«Μετά από μια μακρά, εντατική, ανοιχτή και έντιμη συζήτηση πέραν των τεσσάρων ωρών, το αποτέλεσμα ήταν πως οι ηγέτες δεσμεύθηκαν να ζητήσουν από τον Γ.Γ. να επανασυγκαλέσει τη διάσκεψη για την Κύπρο στη Γενεύη. Θα επανασυγκληθεί τον Ιούνιο, το πιο πιθανό στο τελευταίο δεκαπενθήμερο», δήλωσε ο ειδικός σύμβουλος του Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών, Έσπεν Μπαρθ Άιντα, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην έδρα του διεθνούς οργανισμού, τη Δευτέρα.
Την ίδια μέρα, ο κ. Άιντα ενημέρωσε τους αντιπροσώπους των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας για το αποτέλεσμα της τριμερούς συνάντησης-δείπνου και για τις επόμενες κινήσεις από μέρους του διεθνούς οργανισμού.
Ο ειδικός σύμβουλος του Γ.Γ., μιλώντας στους δημοσιογράφους, είπε αρκετά πράγματα που δεν συμπεριλαμβάνονταν στη δήλωση του Γ.Γ. του ΟΗΕ. «Απομένει πολύ έργο να γίνει στις επόμενες εβδομάδες, πριν μπορέσουν να συναντηθούν στη Γενεύη αργότερα τον τρέχοντα μήνα», όπως είπε, προσθέτοντας ότι «ο λόγος που δεν ορίστηκε ημερομηνία είναι επειδή απουσίαζαν οι εγγυήτριες δυνάμεις και η ΕΕ που θα είναι παρατηρητής».
Αναφερόμενος στο δικό του καθήκον είπε ότι θα συνεχίσει τον διάλογο με όλους τους συμμετέχοντες στη διάσκεψη σχετικά με το θέμα της δημιουργίας ενός «κοινού εγγράφου» το οποίο, όπως είπε, «θα αποτελέσει τη βάση για τις συζητήσεις στη διάσκεψη σχετικά με το κεφάλαιο για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις».
Στη συνέχεια, σημείωσε ότι «αυτό που εξετάζουμε είναι εάν υπάρχει ένας τρόπος για να δημιουργηθεί ένα κοινό όραμα ασφάλειας για την Κύπρο του 21ου αιώνα, που δεν θα βασίζεται τόσο στην πραγματικότητα του 1960, αλλά θα στηρίζεται περισσότερο στις πραγματικότητες του 2017, που παρέχουν αλλαγή για όσους χρειάζονται αλλαγή, αλλά και συνέχεια για εκείνους που χρειάζονται κάποια συνέχεια.
Επομένως, αυτό που κάνουμε και θα κάνουμε τις προσεχείς εβδομάδες είναι να συνεχίσουμε να επεξεργαζόμαστε κάποιες ιδέες που έχουμε, τις οποίες έχουμε ήδη ανεπίσημα μοιραστεί με όλους τους συμμετέχοντες σχετικά με ένα νέο μοντέλο που θα ήταν διαφορετικό, αλλά θα εξακολουθεί να παρέχει κάποιες νέες ουδέτερες διαβεβαιώσεις, κάποια διεθνή εποπτεία εφαρμογής της Συνθήκης.
Διότι σε πολλές συμφωνίες ειρήνης, και έχω εμπλακεί σε πολλές, γνωρίζω πως μπορείς να φτάσεις στο σημείο που στις δύο πλευρές κατ’ ακρίβεια αρέσει αυτό που έχει αποτυπωθεί στο χαρτί, αλλά θα αμφισβητούν αν η άλλη πλευρά θα το εφαρμόσει».
Επίσης, επεσήμανε ότι «θα επεξεργαστούμε το σύστημα ασφαλείας που δημιουργεί μιαν αίσθηση ασφάλειας και στις δύο κοινότητες και για όλους τους Κυπρίους, αλλά χωρίς η ασφάλεια του ενός να είναι η πηγή της ανασφάλειας του άλλου».
Ο κ. Άιντα ανέφερε ότι ο Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών είναι ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα και, όπως επεσήμανε, «χαίρομαι που φτάσαμε σε αυτό το σημείο». Απαντώντας σε ερώτηση για τους υδρογονάνθρακες και τις γεωτρήσεις, ο ειδικός σύμβουλος του Γ.Γ. είπε ότι στη συνάντηση-δείπνο την προηγούμενη μέρα «δεν συζητήθηκε αυτό το θέμα, εκτός από μια σύντομη αναφορά», προσθέτοντας ότι «κι αυτό, γιατί πιστεύω ότι όλες οι πλευρές έχουν πλήρη επίγνωση της άποψης ότι, με τη διευθέτηση, οι υδρογονάνθρακες, όπως και οι δύο ηγέτες έχουν πει σε πολλές ομιλίες και δηλώσεις, θα μπορούσαν να είναι ένα ευνοϊκό στοιχείο στην περίπτωση λύσης, διότι οι πόροι μπορούν να μοιραστούν και θα είναι ευκολότερο να αναπτυχθεί ένας περιφερειακός ενεργειακός κόμβος με τη διευθέτηση.
Δεν θέλω να κάνω περισσότερες δηλώσεις γι’ αυτό (το θέμα). Δεν ήταν το θέμα της χθεσινής συζήτησης». Στη συνέχεια, απέφυγε να απαντήσει σε άλλες ερωτήσεις που αφορούσαν το ίδιο ζήτημα.
Για τις εγγυήτριες δυνάμεις υποστήριξε ότι «πρέπει να πω πως μέχρι στιγμής αισθάνομαι ότι η Τουρκία και η Ελλάδα είναι αμφότερες δεσμευμένες στην εξεύρεση διευθέτησης. Δεν είναι ακόμη στην ίδια σελίδα στο πώς θα είναι η διευθέτηση. Αλλά και οι δύο μου λένε πως βλέπουν ότι είναι προς το στρατηγικό τους συμφέρον στην περιοχή και τις παγκόσμιες εξελίξεις αν το Κυπριακό λυθεί».
Τέλος, επανέλαβε ότι «βρισκόμαστε στο τελευταίο μίλι και στο τελευταίο μίλι υπάρχει μια ιδιαίτερη μορφή νευρικότητας».