Υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, πολιτικοί που δεν ανταποκρίνονται στο ύψος των περιστάσεων και μια χώρα έτοιμη να βουτήξει στο κενό. Λίγες μέρες πριν από την κρίσιμη ψηφοφορία στο κοινοβούλιο για τη συμφωνία αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κατάσταση που διαμορφώνεται στη Βρετανία είναι πρωτόγνωρη.
 
Η άλλοτε κραταιά Γηραιά Αλβιώνα, παράδειγμα κάποτε προς μίμηση δημοκρατίας και λειτουργίας των θεσμών, ακροβατεί και το μέλλον της σκιαγραφείται με τα μελανότερα χρώματα.
 
Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί μετά την ψηφοφορία της ερχόμενης Τρίτης, ανέφερε μιλώντας στον «Φιλελεύθερο» ο Σωτήρης Ζαρταλούδης, λέκτορας Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.
 
Η συμφωνία δεν φαίνεται να περνά από το κοινοβούλιο, καθώς σε αυτή αντιδρούν τόσο οι ευρωσκεπτικιστές, που θεωρούν πως αφήνει τη Βρετανία με το ένα πόδι μέσα στην ΕΕ, όσο και οι υπέρμαχοι της παραμονής, που βλέπουν πως έχουν μια ευκαιρία να ανατρέψουν το Brexit με ένα δεύτερο δημοψήφισμα.
 
«Αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιος δρόμος που να διαβεί η κυβέρνηση της χώρας και η κατάσταση μου θυμίζει την περίοδο στην Ελλάδα όπου ο κόσμος ψήφισε ναι στο ευρώ, αλλά όχι στη λιτότητα, δυστυχώς όμως αυτό ήταν ανέφικτο να γίνει. Κάτι τέτοιο βλέπουμε να συμβαίνει και στη Βρετανία», τόνισε.
 
Κάποιος μπορεί να διερωτηθεί με ποιο τρόπο η χώρα έφτασε σε αυτό το σημείο. Η εκστρατεία για το Brexit βασίστηκε πάνω σε πολλά ψέματα και κάλπικες υποσχέσεις. «Η Βρετανία αυτή τη στιγμή θεωρώ πως ζει τη δική της κορύφωση του λαϊκισμού. Οι υποσχέσεις που δόθηκαν τότε ήταν όμορφα λόγια που άρεσαν στους ψηφοφόρους. Παραμένουν ακόμη ζωντανές γιατί ο κόσμος δεν κατάλαβε τι ακριβώς θα συμβεί με την αποχώρηση από την ΕΕ, δεν είναι κάτι συγκεκριμένο. Ακόμη και τώρα οι πολιτικοί μιλούν σαν να είναι κάτι που θα συμβεί στο μέλλον και οι πολίτες δεν αντιλήφθηκαν την πραγματικότητα».
 
Η Βρετανία μέχρι πρόσφατα έμοιαζε να είναι αλώβητη στον λαϊκισμό. Το Brexit όμως έδειξε πως ακόμη και χώρες με μεγάλη κοινοβουλευτική παράδοση, όπου οι θεσμοί έχουν γερές ρίζες, μπορούν να ξεγελαστούν. Τα όσα συμβαίνουν σήμερα είναι ένα σημάδι παρακμής του πολιτικού συστήματος στη Βρετανία, η οποία ήταν φημισμένη για τη σταθερότητά της, όμως τώρα πελαγοδρομεί στον δρόμο της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Όπως ανέφερε ο Έλληνας ειδικός, το τι συμβαίνει μοιάζει με ένα θέατρο σκιών που κάποιοι παριστάνουν πως κάτι γίνεται, ενώ κάποιοι άλλοι περιμένουν να δουν τι θα γίνει. «Αυτή η κατάσταση είναι το προϊόν του θυμού μερίδας του λαού ειδικά ανθρώπων που ζουν σε μικρές πόλεις που πιστεύει πως έχει ξεχαστεί από την ελίτ, πως το βιοτικό του επίπεδο μειώθηκε, πως ζει χειρότερα από ό,τι στο παρελθόν και που έχει έντονο αίσθημα πολιτικής και πολυπολιτισμικής ανασφάλειας. Αυτό το κυρίως κοινωνικό πρόβλημα αντιμετωπίστηκε ως μια κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης», τόνισε.
 
