Είναι εμφανές ότι η προεκλογική περίοδος που διανύουμε φέρνει μαζί της την αντιπαράθεση, τη σύγκρουση – με ή χωρίς αντίκρισμα – αλλά και όπως αποτυπώνεται ξεκάθαρα από τον δημόσιο, πολιτικό διάλογο, την από μέρους ορισμένων εκλογικών επιτελείων υλοποίηση μιας επικοινωνιακής στρατηγικής με αρνητικούς στόχους. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει και αλλού, ο αρνητικός στόχος είναι ευκολότερος από ένα θετικό στόχο, καθώς ο πρώτος αντανακλάται στην καταστροφή του αντιπάλου, ενώ ο δεύτερος στην οικοδόμηση ενός νέους επιχειρήματος. Επόμενο είναι, λοιπόν, με τη σειρά τους, οι αρνητικοί στόχοι να φέρνουν μαζί τους την πληροφορία με αρνητικό περιεχόμενο για τον αντίπαλο˙ πληροφορία, η οποία υπερβαίνει τα διακριτά όρια της απλής άσκησης κριτικής και αγγίζει την εχθρική ενέργεια, ενδεχομένως σε κάποιες περιπτώσεις τη συκοφαντία και τη δυσφήμιση.
Είναι, όμως, τελικά η δυσφήμιση η καλύτερη διαφήμιση; Αυθόρμητα, θα μπορούσε να απαντήσει κανείς καταφατικά. Επιστημονικές μελέτες των τελευταίων δεκαετιών αποδεικνύουν περίτρανα ότι τα αρνητικά στοιχεία που διέπουν την προσωπικότητα ενός υποψηφίου αποτελούν βασικό κριτήριο για τους ψηφοφόρους με έναν περαιτέρω εντατικοποιημένο τρόπο, εν αντιθέσει με τα θετικά στοιχεία. Με άλλα λόγια, πιο εύκολα θα ψηφίσει κανείς εναντίον ενός υποψηφίου με αρνητικά στοιχεία στο ενεργητικό του, παρά υπέρ ενός υποψηφίου με θετικά στοιχεία. Συνήθως, οι υποψήφιοι με τα αρνητικά χαρακτηριστικά, δηλαδή τα μη αποδεκτά από το ευρύ κοινό, διοχετεύουν εξίσου αρνητικές πληροφορίες για τους υποψηφίους με θετικά στοιχεία είτε στα μέσα μαζικής επικοινωνίας, είτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ηλεκτρονικά και μη! Οι ίδιες μελέτες αναφέρουν ότι η αρνητική πληροφορία, ιδιαίτερα αυτή που διασπείρεται με έντονο και γρήγορο τρόπο και ρυθμό, γίνεται πολλές φορές αντιληπτή ως ανήθικη και πολλές φορές μη πιστευτή. Ταυτόχρονα, επειδή ακριβώς στον αποδέκτη της πληροφορίας γεννιέται δικαίως η υποψία του ανυπόστατου της είδησης, εύκολα καλλιεργείται η εντύπωση της λιγότερο δίκαιης διαχείρισης του υποψηφίου με τα θετικά στοιχεία, γι’ αυτό και η αρνητική πληροφορία καταλήγει από μη πιστευτή σε μη αποδεκτή. Επομένως, το αποτύπωμα της πληροφορίας με αρνητικό περιεχόμενο αντανακλάται στη μη θετική αξιολόγηση του υποψηφίου που τη διακινεί, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την αποστασιοποίησή του από το εκλογικό σώμα.
Τί συνοδεύει όμως την αρνητική πληροφορία; Στην προσπάθεια να γίνει πιστευτή, συνήθως συνοδεύεται από οπτικοακουστικό ή/και φωτογραφικό υλικό. Εδώ, το μη αποδεκτό που χαρακτηρίζει την εν λόγω πληροφορία εντατικοποιείται, καθώς το προαναφερθέν υλικό, έστω κι αν αποτελεί συνοδεία μιας κακής είδησης, λειτουργεί αντίστροφα και ως εκ τούτου, φωτίζει ακόμα περισσότερο τα θετικά στοιχεία του «κατηγορουμένου». Εάν για παράδειγμα διοχετεύσουμε στον τύπο μια αρνητική πληροφορία για τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, Barack Obama, του οποίου η προσωπικότητα στην πλειονότητά της διέπεται από θετικά στοιχεία, και τη συνοδεύσουμε με φωτογραφικό υλικό από τους αγώνες δρόμου με τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ εντός του Λευκού Οίκου, μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε ότι μάλλον η αρνητική πληροφορία θα μετατραπεί σε θετική διαφήμιση για τον ίδιο. Βέβαια, μια τέτοια ενέργεια, όπως είναι φυσικό, θα αφήσει αρνητικό αποτύπωμα σε μια σημαντική μερίδα του κοινού, ωστόσο οι δυνατές, θετικές εικόνες και το αίσθημα της μη δίκαιης μεταχείρισης θα ενισχύσουν σημαντικά την προσωπικότητα που βρίσκεται στο στόχαστρο.
*Πολιτικός επιστήμων, επικεφαλής της IS Pegasus Coaching & Consulting Ltd