Η υποστελέχωση δεν μπορεί να αποτελεί τα μόνιμη δικαιολογία για τα προβλήματα των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ), ξεκαθαρίζει σε συνέντευξη της στον «Φ» η υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας Αναστασία Ανθούση, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη για αλλαγή νοοτροπιών οι οποίες φαίνεται να έχουν παγιωθεί με το πέρασμα των δεκαετιών. 

Στις ΥΚΕ, λέει, υπάρχουν αξιόλογοι λειτουργοί, οι οποίοι όμως δεν έχουν στα χέρια τους ούτε τα απαραίτητα «εργαλεία», ούτε καθορισμένη κατεύθυνση, ούτε σαφείς διαδικασίες στη βάση των οποίων να μπορούν να λειτουργούν με ασφάλεια και έτσι σε πολλές περιπτώσεις μένουν εκτεθειμένοι». Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, αποκαλύπτει, «που τις τελευταίες ημέρες είχαμε αριθμό παραιτήσεων και αυτό είναι πολύ λυπηρό, γιατί είδαμε αξιόλογους λειτουργούς να εγκαταλείπουν τη στιγμή, που όπως άλλωστε συμβαίνει σε ολόκληρη τη Δημόσια Υπηρεσία, κάποιοι άλλοι, που ευτυχώς δεν αποτελούν την πλειοψηφία, έχουν επαναπαυθεί πίσω από τη μονιμότητα και την παγιωμένη κατάσταση και είναι απρόθυμοι να προσφέρουν το κάτι περισσότερο που χρειάζεται 

Η Αναστασία Ανθούση αναλύει τους στόχους της ως η πρώτη υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, συγκρίνει τις νέες αρμοδιότητες της με την επί σειρά ετών παρουσία της στην πρώτη γραμμή του υπουργείου Υγείας, καταθέτει τις διαπιστώσεις της και αποκαλύπτει τις προτεραιότητές της, τονίζοντας όμως παράλληλα ότι «θαύματα δεν μπορεί να γίνουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Ένα νέο υφυπουργείο, χρειάζεται χρόνια για να μπορέσει να «διορθώσει» τα όσα στρεβλά κουβαλούν οι Υπηρεσίες που έχει αναλάβει και να προχωρήσει στη συνέχεια με σταθερά βήματα την πορεία του». 

Για το τεράστιο κεφάλαιο των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, η κ. Ανθούση παραδέχεται ότι «πάντοτε οι Υπηρεσίες αυτές, θεωρούνταν ως ένας από τους δυσκολότερους κρατικούς τομείς. Η αναδιάρθρωση τους συζητείται εδώ και χρόνια και συχνά χρησιμοποιείται ως επιχείρημα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ΥΚΕ βρίσκονται στο στόχαστρο των ΜΜΕ, των πολιτών αλλά και των πολιτικών. Είναι βεβαίως ξεκάθαρο ότι ο «κύκλος» των ΥΚΕ όπως τις γνωρίζαμε έχει κλείσει. Οι ανάγκες των ανθρώπων έχουν αλλάξει, είναι πλέον πιο περίπλοκες και πολυδιάστατες, δεν έχουν μόνο κοινωνική πτυχή, αλλά σε πολλές περιπτώσεις εμπλέκονται και η Αστυνομία και οι Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, οι υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας, του υπουργείου Παιδείας κ.λπ. Άρα, χρειάζεται μια σφαιρική αντιμετώπιση και μέσα από την αναδιάρθρωση που πρέπει να κινηθεί με πιο γοργούς ρυθμούς, πρέπει να ξεκαθαρίσουν οι «γκρίζες ζώνες» μεταξύ αρμοδιοτήτων και υπηρεσιών αλλά και στο εσωτερικό των ίδιων των ΥΚΕ». 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Ως επιχείρημα, πρόσθεσε η υφυπουργός, «συχνά προβάλλεται και η υποστελέχωση των ΥΚΕ. Θεωρώ όμως, ότι οι ΥΚΕ έχουν ενισχυθεί τα τελευταία δύο χρόνια με προσωπικό και αυτό έγινε, είτε με προσλήψεις είτε μέσα από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Είμαι της άποψης ότι εάν υπάρχει πραγματική υποστελέχωση, αυτή τη στιγμή, με την αναδιάρθρωση αλλά και με την ανακατανομή αρμοδιοτήτων έπειτα και από τη λειτουργία του υφυπουργείου, θα διαφανεί. Όμως πρέπει πρώτα να καθοριστούν οι νέες διαδικασίες, να κατανεμηθούν οι νέες αρμοδιότητες, να νοικοκυρευτεί η κατάσταση και να διαχωριστούν σαφώς οι ρόλοι.  Αν δεν υπάρξει σαφής δομή και διαχωρισμός,  όσο προσωπικό και να έχουμε δεν θα βλέπουμε τη βελτίωση που επιθυμούμε». 

