση λαχείου, με μεγάλη επιτυχία. Ανάλογη «λαμπρά και μεγαλοπρεπής» γιορτή έγινε και στο Εκθετοτροφείο Λευκωσίας, ενώ στη Λεμεσό οι κεντρικές εκδηλώσεις ήταν τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων η ημερίδα της «Ομάδος των Ελληνίδων κυριών» υπέρ των απόρων μαθητευομένων και ο πρωτοχρονιάτικος χορός στη Λέσχη «Ένωσις» υπέρ του Δημοτικού Πτωχοκομείου. Σύμφωνα με μια εκτίμηση (της εφημερίδας «Κυπριακός Φύλαξ»), το ποσό που διατέθηκε για φιλανθρωπικούς σκοπούς στις μέρες των γιορτών στην κυπριακή πρωτεύουσα έφτανε τις 500 λίρες, πέρα από το ποσό των 1.200 λιρών που αποδιδόταν μέσω του επιτηδευματικού φόρου στο Πτωχοκομείο. Κεντρική εκδήλωση στη Λευκωσία ήταν, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, στο Αναγνωστήριο «Αγάπη του Λαού» (με ψυχή τον Ν. Καταλάνο), «η από πολλών ετών καθιερωμένη χοροεσπερίς διεξαχθείσα εν αδιαπτώτω φαιδρότητι μετά πολλής πάντοτε κοσμιότητος και ελληνοπρεπείας. Πυκνοί όμιλοι νέων εχόρευσαν μετά αξιοσημειώτου δεξιότητος και χάριτος εθνικούς και ευρωπαϊκούς χορούς, ομάς δε ερασιμόλπων ανέμελψαν εθνικά και άλλα φαιδρά άσματα, εξ ων φαίνεται η ευοίωνος επίδοσις μεγάλης μερίδος της παρ’ ημίν νεότητος εις υψηλάς και ευκόσμους ψυχαγωγίας». Κατά τα άλλα, κατά το έθος, ευλογήθηκαν αρκετοί αρραβώνες και τελέστηκαν αρκετοί γάμοι «καλλίστων νέων και σεμνοτάτων και συμπαθεστάτων δεσποινίδων».

Ως προς την εμπορική κίνηση, οι σχετικές διαφημίσεις έδειχναν ότι το τέλος του πολέμου έφερνε μια νέα εποχή: Το βιβλιοπωλείο «Κοραής» του Απόστολου Χ. Ιωαννίδη, στη Λευκωσία, διαφήμιζε τη «μελανοφόρον πέννα “Jewel” ως το χρησιμώτερον και μάλλον ευπρόσδεκτον πρωτοχρονιάτικον δώρον δι’ όλας και δι’ όλους». Την ίδια ώρα ο Β. Σ. Πετρίδης, γενικός αντιπρόσωπος των αυτοκινήτων Ford στην Κύπρο, πληροφορούσε ότι «έφθασεν ήδη η πρώτη αποστολή των αναμενομένων αυτοκινήτων Ford, εντός ολίγου δε φθάνει και η δευτέρα αποστολή». Η τιμή του αυτοκινήτου, «παρά τους διαρκείς υψωμούς όλων των αναγκαιούντων υλικών και τας διακυμάνσεις του δολαρίου», είχε διατηρηθεί στις 220 λίρες… Από την άλλη, ο Φίλιππος Γεωργίου, «ο δοκιμώτατος και αρχαιότατος τυροκόμος εξ Αθηαίνου», με τα βραβευμένα χαλλούμια και κεφαλοτύρια, γνωστοποιούσε ότι αναλάμβανε «την κατασκευήν τοιούτων είτε επί μισθώ είτε επί συνεταιρισμώ μετά προσώπου ή προσώπων διατεθειμένων να διαθέσωσι προς τούτο τα αναγκαία κεφάλαια», και στη Μόρφου, το «ζαχαροπλαστείον και μπαρ “Ο Βενιζέλος”», του Χαρ. Κ. Κωνσταντινίδη, δήλωνε ότι διέθετε «διαρκή παρακαταθήκη γλυκισμάτων, μετά πολλής τέχνης κατασκευασμένων». Στη Λευκωσία, η Τράπεζα Κύπρου, «με κεφάλαιον 200.000 λιρών διηρημένον εις 50.000 μετοχάς εκ τεσσάρων λιρών εκάστης», δεχόταν καταθέσεις «αποδοτέας εις πρώτην ζήτησιν ατόκως» ή μετά από ένα έτος με επιτόκιο 3% και μετά από δύο χρόνια με 4%. Ήταν από τις Πρωτοχρονιές που οι Κύπριοι δικαιούνταν να χαμογελάσουν…

Φίλες και φίλοι, καλή χρονιά!

*Αναπλ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

www.papapolyviou.com