Για πολλοστή φορά το ΕΔΑΔ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) καταδικάζει την Κυπριακή Δημοκρατία για τον τρόπο που η Νομική Υπηρεσία διαχειρίστηκε μιαν υπόθεση. Αυτή τη φορά, αφορά υπόθεση έμφυλης βίας. Η καταδίκη αποτελεί ηχηρότατο κόλαφο. Είναι ντροπιαστική. Μάλιστα, κατονομάζει ως τον φέροντα την κύρια ευθύνη τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Σάββα Αγγελίδη.

Επισφραγίζει με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο όσα για χρόνια υποστηρίζαμε αναφορικά με την εξοργιστική μέθοδο που χρησιμοποιεί το δίδυμο της ηγεσίας στη Νομική Υπηρεσία, να μοιράζει αναστολές ποινικής δίωξης κατά το δοκούν. Μάλιστα, χωρίς να δίδει την παραμικρή εξήγηση. Βιάζοντας με βάναυσο τρόπο το δημόσιο συμφέρον το οποίο προτάσσει για να δικαιολογήσει ανάλογες αποφάσεις (π.χ. υπόθεση Κατσουνωτού). Ή να μην προβεί σε ποινικές διώξεις σε άλλες περιπτώσεις (π.χ. υπόθεση Θανάση).

Την ώρα που η κοινωνία σπαράζει από φόνους γυναικών, βιασμούς, ενδοοικογενειακή βία και ακραία σεξιστικά στερεότυπα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν μας κατηγορεί απλώς για κάποια διαδικαστικά λάθη. Μας καταδικάζει επειδή, όπως λέει ρητά, οι Αρχές απέτυχαν να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των θυμάτων. Επειδή αγνόησαν καταγγελίες. Επειδή δεν έδρασαν προληπτικά. Επειδή έδειξαν τέτοια αδιαφορία που συνιστά –σύμφωνα με το ίδιο το Δικαστήριο– παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.

Το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η στάση αυτή δεν συνιστούσε αντικειμενική και ευαίσθητη διαχείριση υπόθεσης έμφυλης βίας, αλλά αντίθετα αντανακλούσε προκαταλήψεις και στερεοτυπικές αντιλήψεις. Επέκρινε τη χρήση γλώσσας που προδίδει σεξιστικά στερεότυπα και ενδέχεται να πλήττει την εμπιστοσύνη των θυμάτων στο σύστημα δικαιοσύνης. Κατέληξε ότι οι ενέργειες των κυπριακών Αρχών όχι μόνο δεν εξασφάλισαν την προστασία του θύματος, αλλά συνέβαλαν σε δευτερογενή θυματοποίησή του, γεγονός που συνιστά και μορφή διάκρισης λόγω φύλου.

Και πού βρίσκεται η Νομική Υπηρεσία σε όλα αυτά; Στο κέντρο του προβλήματος. Εδώ και χρόνια η ηγεσία της αμφισβητείται για τις πρακτικές, τις μεθοδεύσεις, τις καθυστερήσεις και τις επιλεκτικές διώξεις. Η απόφαση του ΕΔΑΔ δεν είναι μια ακόμη απλή επίπληξη. Είναι το τελικό κτύπημα. Το επιστέγασμα της απώλειας αξιοπιστίας. Η απόλυτη καταδίκη μιας κουλτούρας, που πνίγει την ευθύνη στο βαρύγδουπο θεσμικό λεξιλόγιο και σε δελτία τύπου γεμάτα φληναφήματα.

Αναδεικνύεται με ανησυχητική σαφήνεια ότι οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας λειτουργούν ως ανεξέλεγκτο κέντρο εξουσίας, με τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν καταλυτικά –και χωρίς λογοδοσία– στη ροή της δικαιοσύνης. Με μια απλή υπογραφή, μπορούν να απαλλάσσουν πρόσωπα από κάθε ποινική διερεύνηση, χωρίς καν να μπουν στον κόπο να εξηγήσουν το γιατί.

Δεν στηρίζονται σε διαφανή κριτήρια, δεν δεσμεύονται από καμία διαδικασία, και δεν δίνουν λόγο σε κανέναν. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση την οποία είχε καταγγείλει ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης όταν ο κ. Αγγελίδης είχε παραχωρήσει αναστολή ποινικής δίωξης σε πρώην πελάτη του δικηγορικού του γραφείου για τον οποίο ανέφερε στην έρευνα ότι δεν τον θυμόταν!