Από την ημέρα λειτουργίας του νέου υφυπουργείου, σύμφωνα με την κ. Ανθούση, «έγινε αρχικά μια καταγραφή των δεδομένων, μια προσπάθεια για οργάνωση στη βάση της νέας κατάστασης και ακολούθως προωθήθηκαν κάποια πράγματα τα οποία βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη. Αυτό έπρεπε να γίνει για να ξέρουμε πού είμαστε και πού πάμε και να καταρτιστεί στη συνέχεια ένας στρατηγικός σχεδιασμός στη βάση του οποίου θα κινηθούμε. Για να χρησιμοποιήσω ιατρικούς όρους, «εάν δεν γίνει σωστή διάγνωση, δεν μπορείς να δώσεις σωστή θεραπεία». 

Παράλληλα, «στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ, «έχουν επισπευτεί οι διαδικασίες αγοράς υπηρεσιών από επαγγελματίες υγείας όπως παιδοψυχολόγους, παιδοψυχίατρους, μέντορες και επόπτες και δρομολογούνται και οι διαδικασίες του «σχεδίου ανθεκτικής ανάκαμψης», ώστε μέσα από το Σχέδιο αυτό και  εντός των στόχων μας, να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες δομές». 

«Σημαντικό να πούμε», τόνισε, ότι «στο πλαίσιο όλης αυτής της προσπάθειας για αναδιάρθρωση, εγώ θα έλεγα και αναμόρφωσης των ΥΚΕ στοχεύουμε να προσεγγίσουμε τον πολίτη, να είμαστε δίπλα του συνεχώς. Για αυτό άλλωστε το λόγο και έχουμε προωθήσει τη λειτουργία τηλεφωνικού κέντρου 24ωρης άμεσης παρέμβασης». 

Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, ανέφερε η κ. Ανθούση, «αποτελούν τη μεγαλύτερη πρόκληση. Είναι ένα τμήμα το οποίο έχει προσφέρει στο παρελθόν στην κυπριακή κοινωνία, ωστόσο κάποιες νοοτροπίες και κάποιες διαδικασίες οι οποίες παραμένουν οι ίδιες για δεκαετίες, ενώ η κοινωνία έχει αλλάξει, πολύ συχνά «στήνουν στον τοίχο» τις ΥΚΕ. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Για αυτό άλλωστε και προωθείται η αναδιάρθρωση. Είναι μια κοινωνική ανάγκη την οποία δεν μπορούμε παρά να καλύψουμε. Ένα κοινωνικό κράτος, οφείλει να αρχίσει από τα του οίκου του, και οι ΥΚΕ, είναι ταγμένες στη μάχη για στήριξη των πολιτών. Αν δεν τις ενισχύσουμε, αν δεν τις νοικοκυρέψουμε, εάν δεν κάνουμε σωστά τον προγραμματισμό μας και εάν δεν συνεργαστούμε ως δημόσια υπηρεσία γενικά, σίγουρα δεν θα καταφέρουμε να αναβαθμίσουμε τις υπηρεσίες που προσφέρουμε στην κοινωνία». 

