Στο διάσημο δεύτερο βιβλίο των Φυσικών ο Αριστοτέλης εξετάζει θέματα της φιλοσοφίας της φύσης. Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος επιστρέφει στις απαρχές της Φιλοσοφίας και τα ερωτήματα των πρώτων φυσιολόγων για την αρχή των όντων. Σκοπός της πραγματείας του είναι η γνώση: Γνωρίζουμε κάτι μόνο όταν συλλάβουμε το γιατί, τις αιτίες του. Για πρώτη φορά οι αιτίες είναι τέσσερις (η ύλη, το είδος, η κίνηση και το τέλος, δηλαδή ο σκοπός) σε αντίθεση με τις θεωρίες της πλειοψηφίας των Προσωκρατικών οι οποίοι αναζητούσαν την αρχή μόνο στην ύλη (ο Θαλής στο ύδωρ, ο Ηράκλειτος στη φωτιά, ο Αναξιμένης στον αέρα, ο Εμπεδοκλής στη μείξη και διαχωρισμό των τεσσάρων στοιχείων). 
Στο τέταρτο κεφάλαιο, ωστόσο, μας περιμένει μία έκπληξη. Έχοντας ήδη εκθέσει τη θεωρία των 4 αιτίων, ο συγγραφέας διερωτάται για την τύχη. Μπορεί να περιληφθεί στα αίτια;
«Η τύχη και το αυτόματο θεωρούνται και αυτά αίτια, και λέμε ότι πολλά πράγματα είναι ή γίνονται εξαιτίας της τύχης και εξαιτίας του αυτόματου. Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε με ποιον τρόπο η τύχη και το αυτόματο εντάσσονται στα αίτια που αναφέραμε, αν η τύχη και το αυτόματο ταυτίζονται ή όχι, και γενικά τι είναι τύχη και το αυτόματο.» Φυσικά 195b 31-35
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Ένας άνθρωπος πηγαίνει στην αγορά. Εκεί συναντά κάποιον που του χρωστάει χρήματα και τα εισπράττει. Δεν πήγε, όμως, στην αγορά για τον συγκεκριμένο σκοπό (για να εισπράξει τα χρήματα) ούτε συχνάζει εκεί. Επομένως, καταλήγει ο Αριστοτέλης, η τύχη είναι αιτία «κατά συμβεβηκός»: «Λέμε λοιπόν ότι ήρθε κατά τύχη, ενώ αν το είχε επιλέξει και είχε έρθει με αυτόν τον σκοπό ή σύχναζε εκεί πάντοτε ή συνήθως, θα λέγαμε ότι δεν ήρθε κατά τύχη. Άρα είναι φανερό ότι η τύχη είναι αιτία ‘κατά συμβεβηκός’ σε πράγματα που είναι αποτέλεσμα προαίρεσης και γίνονται για κάποιο σκοπό. Συνεπώς η σκέψη και η τύχη έχουν το ίδιο αντικείμενο- αφού δεν υπάρχει προαίρεση χωρίς σκέψη.
Τα αίτια λοιπόν, από τα οποία θα μπορούσε να προκύψει ένα αποτέλεσμα τύχης, είναι κατ’ ανάγκη αόριστα [ακαθόριστα]». Φυσικά 197a 1-9
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί και μία επιπλέον έννοια. Εισάγει το «αυτόματον» και το διακρίνει από την τύχη. Η διαφορά μεταξύ των δύο, όπως θα φανεί στη συνέχεια, εδράζει στο εξωτερικό και εσωτερικό αίτιο (Φυσικά 197b 35-37). Στην ουσία ο Αριστοτέλης αποδίδει την τύχη μόνο στην ανθρώπινη πράξη, ενώ «το αυτόματον επεκτείνεται και στα άλλα έμβια όντα και πολλά άψυχα» (197b 14-15).
Γιατί όμως ο συγγραφέας των Φυσικών να ασχοληθεί με την έννοια της τύχης και μάλιστα όταν ορίζει την επιστήμη της Φυσικής. Η τύχη, ως έννοια, έχει συζητηθεί σε άλλα έργα (Περί γενέσεων και φθοράς, Μετά τα φυσικά, Αναλυτικά ύστερα, Ρητορική), ωστόσο, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο φιλόσοφος αφιερώνει κεφάλαια στην τύχη στα Φυσικά και αναρωτιέται αν πρέπει να περιληφθεί ως αίτιο. Εμπίπτει η τύχη στη δικαιοδοσία της Φυσικής που ως επιστήμη μελετά τα φαινόμενα που συμβαίνουν πάντοτε ή ως επί το πλείστον (ως επί το πολύ) με τον ίδιο τρόπο;
Τα αίτια της τύχης είναι απειράριθμα (άπειρα) και ακαθόριστα (αόριστα) ενώ οι Προσωκρατικοί (τη Φυσική των οποίων εξετάζει ο Αριστοτέλης) δεν την περιέλαβαν στα αίτια. 
Είναι η τυχαιότητα χαρακτηριστικό του σύμπαντος; Περιλαμβάνεται ως αίτιο στη δημιουργία του κόσμου; Ποιος είναι ο ρόλος της τύχης στην Κοσμική δημιουργία; Τα ερωτήματα αυτά ερευνώνται εκ νέου από τη σύγχρονη Φυσική που αποδίδει την τυχαιότητα ως την πολυπαραγοντική αιτία τη στιγμή του Big Bang.
Το σύμπαν υπακούει σε νόμους. Δεν «συνωμοτεί» για εμάς, γιατί κάτι τέτοιο προϋποθέτει προαίρεση. Και το σύμπαν δεν δίνει δεκάρα για το τι θέλει καθένας από εμάς στην απειροελάχιστη ζωή που ζούμε.

*Η δρ Έλσα Νικολαΐδου διδάσκει Φιλοσοφία στο Med High.