In Memoriam._
Σάββατο απόγευμα. Και, εκεί που περπατούσα μέσα στο κρύο της Αθήνας, εκείνος ο βόμβος του κινητού στην τσέπη, ότι έχω κάποιο μήνυμα ή γνωστοποίηση, όπως το λένε (notification). Κοντοστάθηκα, κοίταξα, πάγωσα!
Πέθανε ο Θάνος Μικρούτσικος!
Αμέσως, μα αμέσως όμως, ήρθε στο στόμα μου το «ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό» -έτσι μου εντυπώθηκε από την πρώτη φορά που άκουσα στον Σταυρό του Νότου (το πιο εμβληματικό του έργο, στο οποίο μας σύστησε και μας έμαθε την ποίηση του Νίκου Καββαδία) τον Federico Garcia Lorca.
Και, ακούγοντας και τραγουδώντας το, ανάρτησα από το YouTube το σχετικό βίντεο στο Facebook και στο Twitter. Οι στίχοι του Καββαδία ανακατεύτηκαν άναρχα μέσα μου. Μού ήταν αδύνατον να τους τιθασεύσω:
«Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό. Παντιέρες πάγαιναν, του ανέμου συνοδειά, και ξεκινούσαν οι παντιέρες του θανάτου. Τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς τον βοριά, τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλλει. Ατσίγγανε κι αφέντη μου, με τι να σε στολίσω; Φέρτε το μαυριτάνικο το σκουτί το πορφυρό. Κοπέλλες απ’ το Δίστομο, φέρτε νερό και ξδι, κι απάνω στη φορά σου δεμένος σταυρωτά, σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι.»
Την ίδια στιγμή, λες και ήμασταν όλοι συνεννοημένοι, γέμισε όλο το Διαδίκτυο με ίδιες, απαράλλακτες αναρτήσεις. Ένα προσωπάκι «σπασμένο» ή με δάκρυ, και ένα τραγούδι. Πλημμύρισε η Ελλάδα Μικρούτσικο. Όλοι ακούγαμε ολονών τα τραγούδια. Μία, και δύο, και πολλές φορές. Μια πάνδημη, μουσική κηδεία, μέσα σε κλίμα βαρύ, χρονιάρες μέρες.
Τα λόγια ελάχιστα. Ένα «ευχαριστώ», κι ένα «αντίο». Όσα ξεπερνούσαν τις δυο λέξεις, ήταν φλυαρία.
Όταν ήρθε η νύχτα και ησύχασε και η υπόλοιπη πόλη από τα διαρκή ρεβεγιόν της, απλώθηκε μια χειμωνιάτικη σιωπή υπέροχη! Μέσα σ’ αυτή χάθηκα με τις σκέψεις μου.
Πόσους τεράστιους ανθρώπους της τέχνης έβγαλε και βγάζει ακόμα αυτός ο τόπος, ανεξάρτητα από τις καλές ή και άσχημες περιόδους που περνάει. Έτσι κι αλλιώς, σε τούτη τη χώρα, εναλλάσσονται με απίστευτους ρυθμούς. Ποιητές, συγγραφείς, διανοούμενους, φιλοσόφους, ζωγράφους, γλύπτες, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, μουσικούς, τραγουδιστές…
Αυτοί κρατούν ίσιο το καράβι της Ελλάδος.
Από τα «ηλεκτρονικά στεφάνια» (ας πούμε έτσι τις αναρτήσεις στα social media), που κατατέθηκαν από προχθές, ξεχωρίζω αυτά:
«… Nothing in his life
Became him like the leaving it.
Τους στίχους από τον Macbeth θυμήθηκα όταν έμαθα χθες για τον θάνατο του Θάνου Μικρούτσικου. Λίγες μέρες πριν, από το νοσοκομείο, είχε ζητήσει από τον κόσμο φέτος, αντί για άλλα δώρα, να δώσει αίμα. Με είχε συγκινήσει η δήλωση, από έναν άνθρωπο που βλέπει το τέλος τόσο κοντά -και η σκέψη που πηγαίνει στο καλό των άλλων, στη συνέχεια της ζωής. Και το ίδιο πνεύμα συνεχίστηκε με το φιλάνθρωπο αίτημα της οικογένειάς του, να κατατεθούν αντί στεφάνων χρήματα για τα ασυνόδευτα ανήλικα (της Μόριας). Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει…» – Απόστολος Δοξιάδης, Έλληνας συγγραφέας και διανοούμενος, βοηθός-συντονιστής για τους ασυνόδευτους ανήλικους πρόσφυγες.
«Με μεγάλη λύπη έμαθα ότι ο Θάνος Μικρούτσικος απεβίωσε. Ένας πολύ μεγάλος συνθέτης, ένας θαυμάσιος μουσικός, ένας καλλιεργημένος, γοητευτικός άνθρωπος. Τον Νοέμβριο του 2015, σε μία εκδήλωση μνήμης για τον Γιάννη Ρίτσο, η δική του ερμηνεία της «Σονάτας υπό το Σεληνόφως» του μεγάλου μας ποιητή ήταν σαγηνευτική, αθάνατη. Ένα μεγάλο πνεύμα. Αναπαύσου εν Ειρήνη, RIP.» – John Kittmer, Άγγλος ακαδημαϊκός, ελληνιστής, ερευνητής του έργου του Ρίτσου και πρώην πρέσβης της Βρετανίας στην Ελλάδα.