«Και οι δύο Τομείς, έχουν επίκεντρο τον άνθρωπο»

«Η ευθύνη είναι τεράστια. Οι αρμοδιότητες του υφυπουργείου,  αφορούν τους ανθρώπους. Την κοινωνία. Αν θέλουμε πραγματικά με τη δημιουργία αυτού του νέου υφυπουργείου να αναδείξουμε το κοινωνικό κράτος πρέπει να μεριμνήσουμε για πολλά. Επιβάλλεται να βρούμε τον τρόπο και να καταφέρουμε να φθάσουμε στον πολίτη που έχει πραγματική ανάγκη. Να του ανοίξουμε τις πόρτες και να τον διευκολύνουμε. Να εφαρμόσουμε πολιτικές και προγράμματα προσβάσιμα σε όσους το έχουν ανάγκη. Είμαι συνειδητοποιημένη και γνωρίζω ότι θαύματα δεν μπορούν να γίνουν από τη μια στιγμή στην άλλη, όμως δεν μπορείς να ξεκινάς λέγοντας ότι δεν θα θέσω ψηλά τους στόχους μου. Ξεκινάς και προσπαθείς να πετύχεις όσους περισσότερους από τους στόχους που έθεσες μπορείς».  Βασική της αρχή, λέει η κ. Ανθούση, «ο σεβασμός στην αξιοπρέπεια του πολίτη. Να προσφέρουμε όσα περισσότερα μπορούμε, εκεί και όπου χρειάζεται, χωρίς να πλήττεται η αξιοπρέπεια των ανθρώπων που λαμβάνουν βοήθεια από εμάς». 

Κάνοντας σύγκριση μεταξύ των δύο τομέων της δημόσιας Υπηρεσίας στους οποίους υπηρέτησε, η υφυπουργός λέει: «Τόσο στον τομέα της Υγείας τον οποίο υπηρέτησα για πολλά χρόνια, όσο και τώρα από τη θέση μου σε ένα υφυπουργείο που έχει υπό την ομπρέλα του τις κοινωνικές υπηρεσίες του Κράτους, επίκεντρο είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος και οι ανάγκες του. Περισσότερο μοιάζουν παρά διαφέρουν αυτοί οι δύο τομείς και πιστεύω ότι δύσκολα μπορεί να τους διαχωρίσει κάποιος, αφού όταν μιλάμε για κοινωνικά θέματα, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας όλα τα δεδομένα. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον άνθρωπο με όλες του τις ανάγκες για αυτό επιβάλλεται να υπάρχει συνεργασία μεταξύ όλων των αρμόδιων υπουργείων και των Υπηρεσιών τους, και σίγουρα πρέπει να υπάρχει συνεργασία, συνεννόηση, κοινό όραμα και με όλους τους κοινωνικούς εταίρους. Ένα κράτος κοινωνικής πρόνοιας δεν μπορεί να προσφέρει σωστά στους πολίτες αν δεν βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση, εάν δεν συνεργάζεται με την ίδια την κοινωνία». 

Διευκολύνσεις για εξασφάλιση του ΕΕΕ

Παρά το γεγονός ότι μέχρι αυτή τη στιγμή το τμήμα παραχώρησης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και η Διεύθυνση Επιδομάτων δεν έχουν περάσει ακόμα επίσημα στο υφυπουργείο της, η κ. Ανθούση εξηγεί την προεργασία που γίνεται αλλά και τους στόχους που έχουν τεθεί μέσα από τη συνεχή συνεννόηση με τα εμπλεκόμενα υπουργεία Εργασίας και Εσωτερικών. 

Συνολικά, λέει, «στον προϋπολογισμό του κράτους για το 2022, η εφαρμογή του οποίου σηματοδοτεί και τη μεταφορά τόσο του ΕΕΕ όσο και τη διαχείριση των κρατικών επιδομάτων στο υφυπουργείο, περιλαμβάνεται ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Μισό δισ. ευρώ (€500 εκατ.), δεν μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ένα ποσό που δεν πρέπει να το υπολογίζουμε ή δεν πρέπει να καθορίσουμε σωστά τα βήματα μας για την ορθή αξιοποίησή του». 

Προς το σκοπό αυτό, «είμαστε σε συνεννόηση με την υπουργό Εργασίας, ώστε η μετάβαση των υπηρεσιών/τμημάτων από το υπουργείο στο υφυπουργείο να είναι όσο το δυνατόν πιο ομαλή, με στόχο να μην επηρεαστούν οι πολίτες οι οποίοι λαμβάνουν το ΕΕΕ ή άλλα επιδόματα. Για να το πετύχουμε αυτό, σίγουρα θα εκμεταλλευθούμε τις δυνατότητες που μας δίνει σήμερα η τεχνολογία, αλλά από την άλλη πρέπει να υπάρχει και τρόπος ώστε οι πολίτες που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν εύκολα την τεχνολογία να έχουν την ίδια πρόσβαση χωρίς να ταλαιπωρούνται, χωρίς να μένουν ξεκρέμαστοι. 

