Bρισκόμαστε ίσως πιο κοντά από όσο ποτέ άλλοτε στα πρόθυρα μιας γενικευμένης σύρραξης, ενός παγκόσμιου πολέμου. Μίας σύρραξης, η προέκταση της οποίας μπορεί να είναι τέτοια ώστε να είναι και η τελική. Όχι, ως η τελική μάχη του καλού με το κακό για διαχωρισμό των καλόπαιδων από τα διαβολόπαιδα, όπως μας είπε ο άγιος Μόρφου, αλλά, σύμφωνα πάντα με το σκεπτικό του ίδιου ιεράρχη που «με πίσω του με ομπρός του» έχει για να αγχώνεται, σαν μία «εγχείρηση» αυτοκτονίας του πλανήτη, με βέβαιη την καταστροφική του κατάληξη. 

Είναι πολλοί οι λόγοι για τους οποίους φτάσαμε σήμερα εδώ, στο κατώφλι της απόλυτης καταστροφής, ακροβατώντας πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί. Η κατάσταση δεν σηκώνει απλουστευμένες αναλύσεις και στρατευμένες θεωρίες εξυπηρέτησης συμφερόντων ένθεν και ένθεν. Το σίγουρο είναι ότι δεν φτάσαμε στο σημερινό σημείο από τη μια μέρα στην άλλη. Και ασφαλώς, ανεξαρτήτως των αιτιών που οδήγησαν στο σήμερα, τίποτα δεν δικαιολογεί τη φρίκη ενός πολέμου, την καταπάτηση του διεθνούς δικαίου και τον πόνο και τον όλεθρο που προκαλείται στους ανθρώπους.

Και ιδιαίτερα για εμάς εδώ στην Κύπρο, όπου η επίκληση του διεθνούς δικαίου είναι επί 48 χρόνια στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Η επίκληση και η αναφορά στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, πέρα από πολιτικό σύνθημα, έχει μία βαθιά και ουσιαστική σημασία στις ισορροπίες του παγκόσμιου πολιτικού συστήματος. Η ειρήνη μεταξύ των λαών δεν είναι η ισορροπία του τρόμου, ούτε η επιβολή του δικαίου του ισχυρού έναντι του αδυνάτου και ούτε ασφαλώς μια διαχείριση συμφερόντων των κρατών. Δυστυχώς όμως, η αναφορά στο διεθνές δίκαιο και στον σεβασμό της κυριαρχίας των λαών, υπόκειται στη μέγγενη των πολιτικών συμφερόντων που αποτελεί ουσιαστικά και την αιτία της αποτυχίας όλων των προσπαθειών που έγιναν με τη δημιουργία διεθνών οργανισμών επιτήρησης και διασφάλισης της ειρήνης στον πλανήτη. Από την Κοινωνία των Εθνών, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και σε ευρωπαϊκό έδαφος, στην προσπάθεια μετεξέλιξης της ΕΟΚ σε μία ένωση κρατών. Και ναι, μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο επικράτησε μία μακρά περίοδος ειρήνης. Η φλόγα του πολέμου όμως δεν έπαψε να σιγοκαίει και κατά καιρούς άναβε σε διάφορα σημεία του πλανήτη, απειλώντας μια γενικότερη ανάφλεξη. Κορέα, Βιετνάμ, Κύπρος, Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία, Λιβύη και πάει λέγοντας. 

Φτάνουμε και στα δικά μας. Μιας χώρας μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία δέχθηκε εισβολή, παραμένει υπό κατοχή από το 1974 και μέχρι και σήμερα υφίσταται τις απειλές και τις επιθέσεις της Τουρκίας. Στην παρέμβασή του ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών, προχθές, ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Κασουλίδης σημείωσε, σύμφωνα με την ανταπόκριση του ΚΥΠΕ, πως για έναν ανεξήγητο λόγο η Τουρκία παραμένει στο απυρόβλητο και εξακολουθεί να το παίζει ανενόχλητη σε δύο ταμπλό. Όπως ανέφερε ο ΥΠΕΞ., κανείς δεν ρωτά την Τουρκία γιατί ως μέλος του ΝΑΤΟ και ως υποψήφια χώρα της ΕΕ, δεν συμμετέχει στις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και δεν κλείνει τους αιθέρες της στα ρωσικά αεροσκάφη. Ε, καλημέρα τζιαι έφεξεν υπουργέ μου!