Αυτή τη στιγμή όλα τα σενάρια παραμένουν ανοικτά για το τι θα συμβεί. Στην απίθανη περίπτωση που η συμφωνία εγκριθεί από το κοινοβούλιο η Τερέζα Μέι θα εξακολουθεί να είναι σε δύσκολη θέση και αντιμέτωπη με τους αντιρρησίες μέσα στο κόμμα της, θα κληθεί να διαχειριστεί την επόμενη μέρα της αποχώρησης.
 
Το μόνο σίγουρο είναι πως το χειρότερο για τη Βρετανία θα είναι να αποχωρήσει χωρίς να υπάρξει συμφωνία. Οι συνέπειες θα είναι πολύ άσχημες και όπως δήλωσε ο Δρ Σωτηρης Ζαρταλούδης, δεν υπάρχει καμιά μελέτη που να μην έχει υποδείξει πως θα είναι οδυνηρές και σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη και την πρόσβαση σε αγαθά αλλά σε πρώτες ύλες.
 
«Η Βρετανία ας μην ξεχνάμε είναι ένα νησί που ιστορικά βασίζεται στο εμπόριο και πολλά αγαθά και προϊόντα έρχονται από τη θάλασσα. Αν βρεθεί σε μια κατάσταση που δεν θα έχει εμπορικές σχέσεις με τον μεγαλύτερο μέχρι στιγμής εμπορικό της εταίρο, θα δημιουργηθεί πολύ μεγάλη κρίση. Στην περίπτωση αυτή θα δούμε καταστάσεις πρωτόγνωρες για τη χώρα και το σοκ θα είναι τεράστιο για τους πολίτες», ανέφερε.
 
Και από ό,τι φαίνεται η Βρετανία δεν είναι καθόλου έτοιμη για αυτές τις συνέπειες, αφού σχεδόν κανένας δεν μίλησε με ειλικρίνεια στους πολίτες και να τους εξηγήσει πως η αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα παρακινδυνευμένο βήμα. 
 
Το γεγονός πως θα κλείσουν τα σύνορα, πως θα υπάρχουν ελλείψεις σε τρόφιμα, φάρμακα και προϊόντα ακούγεται σαν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Θα είναι, όμως, η πικρή πραγματικότητα μιας χώρας που ενθαρρυμένη από το αυτοκρατορικό της παρελθόν, πίστεψε πως θα μπορούσε να ανακτήσει την παλιά της αίγλη.
 
Αμφίρροπο το αποτέλεσμα ενός δεύτερου δημοψηφίσματος
 
Με το βρετανικό κοινοβούλιο σε σύγχυση και τον χρόνο να μετρά αντίστροφα για την 29η Μαρτίου, ημέρα εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το σενάριο ενός δεύτερου δημοψηφίσματος επανήλθε δυναμικά στη δημόσια συζήτηση από ολοένα και περισσότερες φωνές.
 
Οργανώσεις αλλά και πολιτικοί από όλα τα κόμματα υποστηρίζουν πως όταν έγινε το πρώτο δημοψήφισμα το τοπίο ήταν θολό και πως ο βρετανικός λαός δικαιούται να εκφέρει τη γνώμη του για τη συμφωνία με τις Βρυξέλλες. Η πολιτική ηγεσία της Βρετανίας όμως διστάζει να πάρει μια τέτοια απόφαση. Η Τερέζα Μέι ήδη κατέστησε σαφές πως δεν πρόκειται να δώσει πράσινο φως στη διενέργεια δεύτερου δημοψηφίσματος. Ο δε Τζέρεμι Κόρμπιν, αν και δεν το υποστηρίζει για λόγους σκοπιμοτήτων, δεν το έχει αποποιηθεί εντελώς. 
 
