Ευτύχησα να είμαι κόρη ενός καλού ανθρώπου που είχε αρχές αλλά και κότσια. Προσπαθούσε πάντα να βοηθά και να μην αδικεί κανέναν.
Ήταν ένα φτωχαδάκι από ένα μικρό χωριό της Πάφου. Φοίτησε πρώτα στο ελληνικό δημοτικό, διψούσε για γράμματα και επειδή η οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν του επέτρεπε να πάει στην πόλη, στο γυμνάσιο, φοίτησε και στις τελευταίες τάξεις του τούρκικου δημοτικού, οπότε μιλούσε άπταιστα τα Τούρκικα. Αργότερα φρόντισε να μάθει να μιλά άπταιστα και τα Αγγλικά. Όταν ήταν στην εφηβεία, η περιουσία των γονιών του υποθηκεύτηκε στον τοκογλύφο της περιοχής και κινδύνευε να κατασχεθεί. Προσπαθούσε να βρει δουλειά, οπότε ζήτησε επίμονα συστατική επιστολή από ένα χωριανό με διασυνδέσεις στην πόλη. Στην πολλή επιμονή του, αυτός του έδωσε συστατική αλλά του επέστησε την προσοχή να μην την ανοίξει αλλά να την παραδώσει κλειστή στον φάκελο. Αυτό κίνησε υποψίες στον νεαρό και μόλις έφυγε απ’εκεί, άνοιξε τον φάκελο που έγραφε: «ο νεαρός που σου φέρνει τον φάκελο με ζάλισε να του δώσω συστατική. Μην τον λάβεις υπόψη σου, διώξε τον». Αυτό ήταν και το πρώτο μάθημα σε ποιους πρέπει να έχει κάποιος εμπιστοσύνη. Τελικά γράφτηκε στην Αστυνομία στα 17, ένα χρόνο πιο νωρίς απ’ ό,τι έπρεπε αφού έκαμε ψευδή δήλωση για την ηλικία, κάτι που το πλήρωσε αργότερα όταν αφυπηρέτησε ένα χρόνο νωρίτερα από το κανονικό. Η ανάγκη να εργαστεί ήταν μεγάλη και πάντα μας έλεγε εφόσον βρεις πόρτα «κράνοιχτη» (μισάνοικτη), βάλε το πόδι σου να μην κλείσει, σπρώξε και μπες μέσα. Κατάφερε και έσωσε την περιουσία των γονιών του από τα αρπακτικά. Σιγά-σιγά απέκτησε φήμη καλού ανθρώπου στην επαρχία του και προχώρησε στην υπηρεσία του.
Έφυγε για πάντα σχετικά νωρίς. Χρόνια μετά τον θάνατό του ψώνιζα σε ένα κατάστημα και δεν θυμάμαι πώς, ανέφερα ότι ο πατέρας μου υπηρέτησε στην Αστυνομία. Ο καταστηματάρχης με ρώτησε το όνομά του και όταν του είπα, γύρισε, με είδε και μου ανακοίνωσε ότι «ο πατέρας σου με έβαλε φυλακή». Ενστικτωδώς με περιέλουσε κρύος ιδρώτας και γύρισα να φύγω, οπότε συμπλήρωσε «τον ευγνωμονώ». Σε μια εποχή που ο κρατούμενος έτρωγε το ξύλο της αρκούδας, μου είπε ότι δεν τον άγγιξε, αλλά τον συμβούλευσε σαν να ήταν γιος του. Μετά από σύντομη θητεία στη φυλακή, έγινε ένας τίμιος καταστηματάρχης.
Αφορμή να τα θυμηθώ αυτά ήταν ένα άρθρο που διάβασα για κάποιο πρόσωπο που εργάζεται στο γραφείο του μπαμπά και είναι εντελώς απενοχοποιημένο για τα ακριβά γούστα που έχει, που προφανώς πιστεύει ότι η ζωή του χρωστά να έχει τα καλύτερα, τα πιο ακριβά. Ένα πρόσωπο που όχι μόνο δεν βρήκε την πόρτα «κράνοιχτη», τη βρήκε ολάνοιχτη και εργοδοτήθηκε αμέσως σε έτοιμη εταιρεία, που βασίστηκε στην περιουσία του μπαμπά.
