Απαξίωση. Αυτό είναι το συμπέρασμα της κοινής δημοσκόπησης που παρουσίασαν την Τρίτη ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Δημοσκοπήσεων Ερευνών Αγοράς Κύπρου, στην οποία συμμετείχαν όλα τα μέλη του ΣΕΔΕΑΚ. Και τα αποτελέσματα αυτά δεν αποτελούν ασφαλώς μία δυσάρεστη έκπληξη. Διότι ήταν αναμενόμενα. Εμπεδώσαμε εξάλλου την απαξίωση των πολιτών προς τους θεσμούς και τα κόμματα εδώ και χρόνια. Το βλέπουμε, το βιώνουμε, το αντιλαμβανόμαστε σε διάφορες εκφάνσεις. Μία απαξίωση γενική και αόριστη προς κάθε φορέα εξουσίας, προς κάθε σύστημα εξουσίας. Απλά μία ακόμα έρευνα ήρθε να επιβεβαιώσει όλα αυτά τα οποία όλοι διαπιστώνουμε. Όλοι εξόν από τους ίδιους τους υπεύθυνους και αρμόδιους. Αυτούς που πρώτοι έπρεπε εδώ και χρόνια να ευαισθητοποιηθούν και να αναρωτηθούν για το φτύσιμο που δέχονται πατόκορφα με την πρώτη ευκαιρία. Για το γύρισμα της πλάτης και την αδιαφορία που εισπράττουν, η οποία πηγάζει από την έλλειψη εκτίμησης και σεβασμού. Και εδώ είναι δυστυχώς και η μεγάλη μας και μεγάλη τους δυστυχία. Στην αδυναμία τους να αντιληφθούν την πραγματικότητα…

Η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους πολιτικούς βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, σύμφωνα με την έρευνα, με τους συμμετέχοντες σε αυτή να δίνουν σε πολιτικούς, Κυβέρνηση και Βουλή απροβίβαστο. 

Και όλα αυτά έχουν ακόμα μεγαλύτερη σημασία σε μία εποχή προεκλογική. Διότι πλέον αυτή η απαξίωση δεν εκφράζεται μόνο στην αποχή. Ξεκίνησε ως διαμαρτυρία από τη μη συμμετοχή στις κάλπες, έγινε σε κάποιες περιπτώσεις ψήφος διαμαρτυρίας και σήμερα εκφράζεται ακόμα πιο έντονα με αμφισβήτηση ακόμα και των ίδιων των κομματικών διαδικασιών. 

Δεν είναι θέμα του ΔΗΣΥ, ούτε του ΑΚΕΛ, ούτε του ΔΗΚΟ, ούτε της ΕΔΕΚ, ούτε κανενός από τα υπόλοιπα κόμματα, αλλά είναι θέμα ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, η απαξίωση η οποία πλέον μετατρέπεται σε μία τόσο έντονη αμφισβήτηση. Η οποία αμφισβήτηση δεν εξαντλείται μόνο στη γενική και αόριστη κριτική αλλά είναι συγκεκριμένη και αφορά τον γενικότερο τρόπο λειτουργίας τους. Αυτό είναι που πρέπει να ταρακουνήσει συθέμελα όλους. Αυτό είναι που πρέπει να αποτελέσει την αιτία για μια ουσιαστική αυτοκριτική. Διότι σήμερα κανένα κόμμα δεν μπορεί να νιώθει ικανοποιημένο με τα όσα βλέπει να καταγράφονται ως αντιδράσεις της κοινωνίας των πολιτών σε σχέση με τις διεργασίες και τις αποφάσεις τους για τις προεδρικές εκλογές. Ποτέ άλλωστε στην ιστορία τα κόμματα δεν τελούσαν σε τόσο μεγάλο βαθμό υπό αμφισβήτηση όσο σήμερα. Ποτέ η εσωστρέφεια και οι τάσεις διάσπασης δεν ήταν μία γενική απειλή για όλους. Ποτέ ίσως και τα ίδια τα κόμματα να μην ήταν σε τόσο δύσκολη θέση έχοντας να διαχειριστούν αντιδράσεις των ίδιων των μελών τους. 

Διανύουμε μία περίοδο όπου το κομματικό σύστημα της Κύπρου βρίσκεται ίσως στην πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του, με το κάθε κόμμα να είναι αντιμέτωπο ακόμα και με τους πιο φανατικούς οπαδούς του σε κάποιες περιπτώσεις. Ποτέ ίσως στην ιστορία τους, οι διεργασίες των κομμάτων για τις προεδρικές εκλογές και οι αποφάσεις τους δεν αμφισβητήθηκαν και δεν συνάντησαν τόσες αντιδράσεις και σε τέτοιο βαθμό. Και μάλιστα η αμφισβήτηση και οι αντιδράσεις αφορούν όλους τους χώρους και όχι κάποιο ή κάποιους εξ αυτών. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει απλά ότι τα κόμματα, ως φορείς έκφρασης εξουσίας, θα πρέπει να αλλάξουν ουσιαστικά και ριζικά τον τρόπο που λειτουργούν, εάν πραγματικά θέλουν να επιβιώσουν και να μπορούν να διαδραματίζουν τον ρόλο τους ως κύτταρα δημοκρατίας. Και είναι οι πρώτοι φορείς που πρέπει να το κάνουν, διότι από τα κόμματα ξεκινούν και πολλά άλλα. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τα κόμματα είναι οι φορείς που μπορούν να ανοίξουν τις πόρτες προς την κοινωνία των πολιτών για μία πιο συμμετοχική δημοκρατία. Και το άνοιγμα της πόρτας δεν σημαίνει πανηγυρικές συγκεντρώσεις ή φιλικές συναθροίσεις. Σημαίνει συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. Δικαίωμα λόγου και άποψης, η οποία να εκφράζεται μέσα από ψήφο, τουλάχιστον για τα μεγάλα και σημαντικά ζητήματα, όπως είναι η απόφαση για τις προεδρικές εκλογές ή απόφαση για τη στελέχωση των ψηφοδελτίων για τις βουλευτικές εκλογές ή άλλες εκλογικές αναμετρήσεις. 

ΥΓ: Επειδή σίγουρα όλα τα κόμματα έχουν να αντιπαραθέσουν σε αυτό το πόσο δημοκρατικές είναι οι διαδικασίες τους, η απάντηση είναι ότι προφανώς δεν πείθουν. Διότι είναι εμφανές ότι κάτι πάει λάθος…