Παρόλα αυτά, ένα δεύτερο δημοψήφισμα ίσως να μην δώσει την πολυπόθητη λύση για να βγει η χώρα από αυτή την κρίση. Όπως εξήγησε ο Σωτήρης Ζαρταλούδης, η βρετανική κοινωνία είναι διαχωρισμένη στα δύο.
 
Από τη μια, είναι οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων, με πανεπιστημιακή μόρφωση, νεαροί κυρίως σε ηλικία, κοσμοπολίτες που έχουν επωφεληθεί από την πολιτική των ανοικτών συνόρων. Οι δημοσκοπήσεις ανεβάζουν το ποσοστό αυτών των ανθρώπων στο 47% με 49% και είναι αυτοί που πάλεψαν για να παραμείνει η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Από την άλλη, είναι οι κάτοικοι των κωμοπόλεων, που ασχολούνται κυρίως σε χειρωνακτικά επαγγέλματα, μεσαίας μόρφωσης και μεγαλύτερης ηλικίας που είναι περίπου το 49% με 50% του πληθυσμού. Είναι ένθερμοι οπαδοί του Brexit και πολύ δύσκολα θα αλλάξουν γνώμη.
 
Επομένως, υπέδειξε ο Σωτήρης Ζαρταλούδης, ένα δεύτερο δημοψήφισμα είναι πιθανόν να μην προσφέρει απολύτως τίποτα, αφού ενδεχομένως να επικρατήσουν και πάλι αυτοί που επιθυμούν η χώρα να φύγει από την ΕΕ. Σε αυτή την περίπτωση, η κατάσταση κινδυνεύει να εκτροχιαστεί και να οδηγήσει σε περαιτέρω διχασμούς στη Βρετανία. Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών δείχνουν ένα βαθιά διαιρεμένο εκλογικό σώμα. Ένα δεύτερο δημοψήφισμα θα ανοίξει νέες πληγές, ειδικά αν το αποτέλεσμά του είναι οριακό, όπως ήταν άλλωστε και του πρώτου.
 
Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, ο όλος μηχανισμός ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, από την ημέρα της απόφασης έως την ημέρα διεξαγωγής της ψηφοφορίας, θα απαιτούσε το λιγότερο 22 εβδομάδες. Που σημαίνει κάλπες στα τέλη Μαΐου, στην πιο αισιόδοξη πρόβλεψη.
 
Βάσει αυτού του σεναρίου, απαιτούνται 11 εβδομάδες για τη διαδικασία νομοθέτησης, με τον έλεγχο στα ερωτήματα από την αρμόδια επιτροπή να πραγματοποιείται ταυτόχρονα και για 8 εβδομάδες, άλλη μία εβδομάδα ως μεταβατική περίοδος – από τη στιγμή που ο νόμος θα τεθεί σε ισχύ έως την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας κι, έπειτα, 10 εβδομάδες προεκλογικής εκστρατείας. Αυτό σημαίνει πως το Άρθρο 50 για αποχώρηση θα μπει στον πάγο, μέχρι να ξεκαθαρίσει το σκηνικό.

Παίζει τα ρέστα της η Μέι

Γάτα εφτάψυχη αποδεικνύεται η Τερέζα Μέι. Παρά τις τρικλοποδιές που της βάζει το ίδιο της το κόμμα, εξακολουθεί να βρίσκεται στη θέση της και να είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει το πρόγραμμά της.

 
Προκειμένου να κερδίσει την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσαν στελέχη των Συντηρητικών, αναγκάστηκε να κάνει πίσω από τις φιλοδοξίες της και να δηλώσει πως δεν θα είναι υποψήφια στις επόμενες γενικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το 2022.
 
Το ζήτημα είναι αν θα καταφέρει να εξαντλήσει όμως τη θητεία της. Κομβικό σημείο είναι η ψηφοφορία της ερχόμενης εβδομάδας. Αν τελικά βρεθεί ο απαιτούμενος αριθμός των βουλευτών να την υποστηρίξουν, τότε η Βρετανίδα πρωθυπουργός θα έχει πετύχει μια μεγάλη νίκη και θα κλείσει, δίχως άλλο, τα στόματα των επικριτών της.
 