Υπάρχουν κυκλώματα και εκμετάλλευση αιτητών ασύλου

Για την επιδοματική πολιτική του Κράτους, η κ. Ανθούση υποστηρίζει ότι «επιβάλλεται ταυτόχρονα με την παραχώρηση επιδομάτων να υπάρχει και η κοινωνική παρέμβαση αλλά κυρίως να υπάρχει ο κατάλληλος μηχανισμός ώστε να επωφελούνται οι άνθρωποι που πραγματικά το έχουν ανάγκη, διότι δεν είναι άγνωστο το γεγονός ότι υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι προσπαθούν και τα καταφέρνουν να ξεγελάσουν το σύστημα». 

Για την επιδοματική πολιτική που ακολουθείται σε σχέση με τους μετανάστες και τους αιτητές ασύλου, η κ. Ανθούση ανέφερε ότι «πολλές φορές το κράτος έχει βρεθεί σε δύσκολη θέση, αφού ο τρόπος με τον οποίο παραχωρούνται τα διάφορα επιδόματα αποτελεί για κάποιους πρόκληση και βλέπουμε να αναπτύσσονται και ρατσιστικές συμπεριφορές, αλλά την ίδια ώρα βλέπουμε να αναπτύσσονται και ‘‘κυκλώματα»’’ ή ‘‘επιχειρηματικές δραστηριότητες’’, οι οποίες στόχο έχουν να εκμεταλλευθούν ανθρώπους που έρχονται στην Κύπρο ζητώντας ασυλία». 

«Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ότι υπάρχει πρόβλημα με τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Αρκεί να πούμε ότι μόνο τον τελευταίο μήνα, είχαμε περίπου 1.000 αφίξεις. Κατά αναλογία αυτό μας επιβαρύνει. Από τη μια όμως, οφείλουμε βάσει των υποχρεώσεων μας ως κράτος να παραχωρούμε επιδόματα στους αιτητές ασύλου, άρα ρόλος μας είναι να βρούμε τον καταλληλότερο τρόπο σε συνεργασία με τα αρμόδια υπουργεία Εργασίας και Εσωτερικών να το κάνουμε, και από την άλλη πρέπει και πάλι με σωστή συνεργασία να βρούμε τους μηχανισμούς που χρειάζονται για να παρέχουμε στήριξη στα άτομα αυτά. Επιβάλλεται να συνδυαστούν αυτά τα δύο για να έχουμε όσο το δυνατό καλύτερο αποτέλεσμα».

Δυστυχώς, «βλέπουμε ότι επικρατεί τάση εκμετάλλευσης των αιτητών ασύλου από διάφορους, είτε πρόκειται για την εξασφάλιση στέγης, είτε πρόκειται για την εξασφάλιση εργασίας κ.λπ. Ως Κράτος γενικά και ως υπουργείο ειδικότερα, δεν μπορούμε να ανεχθούμε την εκμετάλλευση καν ενός ανθρώπου» και την ίδια ώρα, έχουμε και ευθύνη για να μεριμνήσουμε  ώστε να μην βλέπουμε φαινόμενα γκετοποίησης, και να βοηθήσουμε και την κοινωνία προς την κατεύθυνση αυτή. Εκείνο δηλαδή που λέω είναι πως δεν αρκεί μια «στείρα» επιδοματική πολιτική, πρέπει όλες οι εμπλεκόμενες Υπηρεσίες να συντονιστούν, ώστε να εξασφαλίζουμε μεταξύ άλλων και πιο γρήγορες διαδικασίες σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση των αιτήσεων των αιτητών ασύλου για να τερματιστούν έτσι και τα φαινόμενα εκμετάλλευσης είτε από τους ίδιους τους αιτητές, είτε από κάποιους άλλους οι οποίοι βρίσκουν τρόπο να τους εκμεταλλεύονται». 

