Δύο νέα κεφάλαια φαίνεται να ανοίγουν τα Ηνωμένα Έθνη μέσα από το τελευταίο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας για ανανέωση της θητείας της Ειρηνευτικής Δύναμης που δραστηριοποιείται στην Κύπρο. Μέσα από το 2537 μπαίνουν στο τραπέζι των συζητήσεων ανάμεσα στους εκπροσώπους του διεθνούς οργανισμού στην Κύπρο και τις δύο πλευρές (αν και θα έπρεπε να ενταχθούν και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη/εγγυήτριες) ζητήματα ιδιαίτερης σημασίας που χρίζουν προσεκτικών χειρισμών. 

Το πρώτο θέμα, το οποίο επισημάναμε αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν είναι η προσπάθεια για σύσταση μηχανισμού για στρατιωτικό διάλογο ανάμεσα στις δύο πλευρές (λέει το ψήφισμα και τα Ηνωμένα Έθνη) ή ανάμεσα στις αντιμαχόμενες δυνάμεις (η θέση της κυπριακής κυβέρνησης με την οποία παραπέμπει σε Εθνική Φρουρά και τουρκικό στρατό). 

Το δεύτερο θέμα, έχει να κάνει με μικτό χωριό της Πύλας όπου εξ αφορμής κάποιων γεγονότων που σημειώθηκαν προέκυψαν κινήσεις από πλευράς Ηνωμένων Εθνών και ΟΥΝΦΙΚΥΠ οι οποίες εγείρουν ερωτηματικά. Όπως και στο πρώτο θέμα έτσι και στο δεύτερο καταγράφεται μια τάση όλα τα ζητήματα, που επισυμβαίνουν στην Κύπρο και προκύπτουν από τη διαίρεση του νησιού λόγω των γεγονότων του 1974, να έχουν τη μορφή της διακοινοτικής διαφοράς. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ομόφωνα εγκρίθηκε από το Σ.Α. η ανανέωση θητείας ΟΥΝΦΙΚΥΠ

Στο μεν θέμα του μηχανισμού για στρατιωτικό διάλογο καταγράφεται προσπάθεια διαλόγου μεταξύ της ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς και του λεγόμενου «τουρκοκυπριακού στρατού». Στο δε θέμα της Πύλας ακολουθείται η τακτική της τοποθέτησης των δύο δυνάμεων της τάξης στο ίδιο επίπεδο και παράλληλα η ΟΥΝΦΙΚΥΠ αφήνει το εαυτό της εκτός σ’ ό,τι αφορά το θέμα της διατήρησης της τάξης στην κοινότητα. 

Στο πρώτο μέρος του ψηφίσματος 2537 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αναφέρεται στο θέμα της Πύλας: «Εκφράζοντας την ανησυχία του για τη συνεχή επιδείνωση του νόμου και της τάξης στην Πύλα και προτρέποντας και τις δύο πλευρές να συνεχίσουν να συνεργάζονται με την UNFICYP για τη θέσπιση αποτελεσματικών μέτρων αντιμετώπισης εγκληματικών δραστηριοτήτων».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Σημαντική βοήθεια από τρεις για το ψήφισμα του ΣA

Τα Ηνωμένα Έθνη ενώ εντοπίζουν την ύπαρξη προβλήματος στο μικτό χωριό και ζητούν από τις δύο πλευρές να συνεργαστούν μαζί τους, έρχονται και αφήνουν κατά μέρος τη δική τους ευθύνη. Ενώ την ίδια ώρα η όλη προσέγγιση στρέφεται κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το ΣΑ ΟΗΕ εκφράζει «ανησυχία για τη συνεχή επιδείνωση του νόμου και της τάξης». Ο νόμος και η τάξη στα οποία αναφέρονται τα Ηνωμένα Έθνη δεν είναι κάποιας αόριστης οντότητας αλλά πρόκειται για τον νόμο και την τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία συνεχίζει να ανήκει η Πύλα. 

Ζητά από τις δύο πλευρές να συνεργάζονται με την ΟΥΝΦΙΚΥΠ «για τη θέσπιση αποτελεσμάτων μέτρων αντιμετώπισης εγκληματικών δραστηριοτήτων». Βάζοντας έτσι τις αστυνομικές Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις «Αρχές» μιας παράνομης οντότητας στην ίδια βάση. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Ζητά και τα ρέστα από τον ΟΗΕ η τουρκική πλευρά

Στην πράξη αυτό που συμβαίνει στην Πύλα και για το οποίο δεν γίνεται καμία αναφορά είναι ότι η ΟΥΝΦΙΚΥΠ δεν παρέχει τις απαραίτητες συνθήκες στις Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας προκειμένου να μπορέσουν να «θεσπίσουν αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης εγκληματικών δραστηριοτήτων». 