Κάτι τέτοιο, όμως, δεν φαίνεται να είναι εφικτό. Ακόμη και στελέχη της κυβέρνησης παραδέχονται πως τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα και πως η συμφωνία δεν πρόκειται να εγκριθεί. Το μεγάλο ερώτημα, λοιπόν, είναι το τι θα κάνει στη συνέχεια η Τερέζα Μέι.
 
Οι πιέσεις τόσο από τους Τόρις όσο και από τους Εργατικούς θα είναι τέτοιες που δεν προβλέπεται πως θα καταφέρει να παραμείνει στη θέση της. Είτε η χώρα οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές είτε σε δεύτερο δημοψήφισμα, η Τερέζα Μέι θα βρεθεί ενώπιον οδυνηρών για την ίδια επιλογών. Κάτι για το οποίο έχει ευθύνη, βεβαίως, και η ίδια.
 
Το Εργατικό Κόμμα στριμώχνει τον Κόρμπιν

Πολύ μελάνι έχει χυθεί στη Βρετανία για να εξηγηθεί η στάση του ηγέτη των Εργατικών. Για πολλούς, ο Τζέρεμι Κόρμπιν έχει εξίσου σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το χάος στο οποίο βρίσκεται η χώρα, αφού με την αμφίσημη στάση που έχει κρατήσει στη διάρκεια του δημοψηφίσματος, δεν έδωσε την απαραίτητη ώθηση στο στρατόπεδο της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 
Το τελευταίο διάστημα ο ηγέτης των Εργατικών δέχθηκε πολλές πιέσεις, προκειμένου να προχωρήσει σε πρόταση μομφής εναντίον της Βρετανίδας πρωθυπουργού.
 
Την περασμένη Πέμπτη, ωστόσο, ξεκαθάρισε πως θα αξιώσει εκλογές αν η Τερέζα Μέι χάσει την ψηφοφορία στο κοινοβούλιο για τη συμφωνία της για το Brexit την ερχόμενη εβδομάδα. «Αν η κυβέρνηση δεν μπορέσει να περάσει την πιο σημαντική της νομοθεσία, τότε θα πρέπει να γίνουν γενικές εκλογές με την πρώτη ευκαιρία», επισήμανε.
 
Επανειλημμένα έχει δηλώσει πως αν τις κερδίσει, θα πάει στις Βρυξέλλες και πως θα διαπραγματευτεί νέα συμφωνία για το Brexit, που θα είναι πιο φιλική προς τους εργαζόμενους. Κανένας δεν μπορεί να πει πού στηρίζει αυτή του αισιοδοξία, ότι δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση  είναι διατεθειμένη να μπει σε νέο κύκλο συζητήσεων με το Λονδίνο. Πρόκειται για μια μάλλον ουτοπική θέση, αφού εδώ και καιρό κύκλοι στις Βρυξέλλες διαμηνύουν πως αυτή τη συμφωνία έχουν να προτείνουν, πετώντας έτσι το μπαλάκι προς τη βρετανική πλευρά. 
 
Ο Τζέρεμι Κόρμπιν θέλει να γίνει πρωθυπουργός και δεν το κρύβει. Η στάση του απέναντι στην έξοδο της χώρας από την ΕΕ καθορίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό και από τις πολιτικές του φιλοδοξίες. Ωστόσο, αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερη πίεση από τους βουλευτές του να αλλάξει πορεία και να κινηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε η χώρα να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Αρκετά στελέχη των Εργατικών πιέζουν όπως το κόμμα να εγγυηθεί πως θα διοργανωθεί δεύτερο δημοψήφισμα αν πραγματοποιηθούν πρόωρες εκλογές. Ακόμη όμως και σε αυτή την περίπτωση, πολύ δύσκολα θα δούμε τον αρχηγό των Εργατικών, έναν ευρωσκεπτικιστή να σηκώνει πάνω τα μανίκια του και να δίνει μάχη για την Ευρώπη.
 
