Ο Σύνδεσμος Ιδιωτικών Φροντιστηρίων Κύπρου (ΣΙΦΚ) από της ίδρυσής του (1981) ανήκει στη δύναμη του ΚΕΒΕ, απ’ όπου αντλεί κύρος και δύναμη για να προχωρεί. Είναι νομικά κατοχυρωμένος, λειτουργεί ενισχυτικά, πολλαπλασιαστικά και βοηθά τους μαθητές να ανταπεξέλθουν στις εκπαιδευτικές απαιτήσεις της σχολικής ζωής.
Ο κλάδος της εκπαίδευσης και ειδικότερα τα ιδιωτικά φροντιστήρια, που αναμφισβήτητα αποτελούν κομμάτι της κυπριακής εκπαίδευσης και παιδείας, έχει πληγεί ανεπανόρθωτα με την πανδημία του covid 19. Μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα που περνά η ανθρωπότητα, ο κλάδος των ιδιωτικών φροντιστηρίων έχει απομονωθεί και παραγκωνισθεί σε βαθμό που αρκετές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να κλείσουν.
Ένα από τα βασικά προβλήματα του κλάδου είναι ο αθέμιτος ανταγωνισμός.
Ο σύνδεσμος έχει να αντιμετωπίσει σωρεία παρανόμους, οι οποίοι είτε είναι οι δημόσιοι εκπαιδευτικοί, που με έξυπνες μεθόδους παραδίδουν απογευματινά μαθήματα χωρίς να εντοπίζονται από τις αρμόδιες αρχές, είτε είναι οι εκπαιδευτικοί που διδάσκουν σε χώρους μη εγκεκριμένους και χωρίς τις απαιτούμενες προδιαγραφές με βάση το νόμο.
Ακριβώς σε αυτές τις περιπτώσεις που γίνονται τα μαθήματα κατ’ οίκο, είναι αναγκαίο να ελεγχθεί το ποινικό μητρώο του εκπαιδευτή για να μην εκτίθενται τα παιδιά σε κάποιο κίνδυνο. Κίνδυνοι όμως για το παιδιά, στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να είναι και η ακαταλληλότητα του χώρου, αν αυτός είναι σε υπόγειο και δεν έχει τον απαιτούμενο εξαερισμό ή αν ο χώρος είναι σε όροφο πολυκατοικίας και δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής σε περίπτωση σεισμού ή πυρκαγιάς.
Ένα πάγιο αίτημα του συνδέσμου, το οποίο αποτελεί λόγο και κίνητρο να αρθεί η παρανομία, είναι η μοριοδότηση των εκπαιδευτικών που εργάζονται στα ιδιωτικά φροντιστήρια, η οποία θα άρει την αδικία και τη δυσμενή διάκριση εις βάρος ενός καθηγητή στη φροντιστηριακή εκπαίδευση που επιβιώνει σε ένα πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Αυτό που σίγουρα θα συνδράμει στην πάταξη της παρανομίας στη φροντιστηριακή εκπαίδευση είναι η συμμετοχή του ΣΙΦΚ στη Συμβουλευτική Επιτροπή, που κύριο ρόλο έχει την εποπτεία όλων των φροντιστηρίων.
Οι νόμιμοι φροντιστηριούχοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν τους νόμους, των οποίων το κόστος εφαρμογής είναι αρκετά ψηλό και σε πολλές περιπτώσεις δυσβάστακτο.
Οι νόμιμοι φροντιστηριούχοι δεν ζητούν τίποτα το παράλογο, ζητούν απλά το κράτος να εφαρμόσει τους νόμους. Πώς είναι δυνατόν να απαιτείται εφαρμογή του διεθνούς δικαίου όταν το ίδιο το κράτος αδυνατεί να εφαρμόσει τους δικούς του νόμους; Γι’ αυτό το λόγο, οι επηρεαζόμενοι νόμιμοι φροντιστηριούχοι δηλώνουν πολλές φορές αδυναμία να καταγγείλουν τους παράνομους, από φόβο μη γίνουν στόχος εκδίκησης, τόσο οι ίδιοι όσο και οι οικογένειες τους. Γι’ αυτό, ο ΣΙΦΚ ζητά από το Υπουργείο Παιδείας να εξεύρει αποτελεσματικούς τρόπους ελέγχου των παράνομων ιδιωτικών φροντιστηρίων.
Γενικά, το πρόβλημα της παραπαιδείας έχει πολλές επιπτώσεις στην κοινωνία.
Δεν εισπράττονται οι απαιτούμενοι φόροι και σίγουρα δεν δηλώνεται η παράνομη εργασία. Επομένως, με την ανοχή του ισχύοντος συστήματος, η παραοικονομία και φοροδιαφυγή ευνοούνται αντί να πατάσσονται.
Είναι κοινώς αποδεκτό ότι, με τη λειτουργία των φροντιστηρίων, επέρχεται μείωση στην ανεργία, εφόσον εξασφαλίζονται αρκετές θέσεις εργασίας. Γύρω από τα φροντιστήρια αναπτύσσεται και τροφοδοτείται ένα ολόκληρο δίκτυο συναφών επαγγελμάτων, όπως (γραμματείς, οδηγοί λεωφορείων, εκδοτικοί οίκοι, φροντίστριες, βιβλιοπωλεία, διαφημιστικά γραφεία, εφημερίδες)
Ο σκοπός και ο στόχος των νόμιμων φροντιστηρίων είναι να στηρίξουν τους μαθητές, είτε με εμπέδωση της πρωινής ύλης είτε με εμπλουτισμό των μαθημάτων για ανάπτυξη περισσοτέρων δεξιοτήτων, παρέχοντάς τους περισσότερα εφόδια βοηθητικά για τη μετέπειτα επαγγελματική τους πορεία. Σίγουρα, δεν υποκαθιστούν το σχολείο, αλλά λειτουργούν ενισχυτικά.
Ο ΣΙΦΚ προτρέπει τους μαθητές να εγγράφονται ΜΟΝΟ σε νόμιμα φροντιστήρια, για διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών που λαμβάνουν.
* Λειτουργός ΚΕΒΕ