Και τι κάνει ο Σάββας Αγγελίδης, ο άνθρωπος που βρίσκεται στο αξίωμα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα; Βγαίνει δημόσια, μετά τη συντριπτική καταδίκη, και δηλώνει ότι αναλαμβάνει την ευθύνη. Αλλά –προσέξτε– απλώς φραστικά. Όχι εμπράκτως. Όχι με παραίτηση. Με λόγια. Ξερά. Αποστειρωμένα. Σαν να διαβάζει προσχέδιο δικαιολογητικής επιστολής μαθητή προς το σχολείο του για ένα ήσσονος σημασίας λαθάκι.

Όχι, κύριε Αγγελίδη. Δεν είναι αυτός ο τρόπος που πρέπει να αναλαμβάνεται η ευθύνη από όποιον κατέχει δημόσιο αξίωμα και οι αποφάσεις του επηρεάζουν την πατρίδα του. Απαιτείται παραίτηση όταν η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη ή όταν προσβάλλει τη χώρα του. Η ευθύνη πραγματικά αναλαμβάνεται μόνο όταν πεις «φεύγω γιατί απέτυχα». Όταν έχεις το θάρρος να σταθείς μπροστά στο λαό και να του πεις «συγγνώμη γιατί σας εξέθεσα».

Αντί γι’ αυτό, εσύ λες ότι θα συνεχίσεις να ασκείς εξουσία, σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Σαν να μη διασύρθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία.

Επιπροσθέτως, πρέπει να τονιστεί ότι ο κατηγορούμενος στον οποίο δόθηκε αναστολή ποινικής δίωξης είναι πολιτικό πρόσωπο. Ανήκει στο ίδιο κόμμα με τον κ. Αγγελίδη. Πώς να απαγορεύσει κάποιος στον κάθε καχύποπτο να προβεί σε συνειρμούς;  

Δεν φταίει, όμως, μόνο ο ίδιος. Φταίνε κι εκείνοι που τον διόρισαν. Φταίνε κι εκείνοι που τον στηρίζουν. Φταίνε όσοι σιωπούν. Όσοι θεωρούν ότι η παραίτηση είναι μια ρομαντική πολυτέλεια, μια παρωχημένη πράξη αξιοπρέπειας. Φταίμε κι εμείς, που το ανεχόμαστε.

Η εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος δεν υπηρετείται πια με εξηγήσεις, ανακοινώσεις και υποσχέσεις. Υπηρετείται μόνο με την παραίτηση του Γενικού και του Βοηθού Εισαγγελέα. Οφείλουν να αντιληφθούν πως έχει χαθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το πρόσωπό τους. Πως κάθε ενέργειά τους αμφισβητείται και εκτρέφουν ολοένα και μεγαλύτερη καχυποψία.

Η παραμονή τους στη Νομική Υπηρεσία, απλώς, παρατείνει την απαξίωση. Υπάρχουν στιγμές, που η πραγματική δύναμη δεν βρίσκεται στην επιμονή, αλλά στην υποχώρηση. Η αξιοπρέπεια επιβάλλει να αποχωρείς όταν δεν σε πιστεύει πια κανείς.

Όχι, δεν είναι προσωπικό το θέμα. Είναι θεσμικό. Αλλά στους θεσμούς κάποιοι έχουν όνομα και επώνυμο. Και το δικό σας, κύριε Αγγελίδη, θα μείνει στην ιστορία για όλους τους λάθος λόγους. Η θέση σας πλέον δεν είναι απλώς επιβαρυμένη. Είναι απαξιωμένη. Κάθε μέρα που περνά χωρίς την παραίτησή σας, είναι ακόμη μια μέρα που υπονομεύεται το ίδιο το κράτος δικαίου.

Αν διαθέτετε ίχνος ευθιξίας πηγαίνετε σπίτι σας. Μην αερολογείτε μιλώντας για ανάληψη ευθύνης. Δείξτε την στην πράξη. Διαφορετικά δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να σας φωνάξουμε: Ντροπή!