Το μεγάλο πρόβλημα του Τζέρεμι Κόρμπιν είναι ότι είναι ένας πολιτικός που προκαλεί είτε συμπάθεια είτε αντιπάθεια. Στο κόμμα, όπως και μέσα στην κοινωνία υπάρχουν οι οπαδοί του και υπάρχουν και αυτοί που δεν θέλουν να τον δουν ούτε ζωγραφιστό. 
 
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης παραμένει σκεπτικό απέναντί του και δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα κερδίσει την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, όποτε και αν αυτή γίνει. Η δημοτικότητα του Τζέρεμι Κόρμπιν έχει αρχίσει να πέφτει ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς απέφυγε να καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης.
 
Το έργο που έχει μπροστά του είναι εξαιρετικά δύσκολο. Αργά ή γρήγορα, ο Τζέρεμι Κόρμπιν θα αναγκαστεί να βγει μπροστά και να ξεκαθαρίσει τις θέσεις του. Η στάση του τη μια, να επιμένει πως το Brexit θα γίνει και την άλλη, να μιλά για διατήρηση της σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση  δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα. Η μέχρι τώρα τακτική του, να κρατά αποστάσεις περιμένοντας τις διαφορετικές ενδοκομματικές έριδες και διαφωνίες να καταστρέψουν το Συντηρητικό Κόμμα, έχει αρχίσει να φτάνει στο τέλος της.
 
Το θέμα της εξόδου από την ΕΕ μπορεί να αποβεί μοιραίο για τους Εργατικούς. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του YouGov, το 56% των μελών του κόμματος που αντιτίθενται στην πολιτική του Τζέρεμι Κόρμπιν για το Brexit υποστηρίζουν ότι το ζήτημα μπορεί να τους κάνει να εγκαταλείψουν το Εργατικό Κόμμα. Αν και το θέμα της διάσπασης παραμένει ένα απομακρυσμένο ενδεχόμενο, ωστόσο είναι ένα χαρτί που οι αντίπαλοι του Εργατικού ηγέτη δεν θα διστάσουν να το χρησιμοποιήσουν και εν τέλει να το αξιοποιήσουν, προκειμένου να τον εκπαραθυρώσουν.
 
Φυγή μεγάλων κεφαλαίων
 
Στοιχεία ενεργητικού, αξίας σχεδόν 800 δισεκατομμυρίων στερλινών, θα μεταφερθούν από τη Βρετανία προς νέα χρηματοπιστωτικά κέντρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενόψει του Brexit, σύμφωνα με τη συμβουλευτική εταιρεία EY.
 
«Όσο πλησιάζουμε στις 29 Μαρτίου χωρίς συμφωνία, τόσο περισσότερα στοιχεία ενεργητικού θα μεταφέρονται και προσωπικό θα προσλαμβάνεται επιτόπου ή θα μετακινείται», δήλωσε ο Ομάρ Άλι, επικεφαλής της EY για τις βρετανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.
 
Η EY παρακολουθεί τα σχέδια 222 χρηματοπιστωτικών εταιρειών για το Brexit από τον Ιούνιο του 2016, όταν οι Βρετανοί ψήφισαν υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Στην τελευταία επικαιροποίηση που έκανε πριν από δύο μήνες, είχε αναφέρει ότι 80 εταιρείες εξετάζουν ή έχουν επιβεβαιώσει τη μεταφορά στοιχείων ενεργητικού και προσωπικού.
 
Η τελευταία εκτίμηση αναφέρει ότι θα μετακινηθούν στοιχεία ενεργητικού αξίας 800 δισεκατομμυρίων στερλινών σε ένα σύνολο 8 τρισεκατομμυρίων στερλινών για τον βρετανικό χρηματοπιστωτικό τομέα. Από αυτή την εξέλιξη αναμένεται να επωφεληθούν κυρίως η Φρανκφούρτη, αλλά και το Δουβλίνο, το Παρίσι και το Λουξεμβούργο.