Οι νέες απαιτήσεις σχετικά με τη δυνατότητα υποβολής αίτησης για κυπριακή υπηκοότητα έχουν εισαγάγει τόσες πολλές προϋποθέσεις που είναι σχεδόν αδύνατο για τους αιτητές να τις πληρούν. Αυτοί οι νέοι περιορισμοί είναι, συνοπτικά, οι εξής:

 – Οι αιτητές πρέπει να διαμένουν στην Κύπρο για 12 μήνες συνεχώς πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης – η απουσία από την Κύπρο για έως και 90 ημέρες δεν διακόπτει την περίοδο των 12 μηνών.

 – Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν καλό χαρακτήρα.

 – Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας και πρέπει να υποβληθούν σε γραπτή εξέταση για να το αποδείξουν.

 – Οι υποψήφιοι πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν επαρκή γνώση της τοπικής πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας και να ελεγχθούν από 3μελή εξεταστική επιτροπή.

 – Πρέπει να διαθέτουν κατάλληλη στέγαση και σταθερούς οικονομικούς πόρους για τη συντήρηση του αιτούντος και της εξαρτώμενης οικογένειάς του.

 – Πρέπει να έχουν πραγματική πρόθεση να διαμείνουν στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 – Αιτητές ασύλου ή κάτοχοι διατάγματος διεθνούς προστασίας, αλλοδαποί φοιτητές κλπ δεν λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς υπολογισμού του χρόνου παραμονής στην Κύπρο.

 – Οι αιτούντες πρέπει να πληρούν όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις και η αίτησή τους θα απορριφθεί, έστω και εάν μία από τις προϋποθέσεις δεν τηρείται.

Οι νέες απαιτήσεις έχουν αναδρομική ισχύ και αυτό ισχύει για αιτήσεις που έχουν υποβληθεί ακόμη και πριν από την ψήφιση του νέου τροποποιημένου νόμου (3/2024).

Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτοί και άλλοι περιορισμοί ισχύουν για τις χώρες της ΕΕ με εξαίρεση την Ιρλανδία και τη Δανία, που επέλεξαν να εξαιρεθούν.

Επειδή υπάρχουν πολλές άλλες προϋποθέσεις, προτείνουμε στους αιτητές να ζητούσαν τη συμβουλή ενός δικηγόρου ή του Υπουργείου Εσωτερικών, για να λάβουν τις πλήρεις απαιτήσεις.

Επιπλέον, οι αλλοδαποί εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης μπορούν πλέον να αποκτήσουν κυπριακή υπηκοότητα εάν διέμεναν στην Κύπρο για μικρότερο χρονικό διάστημα τεσσάρων και πέντε ετών (ανάλογα με τα προσόντα τους), σε αντίθεση με τα προηγούμενα επτά χρόνια.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης ορίζονται ως «άτομα με προηγμένες τεχνικές, ακαδημαϊκές και διαπροσωπικές δεξιότητες».

Επιπλέον, οι επιλέξιμοι εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης πρέπει να διαθέτουν προηγμένα επαγγελματικά προσόντα, όπως πανεπιστημιακό πτυχίο και να εξασφαλίζουν σύμβαση εργασίας ή δεσμευτική προσφορά εργασίας για τουλάχιστον ένα έτος με μισθό που υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ.

Ο τροποποιημένος νόμος ορίζει τώρα ότι οι εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης μπορούν να υποβάλουν αίτηση για υπηκοότητα, υπό την προϋπόθεση ότι θα περάσουν μια εξέταση ελληνικής γλώσσας στο επίπεδο Β1 (μέτρια γνώση) εάν εργάστηκαν στη χώρα για πέντε χρόνια ή στο χαμηλότερο επίπεδο Α1 (βασικές γνώσεις) εάν εργάστηκαν στη χώρα για τέσσερα χρόνια.

Δεν απαιτούνται εξετάσεις ιστορικού/πολιτισμού για αιτήσεις που υποβάλλονται από εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης, σύμφωνα με τον νόμο.

Αναρωτιέται κανείς αν αυτές οι απαιτήσεις που εισάγονται εντάσσονται σε μια προσπάθεια να μειωθούν οι αιτήσεις, δημιουργώντας σε κάποιο βαθμό ένα διαφορετικό σύστημα από αυτό που επικρατεί μέχρι σήμερα. Ακόμη και οι ερωτήσεις / εξετάσεις, που είναι μια ένδειξη για το τι υποτίθεται ότι γνωρίζουν οι αλλοδαποί υποψήφιοι για τη χώρα αυτή, δεν είναι ακόμη διαθέσιμες. Εκτιμούμε ότι τα χρυσά διαβατήρια πρέπει να είχαν τις παρενέργειές τους, αλλά είναι καλύτερο για την Κυβέρνηση να είναι ειλικρινής και να παρουσιάσει σαφείς απαιτήσεις, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει τώρα.

Του Αντώνη Λοΐζου F.R.I.C.S. – Αντώνης Λοΐζου & Συνεργάτες ΕΠΕ – Εκτιμητές Ακινήτων, Κτηματομεσίτες και Σύμβουλοι Ακινήτων

www.aloizou.com.cy

[email protected]