Πόσοι έχουν ανάλογες ευκαιρίες στη ζωή τους;
Εργάστηκα χρόνια στην εκπαίδευση και πέρασαν από τα χέρια μου πολλά ικανότατα, πανέξυπνα παιδιά, που οι γονείς τους δεν είχαν την ευχέρεια να τα στείλουν σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία και ακριβά πανεπιστήμια. Προσπαθούσαν να βρουν μια δουλειά να βοηθήσουν την οικογένεια και έβρισκαν πόρτες κλειστές. Δεν «έκτισαν» ένα λαμπρό βιογραφικό όπως άλλοι, π.χ. όταν ο πατέρας είναι σε θέση-κλειδί, απαιτεί όλα τα άρθρα που δημοσιεύονται να συμπεριλαμβάνουν και το όνομά του παιδιού του.
Λυπάμαι, αλλά δεν εκτιμώ αυτούς τους ανθρώπους, ούτε καν τους ζηλεύω. Έμαθαν ότι «δικαιούνται», είναι λέει απενοχοποιημένοι όταν ξοδεύουν για μια ενδυμασία όσα παίρνει μια οικογένεια για να ζήσει έναν ολόκληρο μήνα. Κούφιοι άνθρωποι.
Εκτιμώ τον πρώην μαθητή μου, που ενώ η οικογένεια δεν είχε να τον σπουδάσει, δούλευε στο μπακάλικο του θείου στο εξωτερικό και έμενε μαζί του ώστε να τελειώσει το πανεπιστήμιο. Εκτιμώ το κοριτσάκι που όταν «βρέθηκε η τύχη του», πήρε υποτροφία και σπούδασε και προχώρησε όπως ήταν το όνειρό της. Εκτιμώ μια πρασινομάτα κουκλίτσα με σοβαρό πρόβλημα υγείας που ενώ είναι ολομόναχη στον κόσμο, αγωνίζεται να δίνει τον καλύτερό της εαυτό στη δουλειά της και να προσφέρει και στους γύρω της. Εκτιμώ έναν πρώην ποδοσφαιριστή που ενώ οι οικογενειακές συνθήκες δεν του επέτρεψαν να σπουδάσει, «βάλλει γυαλιά» με τα γραφόμενά του σε πολλούς διπλωματούχους.
Επομένως, μην προσπαθείτε να μας εντυπωσιάσετε με φωτογραφίες μπροστά στις πισίνες σας ή για τα ακριβά σας ρούχα. Και λυπούμαι και για εκείνους που παίζουν το παιγνίδι τέτοιων ανθρώπων παρουσιάζοντας ότι επάξια παίρνουν ανώτερες θέσεις.
Ήταν ένα φτωχαδάκι από ένα μικρό χωριό της Πάφου. Φοίτησε πρώτα στο ελληνικό δημοτικό, διψούσε για γράμματα και επειδή η οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν του επέτρεπε να πάει στην πόλη, στο γυμνάσιο, φοίτησε και στις τελευταίες τάξεις του τούρκικου δημοτικού, οπότε μιλούσε άπταιστα τα Τούρκικα. Αργότερα φρόντισε να μάθει να μιλά άπταιστα και τα Αγγλικά. Όταν ήταν στην εφηβεία, η περιουσία των γονιών του υποθηκεύτηκε στον τοκογλύφο της περιοχής και κινδύνευε να κατασχεθεί. Προσπαθούσε να βρει δουλειά, οπότε ζήτησε επίμονα συστατική επιστολή από ένα χωριανό με διασυνδέσεις στην πόλη. Στην πολλή επιμονή του, αυτός του έδωσε συστατική αλλά του επέστησε την προσοχή να μην την ανοίξει αλλά να την παραδώσει κλειστή στον φάκελο. Αυτό κίνησε υποψίες στον νεαρό και μόλις έφυγε απ’εκεί, άνοιξε τον φάκελο που έγραφε: «ο νεαρός που σου φέρνει τον φάκελο με ζάλισε να του δώσω συστατική. Μην τον λάβεις υπόψη σου, διώξε τον». Αυτό ήταν και το πρώτο μάθημα σε ποιους πρέπει να έχει κάποιος εμπιστοσύνη. Τελικά γράφτηκε στην Αστυνομία στα 17, ένα χρόνο πιο νωρίς απ’ ό,τι έπρεπε αφού έκαμε ψευδή δήλωση για την ηλικία, κάτι που το πλήρωσε αργότερα όταν αφυπηρέτησε ένα χρόνο νωρίτερα από το κανονικό. Η ανάγκη να εργαστεί ήταν μεγάλη και πάντα μας έλεγε εφόσον βρεις πόρτα «κράνοιχτη» (μισάνοικτη), βάλε το πόδι σου να μην κλείσει, σπρώξε και μπες μέσα. Κατάφερε και έσωσε την περιουσία των γονιών του από τα αρπακτικά. Σιγά-σιγά απέκτησε φήμη καλού ανθρώπου στην επαρχία του και προχώρησε στην υπηρεσία του.