Σύμφωνα μάλιστα με τα ρεπορτάζ από τη Βουλή, ο υπουργός Εξωτερικών δήλωσε πως έστειλε επιστολή στον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ζοζέπ Μπορέλ, με την οποία ζητά εξηγήσεις για τον ρόλο της Τουρκίας. Τόνισε δε πως η Τουρκία θα αποθρασυνθεί εντελώς, αν η διαχρονική της στάση να παίζει τον ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου, διεκδικώντας μάλιστα και ρόλο μεσολαβητή στην κρίση, δεν έχει συνέπειες. Και διάβασε και ο Τσαβούσογλου τις δηλώσεις του Κύπριου υπουργού Εξωτερικών και από προχθές μένει ξάγρυπνος, ανησυχώντας για τις συνέπειες που θα έχει η Τουρκία. 

Βέβαια η κριτική δεν είναι προσωπική προς τον κ. Κασουλίδη αλλά είναι γενικότερη προς κάθε κατεύθυνση για τη μέχρι σήμερα διαχείριση της τουρκικής εισβολής και κατοχής. Αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι την πρώτη μέρα της ρωσικής εισβολής, ξέχασε ο ίδιος και το υπουργείο του την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Προχωρώντας όμως παρακάτω, έχει απόλυτο δίκαιο ο Ιωάννης Κασουλίδης επί της ουσίας των αναφορών του και σε αυτό που επισημαίνει προς τον Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ. Όχι ως προς την ουδετερότητα της Τουρκίας και την επιδίωξη οφέλους από την κρίση, αλλά ως προς την ανοχή της διεθνούς κοινότητας γενικότερα αλλά και ενός οργανισμού όπως είναι η ΕΕ ειδικότερα προς μία κατοχική δύναμη με επιθετική συμπεριφορά έναντι ενός κράτους μέλους του. Μια ΕΕ που στην περίπτωση της Κύπρου, αποδεικνύει την αδυναμία της και την αποτυχία μετεξέλιξής της σε έναν συμπαγή συνασπισμό κρατών με κοινή εξωτερική πολιτική, σε τόσα ξεκάθαρα ζητήματα. Σήμερα, σπεύδει η ΕΕ να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία και να καταδικάσει μία εισβολή. Και καλώς το πράττει. Όπως επίσης καλώς πράττει με τις πολιτικές που μελετά για τη διαχείριση μιας νέας προσφυγικής κρίσης στους κόλπους της. 

Το θέμα όμως δεν εξαντλείται εδώ. Ακόμα και όταν η κρίση στη Ουκρανία, που κορυφώθηκε με την ρωσική εισβολή, τελειώσει, ο πλανήτης θα συνεχίσει να είναι ένα απέραντο ναρκοπέδιο. Συνέπεια από την μια της επεκτατικής πολιτικής ορισμένων κρατών και από την άλλη, της αδυναμίας όρθωσης αναστήματος από μέρους των διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, είτε αυτός είναι ο ΟΗΕ, είτε είναι η ΕΕ είτε οποιοσδήποτε άλλος, να υπερασπιστούν με σθένος το διεθνές δίκαιο και την κυριαρχία των κρατών και να δουλέψουν πραγματικά για την παγκόσμια ειρήνη. 

Διότι η ειρήνη δεν χτίζεται επιλεκτικά, αλλά συλλογικά. Σε κάθε γωνιά της γης. Από την Κύπρο και την Ουκρανία μέχρι το Αφγανιστάν…