Ο Χρυσόστομος Π. Ρουσής, πρώην διευθυντής σχολείων Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης, επισημαίνει λάθη στη χρήση της γλώσσας μας.
- «Αυτό που διαφαίνεται πλέον ως “επιτακτική αναγκαιότητα” είναι ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόποι συνεννόησης της εκτελεστικής με τη νομοθετική εξουσία» (αντί του ορθού: επιτακτική ανάγκη – λέμε: εθνική/ πολιτική αναγκαιότητα).
Λέμε και γράφουμε: «Είναι αδήριτη η ανάγκη να στραφεί η εκπαίδευση και η ευρύτερη παιδεία στην καλλιέργεια της ηθικής και της αρετής» – «Η αναγκαιότητα της ειρήνης/ συνεργασίας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί».
Επιτακτικός: α) διατακτικός β) απαραίτητος) – Aνάγκη: η επιβεβλημένη υποχρέωση. Aναγκαιότητα, αναγκαίος (= αναπόφευκτος) (Γ. Μπαμπινιώτης). - «Κι όμως, το παράδοξο, “στη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας”, είναι ότι, ενώ βασιλεύει ο φόβος και η οργή για το πρωτοφανές κλίμα ακρίβειας, να ψηφίζει ΝΔ» (αντί του ορθού: στη μεγάλη πλειονότητα του λαού μας).
- «Οι προβληματισμοί θα πρέπει να επεκταθούν και προς την κατεύθυνση του υφυπουργείου Τουρισμού, όπου και εκεί “τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα”» (αντί του ορθού: τα πράγματα δεν είναι καλύτερα – η λέξη «πολύ» πλεονάζει στον συγκριτικό).
- «Έχω δεσμευτεί ότι στο επόμενο Υπουργικό Συμβούλιο θα έχουμε “πολλές περισσότερες” γυναίκες» (αντί του ορθού: πιο πολλές γυναίκες – τελικά οι γυναίκες είναι πολλές ή είναι περισσότερες;).
- «Ή Ελεγκτική Υπηρεσία, μετά από έρευνα που διενήργησε καθηκόντως, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι “καμία” παραβίαση νόμου ή κανονισμού “παρατηρήθηκε” σε όλη τη διαδικασία επιλογής αιτήσεων». (αντί του ορθού: καμία παραβίαση νόμου ή κανονισμού “δεν” παρατηρήθηκε).
- «Η επίδοση στην έρευνα PIRLS “μετρείται με βάση μια κλίμακα” που διαμορφώθηκε κατά την πρώτη υλοποίηση της έρευνας» (αντί του ορθού: μετριέται με βάση μια κλίμακα).
(μετρώ, παθ. φωνή μετριέμαι/ μετρούμαι: Μετριέμαι κι εγώ/ μετριέται κι αυτός στους θαυμαστές της Σοσιαλδημοκρατίας των Σκανδιναβικών χωρών). - «Οι καταγγελίες “αφορούν σε” ή “αφορούν” δύο πολύ σημαντικούς θεσμούς της Δημοκρατίας». Το ρήμα «αφορώ σε» (επίσημη χρήση) σημαίνει «αποβλέπω σε». Το ρήμα «αφορώ» χωρίς το «σε» (= αναφέρομαι σε) (καθημερινή χρήση της γλώσσας): Το θέμα «αφορά» τους χειρισμούς του Κυπριακού – Η ερώτηση δεν «αφορά σε» αυτό το θέμα. Αυτό «αφορά στους» χειρισμούς του Προέδρου.