Έφυγε για πάντα σχετικά νωρίς. Χρόνια μετά τον θάνατό του ψώνιζα σε ένα κατάστημα και δεν θυμάμαι πώς, ανέφερα ότι ο πατέρας μου υπηρέτησε στην Αστυνομία. Ο καταστηματάρχης με ρώτησε το όνομά του και όταν του είπα, γύρισε, με είδε και μου ανακοίνωσε ότι «ο πατέρας σου με έβαλε φυλακή». Ενστικτωδώς με περιέλουσε κρύος ιδρώτας και γύρισα να φύγω, οπότε συμπλήρωσε «τον ευγνωμονώ». Σε μια εποχή που ο κρατούμενος έτρωγε το ξύλο της αρκούδας, μου είπε ότι δεν τον άγγιξε, αλλά τον συμβούλευσε σαν να ήταν γιος του. Μετά από σύντομη θητεία στη φυλακή, έγινε ένας τίμιος καταστηματάρχης.
Αφορμή να τα θυμηθώ αυτά ήταν ένα άρθρο που διάβασα για κάποιο πρόσωπο που εργάζεται στο γραφείο του μπαμπά και είναι εντελώς απενοχοποιημένο για τα ακριβά γούστα που έχει, που προφανώς πιστεύει ότι η ζωή του χρωστά να έχει τα καλύτερα, τα πιο ακριβά. Ένα πρόσωπο που όχι μόνο δεν βρήκε την πόρτα «κράνοιχτη», τη βρήκε ολάνοιχτη και εργοδοτήθηκε αμέσως σε έτοιμη εταιρεία, που βασίστηκε στην περιουσία του μπαμπά.
Πόσοι έχουν ανάλογες ευκαιρίες στη ζωή τους;
Εργάστηκα χρόνια στην εκπαίδευση και πέρασαν από τα χέρια μου πολλά ικανότατα, πανέξυπνα παιδιά, που οι γονείς τους δεν είχαν την ευχέρεια να τα στείλουν σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία και ακριβά πανεπιστήμια. Προσπαθούσαν να βρουν μια δουλειά να βοηθήσουν την οικογένεια και έβρισκαν πόρτες κλειστές. Δεν «έκτισαν» ένα λαμπρό βιογραφικό όπως άλλοι, π.χ. όταν ο πατέρας είναι σε θέση-κλειδί, απαιτεί όλα τα άρθρα που δημοσιεύονται να συμπεριλαμβάνουν και το όνομά του παιδιού του.
Λυπάμαι, αλλά δεν εκτιμώ αυτούς τους ανθρώπους, ούτε καν τους ζηλεύω. Έμαθαν ότι «δικαιούνται», είναι λέει απενοχοποιημένοι όταν ξοδεύουν για μια ενδυμασία όσα παίρνει μια οικογένεια για να ζήσει έναν ολόκληρο μήνα. Κούφιοι άνθρωποι.
Εκτιμώ τον πρώην μαθητή μου, που ενώ η οικογένεια δεν είχε να τον σπουδάσει, δούλευε στο μπακάλικο του θείου στο εξωτερικό και έμενε μαζί του ώστε να τελειώσει το πανεπιστήμιο. Εκτιμώ το κοριτσάκι που όταν «βρέθηκε η τύχη του», πήρε υποτροφία και σπούδασε και προχώρησε όπως ήταν το όνειρό της. Εκτιμώ μια πρασινομάτα κουκλίτσα με σοβαρό πρόβλημα υγείας που ενώ είναι ολομόναχη στον κόσμο, αγωνίζεται να δίνει τον καλύτερό της εαυτό στη δουλειά της και να προσφέρει και στους γύρω της. Εκτιμώ έναν πρώην ποδοσφαιριστή που ενώ οι οικογενειακές συνθήκες δεν του επέτρεψαν να σπουδάσει, «βάλλει γυαλιά» με τα γραφόμενά του σε πολλούς διπλωματούχους.
Επομένως, μην προσπαθείτε να μας εντυπωσιάσετε με φωτογραφίες μπροστά στις πισίνες σας ή για τα ακριβά σας ρούχα. Και λυπούμαι και για εκείνους που παίζουν το παιγνίδι τέτοιων ανθρώπων παρουσιάζοντας ότι επάξια παίρνουν ανώτερες θέσεις.