Είναι ωστόσο εμφανείς οι προθέσεις των εκπροσώπων του διεθνούς οργανισμού και θα πρέπει σύντομα να αναμένονται κινήσεις οι οποίες θα κινούνται στη λογική της σύστασης ενός δικοινοτικού μηχανισμού για την εφαρμογή του νόμου και της τάξης στην Πύλα. 

Στην παράγραφο 6 του ψηφίσματος 2537 το Συμβούλιο Ασφαλείας: «Ζητά τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού για απευθείας στρατιωτικές επαφές μεταξύ των πλευρών και των σχετικών ενδιαφερομένων μερών, ενθαρρύνει πλήρη εμπλοκή με την πρόταση για την εγκαθίδρυση ενός παρόμοιου μηχανισμού που παρουσιάστηκε από την ΟΥΝΦΙΚΥΠ και ζητά την έγκαιρη εφαρμογή του».

Το Συμβούλιο Ασφαλείας ζητά διάλογο και σύσταση του μηχανισμού όπως το περιέγραψε με επιστολή της προς τις δύο πλευρές η ειδική αντιπρόσωπος του ΓΓ ΟΗΕ στην Κύπρο και πολιτική προϊστάμενη της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, Ελίζαμπεθ Σπέχαρ. Σ’ εκείνη την επιστολή, που είχε σταλεί την 1η Μαΐου περιλήφθηκε μια πρόταση για σύσταση μηχανισμού στον οποίο θα συμμετέχουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι στρατιωτικοί εκπρόσωποι. Δηλαδή από ελληνοκυπριακής πλευράς εκπρόσωπος θα είναι αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς και από τουρκικής αξιωματικός των λεγόμενων «τουρκοκυπριακών δυνάμεων». Πρόταση που ως γνωστό απορρίφθηκε από την ελληνοκυπριακή πλευρά η οποία επιμένει ότι ένας τέτοιος διάλογος για να έχει ουσιαστική και πρακτική σημασία θα πρέπει να είναι μεταξύ των εμπόλεμων δυνάμεων, δηλαδή μεταξύ αξιωματικού της Εθνικής Φρουράς και αξιωματικού των τουρκικών δυνάμεων. 

Λαμβανομένου υπόψη ότι στο επόμενο διάστημα και με δεδομένο πλέον ότι το Κυπριακό φέτος θα μείνει στην Κύπρο και δεν θα πάει στη Νέα Υόρκη (αφού η Γενική Συνέλευση δεν θα πραγματοποιηθεί με την καθιερωμένη σύναξη των ξένων ηγετών) αναμένεται ότι θα γίνουν κινήσεις από μέρους των Ηνωμένων Εθνών για τους δύο μηχανισμούς. 

Ο πρώτος μηχανισμός, όπως προαναφέραμε θα έχει να κάνει με την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας στην Πύλα και ο δεύτερος για στρατιωτικό διάλογο. Εκτιμάται ότι μέσα στο επόμενο διάστημα και προκειμένου να καλυφθεί το υφιστάμενο κενό που υπάρχει σ’ ό,τι αφορά τον διάλογο και σ’ ό,τι αφορά επαφές ανάμεσα στις δύο πλευρές (λόγω πανδημίας κορωνοϊού και εκλογών στα κατεχόμενα) θα γίνουν κινήσεις από πλευράς εκπροσώπων των Ηνωμένων Εθνών προς την κατεύθυνση της σύστασης μηχανισμών. 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σ’ ό,τι αφορά τα θέματα αστυνόμευσης ήδη υφίσταται ένας μηχανισμός ο οποίος έχει να κάνει κυρίως με την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στις δύο πλευρές σε σχέση με δραστηριότητες εγκληματικών στοιχείων. Αυτό το οποίο φαίνεται να προωθείται ελέω Πύλας είναι ένας εντελώς διαφορετικός μηχανισμός ο οποίος κινείται πέραν από την ανταλλαγή πληροφοριών. 

Στο αμέσως επόμενο διάστημα και μέσα από τις επαφές που θα γίνουν θα διαφανεί πιο ξεκάθαρα ο στόχος των εκπροσώπων των Ηνωμένων Εθνών. Επί του παρόντος εκείνο που είναι ξεκάθαρο ως προς τη μορφή του είναι ο μηχανισμός για στρατιωτικό διάλογο. 