Φροντίδα σε παιδιά 

Τα κοινωνικά προβλήματα, εξηγεί η υφυπουργός, «δεν μπορούν να μπουν σε προτεραιότητες. Είναι θέματα που αφορούν τους ανθρώπους, που ταλαιπωρούν τους ανθρώπους, που σε κάποιες περιπτώσεις θέτουν σε κίνδυνο τους ανθρώπους. Σε κοινωνικά ζητήματα δεν μπορείς να βάλεις σειρά προτεραιότητας. Είναι όλα εξίσου σοβαρά και όλα πρέπει να μας απασχολούν με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο επίπεδο και ένταση.  Δεν μπορείς να γυρίσεις την πλάτη σε μια οικογένεια που ταλαιπωρείται από βία, σε ένα παιδί που είναι παραμελημένο ή κακοποιείται. Δεν μπορείς να κλείσεις τα μάτια σε μια περίπτωση σεξουαλικής κακοποίησης, δεν μπορείς να αγνοήσεις τα παιδιά υπό φροντίδα στις Στέγες. Ας το σκεφτεί αυτό ο καθένας μας. Υπάρχει τρόπος να πει κάποιος, ποιο από όλα είναι το πιο σημαντικό; Επειδή δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει αυτός ο διαχωρισμός, είναι δική μας ευθύνη να καταφέρουμε σε κάποια στιγμή να προσφέρουμε τη βοήθεια μας, να παρέχουμε στήριξη στους πολίτες, όποιο κι αν είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, μέσα από ένα σωστά οργανωμένο σύστημα το οποίο δεν θα βλέπει «μονόπλευρα» ή «μονοδιάστατα» αλλά θα αφορά το σύνολο των αναγκών τους. Πολλές φορές άλλωστε, κάποια από αυτά τα φαινόμενα συνυπάρχουν». 

«Αν πρέπει να μιλήσουμε για τα παιδιά», είπε η κ. Ανθούση, «τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα. Έχουμε και τα παιδιά στις παιδικές στέγες. Έχω ήδη πραγματοποιήσει επισκέψεις σε κάποιες Στέγες και έχω δει από κοντά και τις συνθήκες και τα παιδιά. Εκείνο που εγώ θεωρώ σημαντικό, είναι το ότι έχουμε υποχρέωση έναντι των παιδιών αυτών, να τους προσφέρουμε σωστή και ολοκληρωμένη φροντίδα. Είναι παιδιά τα οποία εμείς κρίναμε ότι πρέπει να απομακρυνθούν από το οικογενειακό τους περιβάλλον για να τα προστατεύσουμε. Άρα ρόλος μας είναι να τα βοηθήσουμε πραγματικά ώστε να μπορέσουν στη συνέχεια να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Θεωρώ επίσης ότι επιβάλλεται να καταλάβουμε ότι η υποχρέωση μας δεν λήγει όταν το παιδί φθάσει τα 18 του χρόνια. Κανένα παιδί σε καμία οικογένεια δεν ανεξαρτητοποιείται και δεν ζει μόνο του μόλις φθάσει τα 18. Έχουμε ένα «κενό» στα 18 και θεωρώ ότι είναι υποχρέωσή μας να το καλύψουμε. Να γίνουμε μια πραγματική οικογένεια για τα παιδιά που το χρειάζονται. Είμαστε υπόλογοι έναντι των παιδιών αυτών». Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής, «προωθείται η ρύθμιση των ανάδοχων οικογενειών οι οποίες μπορούν και προσφέρουν τα μέγιστα. Συμπληρώνουν τις δικές μας υπηρεσίες και μέσα από ένα σωστό μηχανισμό ελέγχου μπορούν να βοηθήσουν σωστά, να στηρίξουν τα παιδιά και να προετοιμάσουν για το μέλλον». 

 Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία του υφυπουργείου με τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, η υφυπουργός ανέφερε ότι «έχουν ήδη αναπτυχθεί πρωτοβουλίες οι οποίες είναι πολύ σημαντικές, όπως είναι για παράδειγμα «Το σπίτι του παιδιού», «Το σπίτι της γυναίκας» κ.λπ. Οι ΜΚΟ,  εφαρμόζουν στην ουσία κρατικά προγράμματα, άρα θα πρέπει για την υλοποίηση αυτών των προγραμμάτων, να οριστούν δείκτες απόδοσης αλλά κυρίως ποιοτικοί δείκτες ώστε το κάθε σεντ που δίνεται να έχει το ανάλογο θετικό αποτέλεσμα προς την κοινωνία».