Τριήμερο των Αγίων Πάντων, στη Γαλλία του ’80, τότε που τα φοιτητικά δωμάτια δεν είχαν τηλέφωνο, όταν ένα πετραδάκι κτύπησε στο τζάμι μου. Κάτω στον δρόμο στέκονταν οι «Τρεις Σωματοφύλακές» μου, μεταπτυχιακοί φοιτητές, που είχαν πάρει υπό την προστασία τους την πρωτοετή φοιτήτρια. Μου φώναξαν λοιπόν ο Άθως, ο Ανδρέας και ο Νίκος:
-Πάμε Ισπανία για το τριήμερο. Έρχεσαι;

 
Ετοίμασα με μιας ένα σακίδιο και βρέθηκα στο αυτοκίνητό τους. Από μικρή ονειρευόμουν να επισκεφθώ την Ιβηρική χερσόνησο, αφού στην πόλη μου έβλεπα κατά διαστήματα να κυκλοφορούν σπανιόλες «αρτίστες» με κορμιά λαμπάδα και μάτια φωτιά, που έρχονταν στο νησί με θιάσους και χόρευαν σε καμπαρέ. Όταν πηγαίναμε οικογενειακώς νυχτερινό κινηματογράφο στο Γιορδαμλή ή στο Ριάλτο, περνώντας από την πλατεία Ηρώων, ακούγονταν ως έξω οι μουσικές φλαμέγκο κι εγώ κοντοστεκόμουν με την ελπίδα να ανοίξει η πόρτα για να τις δω έστω και σε μια φευγαλέα στιγμή, να χτυπούν τα πόδια τους στο σανίδι, να ανοιγοκλείνουν τα χέρια τους, που έμοιαζαν κάποτε με φτερά, έτοιμες να απογειωθούν ή κρατώντας ένα σπαθί σαν να βρίσκονταν σε ταυρομαχία.
 
Ένιωσα περηφάνια όταν ο Ισπανός τελωνειακός στάμπαρε το διαβατήριό μου, αφού κάθε σφραγίδα ήταν τρανή απόδειξη πως περάσαμε τα σύνορα μιας άλλης χώρας. Στην Κύπρο και δη της παραλιακής μου πόλης του Νότου, τα σύνορά μας τέλειωναν εκεί που άρχιζε η θάλασσα, ενώ στα βόρεια του νησιού είχαμε «τα σύνορα μας στην Κερύνεια».
 
Φτάσαμε στη Βαρκελώνη, της οποίας μέχρι τότε δεν γνώριζα ούτε την ποδοσφαιρική ομάδα, ούτε το όνομα. Στις μέρες μας, θα είχαμε κλείσει δωμάτια από το διαδίκτυο και προγραμματίσει τη διαδρομή μας στο google map του κινητού μας. Δεν διαθέταμε τέτοιες ευκολίες τότε, είχαμε όμως τις εκπλήξεις, το τυχαίο και το απρόοπτο, εκείνη τη γλυκιά γεύση, του πρωτόγνωρου.
 
Ανύποπτη και θαμπωμένη, βρέθηκα στην ανατολική πρόσοψη του καθεδρικού ναού της Sagrada Família, μπροστά από το θαύμα της Γέννησης. Έμοιαζε σαν ένας θεόρατος πύργος από άμμο, έτοιμος να αγγίξει τον ουρανό. Έλειπε η στέγη και το μεγαλύτερο μέρος του ναού εφόσον από το 1883 οι εργασίες αποπεράτωσης συνεχίζονταν με αργούς ρυθμούς, βασισμένες πάντα στα αρχιτεκτονικά σχέδια του Gaudí, ο οποίος συνδύαζε τον γοτθικό ρυθμό με μορφές Μοντερνισμού. 
 
Στην επιστροφή μας, διανυκτερεύσαμε σε μια πανσιόν, στο Portbou, ένα ισπανικό ψαροχώρι. Τη νύχτα φυσούσε ένας μανιασμένος άνεμος και τα κύματα από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα έσπαζαν στα παράθυρά μας, ενώ στα δρομάκια του άδειου χωριού δεν ακούγονταν παρά τενεκεδάκια που τα έπαιρνε ο άνεμος και οι γάτες που νιαούριζαν απελπισμένα.
 
Η ιδιοκτήτρια, η señora Concepción με οδήγησε σε μια κάμαρη με ένα σχεδόν παιδικό κρεβάτι. Ήταν γεμάτη με πάνινες κούκλες άλλης εποχής και από τους τοίχους κρεμόντουσαν Μαντόνες και Εσταυρωμένοι, που δεν έμοιαζαν καθόλου με τη δική μας Παναγία ή τον Χριστό της Βυζαντινής τέχνης, τις εικόνες των ορθόδοξων ναών μας ή με τις οικείες μορφές του «Έλληνα», του δικού μας Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.
 
Η επόμενη μέρα ξημέρωσε με ένα λαμπρό ήλιο. Στην κουζίνα με περίμεναν «Οι Τρεις Σωματοφύλακες» ενώ η κυρία Concepción τηγάνιζε churros για το πρόγευμα, τα οποία φάγαμε πασπαλισμένα με ζάχαρη και κανέλα και βουτώντας τα σε κούπες ζεστής σοκολάτας.
 
Στο μακρύ τραπέζι είχε ένα επιπλέον σερβίτσιο. Ο señor Alfonso που εκτός από Catalán, τη διάλεκτο της περιοχής μιλούσε και ισπανικά, μας εξήγησε στα Castellano, πως είχαν μια κόρη την οποία οι Φρανκικοί τους πήραν σε ηλικία 7 ετών, κατά τον Εμφύλιο όταν οι ίδιοι, αντιστασιακοί, βρίσκονταν φυλακή. Σαρανταπέντε χρόνια από τότε, δεν σταμάτησαν ποτέ να της στρώνουν στο τραπέζι και να την περιμένουν.
 
 
Υποσημείωση:
Τα έργα στη Sagrada Família συνεχίζονται. Οι γερανοί θα φύγουν το 2026, όταν θα έχει ολοκληρωθεί ο ναός, ημερομηνία που συμπίπτει με την επέτειο 100 χρόνων από τον θάνατο του Gaudí. Το νησί μας είναι σήμερα γεμάτο γερανούς που ανεγείρουν Πύργους της Βαβέλ. Οι δικοί μας αγνοούμενοι  κηδεύονται  μέχρι σήμερα, 45 χρόνια μετά, σε μικρά κασονάκια με λιγοστά οστά και όσους συγγενείς βρίσκονται ακόμη εν ζωή. Αυτές είναι οι Θείες Οικογένειες της Κύπρου που για δεκαετίες καρτερούσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα, στρώνοντας συχνά ένα επιπλέον πιάτο στο τραπέζι.
dena.toumazi@gmail.com