Το ψήφισμα, όπως έχει υιοθετηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας παρέχει τη δυνατότητα στους εκπροσώπους του Γενικού Γραμματέα στην Κύπρο να κινηθούν προκειμένου να συζητηθούν οι δύο μηχανισμοί. Εξάλλου είναι στη βάση του προηγούμενου ψηφίσματος, του Ιανουαρίου, που είχαν σταλεί και οι επιστολές προς τις δύο πλευρές για τον μηχανισμό στρατιωτικού διαλόγου. Και το 2537 αποτελεί μια καλή αιτία για να προωθηθεί ακόμα περισσότερο αυτή η προσπάθεια. Το πόσο θα μπορέσει να υλοποιηθεί ή απλώς θα παραμείνει μια αναφορά που θα επαναλαμβάνεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι κάτι το οποίο θα διαφανεί στο μέλλον.

Πλέει εκτός όρων εντολής της ΟΥΝΦΙΚΥΠ

Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, παρά το γεγονός ότι είχε ως αποστολή του να υιοθετήσει ψήφισμα για την ανανέωση της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, προχώρησε και στο να αγγίξει θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος όπως είναι οι εξελίξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Συγκεκριμένα στην αρχή του ψηφίσματος το Συμβούλιο Ασφαλείας αναφέρει: 

«Εκφράζοντας την βαθιά ανησυχία του για την περαιτέρω κλιμάκωση και τις αυξημένες εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο όσον αφορά την εξερεύνηση των υδρογονανθράκων, πεπεισμένο για τα πολλά σημαντικά οφέλη, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών ωφελειών για όλους τους Κυπρίους, που θα προέκυπταν από μια συνολική και διαρκή διευθέτηση και επαναλαμβάνοντας την έκκληση του Γενικού Γραμματέα για σοβαρές προσπάθειες αποφυγής κάθε περαιτέρω κλιμάκωσης και για την εξουδετέρωση των εντάσεων». 

Πέραν του ότι δεν προσεγγίζει το ζήτημα των προκλήσεων μέσα από τις σωστές του διαστάσεις, δηλαδή τις επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιχειρεί να δώσει (και σ’ αυτή την περίπτωση) μια δικοινοτική διάσταση στο πρόβλημα. 

Είναι ωστόσο σημαντικό να σημειωθεί ότι το εν λόγω ζήτημα δεν έχει να κάνει με την ουσία του θέματος που κλήθηκε να αποφασίσει το Συμβούλιο Ασφαλείας. Οι εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο που προκύπτουν από τις ενέργειες της Τουρκίας (έστω κι αν δεν αναφέρεται πουθενά στο ψήφισμα) δεν είναι ζήτημα που έχει να κάνει με τους όρους εντολής της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών. 

Και ως εκ τούτου, τουλάχιστον στο εν λόγω ψήφισμα δεν έπρεπε να συμπεριληφθεί η συγκεκριμένη αναφορά παρ’ όλο ότι είναι ευρύτερο ζήτημα που έχει να κάνει με τον διεθνή οργανισμό και την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε διάφορες επαφές και συναντήσεις που είχαν γίνει, ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν, η απάντηση που δινόταν στη θέση της Λευκωσίας ότι οι εν λόγω προκλήσεις επηρεάζουν την πορεία των συνομιλιών και θα πρέπει να παρέμβει ο ΓΓ ΟΗΕ, από πλευράς διεθνούς οργανισμού ήταν πως το όλο ζήτημα «δεν εμπίπτει στους όρους εντολής» του Γενικού Γραμματέα.

Μετά τις «εκλογές» και βλέπουμε

Όταν από πλευράς κυπριακής κυβέρνησης υποδεικνυόταν από τις αρχές του έτους ότι οι όποιες πρωτοβουλίες και κινήσεις στο Κυπριακό θα πρέπει να προγραμματιστούν για μετά τις «εκλογές» στα κατεχόμενα, κάποιοι στην ελληνοκυπριακή πλευρά και άλλοι στον διεθνή οργανισμό αντίκριζαν την προσέγγιση αυτή με καχυποψία. 

Στην πορεία ωστόσο και ειδικότερα μετά την απόφαση στα κατεχόμενα να μετακινηθούν οι «εκλογές» από τον Απρίλη στον Οκτώβρη, άρχισαν όλοι να μιλάνε την ίδια γλώσσα. Παραπέμποντας την επανέναρξη των προσπαθειών στο Κυπριακό ευθύς μετά τις «εκλογές». 

Προσεγγίζοντας την όλη κατάσταση (στο κεφάλαιο) συνομιλίες, με αρκετό ρεαλισμό το ΣΑ ΟΗΕ μιλά για «διαπραγματεύσεις στη συντομότερη εφικτή ευκαιρία». Δεν κάνει ούτε συγκεκριμένο χρονικό προσδιορισμό. Ζητά μόνο μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2021 ο ΓΓ ΟΗΕ να ενημερώσει το σώμα για τις εξελίξεις στο Κυπριακό.