Ένα περίπου αιώνα πριν, η Ευρώπη αποτελούσε αναμφίβολα παγκόσμια δύναμη σε θέματα τεχνολογίας και επιστήμης. Γύρω στις αρχές του 20ού αιώνα, και ενώ τα ισχυρά βιομηχανικά κράτη στην Ευρώπη καταλάμβαναν σταδιακά τον έλεγχο σχεδόν ολόκληρης της γης, τοποθετούνται χρονικά τεράστιες επιστημονικές ανακαλύψεις από Ευρωπαίους επιστήμονες σε πεδία όπως η κλασική φυσική, η χημεία και η βιολογία. Ενδεικτικά παραδείγματα περιλαμβάνουν τη διατύπωση της ειδικής θεωρίας της σχετικότητας από τον Αϊνστάιν, την ανακάλυψη του νετρονίου από τον Τσάντγουικ και την ανακάλυψη της πενικιλίνης από τον Φλέμινγκ. Πολλές από τις ανακαλύψεις αυτές αποτέλεσαν τη βάση για καινοτομίες που αναπτύχθηκαν στη συνέχεια, με επαναστατικές εφαρμογές στην ιατρική, τη βιομηχανία, την παραγωγή ενέργειας, τις μεταφορές και τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων. 
Παρότι η Ευρώπη υπήρξε διαχρονικά σημαντική κινητήριος δύναμη της καινοτομίας παγκοσμίως, οι οικονομίες των κρατών μελών της αγωνίζονται κατά την τελευταία δεκαετία για την ανάκαμψη της αναπτυξιακής τους δυναμικής. Ενώ η Ευρώπη εξακολουθεί να διατηρεί σημαντικά πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα στο πεδίο της βιομηχανίας, έχει μείνει πίσω σε κρίσιμους αναπτυσσόμενους τομείς όπως είναι η γονιδιωματική, η κβαντική πληροφορική και η τεχνητή νοημοσύνη, όπως επίσης ευρύτερα στην παραγωγή επαναστατικών καινοτομιών (“disruptive innovation”), με τις ΗΠΑ και την Κίνα να ξεπερνούν κατά πολύ τις ευρωπαϊκές επιδόσεις. 
Πρόσφατα δημοσιευμένες μελέτες από το Global McKinsey Institute υποδεικνύουν πέντε πεδία παρέμβασης, τα οποία θα βοηθήσουν την Ευρώπη να επαναφέρει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα. Στόχος για την Ευρώπη δεν θα πρέπει να είναι η ανάκτηση της χαμένης απόστασης με τις πρωτοπόρες χώρες των ΗΠΑ και Κίνας. Περισσότερο σημαντικό είναι να αλλάξει η ίδια τους κανόνες του παιχνιδιού, αξιοποιώντας τα δυνατά της στοιχεία και πλεονεκτήματα, τα οποία περιλαμβάνουν μια δυνατή ερευνητική και βιομηχανική βάση και υψηλές επενδύσεις σε τεχνολογικά πεδία, όπως η τεχνητή νοημοσύνη. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο αριθμός των ευρωπαϊκών startup επιχειρήσεων στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης έχει τριπλασιαστεί κατά τα τελευταία τρία χρόνια και είναι πλέον σχετικά συγκρίσιμος με αυτόν των ΗΠΑ με βάση το ΑΕΠ. 
Με τους ακόλουθους πέντε τρόπους η Ευρώπη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις δομικές προκλήσεις που προκύπτουν από το μικρό της μέγεθος, να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της και τις υπάρχουσες τεχνολογικές τάσεις και στην πράξη να αλλάξει η ίδια τους κανόνες του παιχνιδιού, παρά να προσπαθήσει –ενδεχομένως ες αεί– να καλύψει την απόσταση με τις πρωτοπόρες χώρες: 
1. Η Ευρώπη μπορεί να κτίσει πάνω στη βιομηχανική της δύναμη και να εστιάσει στη διάδοση τεχνολογιών στις αλυσίδες εφοδιασμού, δηλαδή στις διαδικασίες και τα κανάλια με τα οποία τα ευρωπαϊκά προϊόντα φτάνουν προς τους καταναλωτές. Αξιοποιώντας το γεγονός ότι το παιχνίδι της καινοτομίας αναμένεται να εστιαστεί περισσότερο σε δραστηριότητες «business-to-business» (B2B) παρά «business-to-consumer» (B2C), η Ευρώπη μπορεί να επικεντρωθεί σε τεχνολογικές εφαρμογές που απευθύνονται περισσότερο προς τις υπάρχουσες ευρωπαϊκές βιομηχανίες, κτίζοντας πάνω σε οικονομίες κλίμακας. Μπορεί επίσης να επενδύσει σε καινοτομίες που είναι χρήσιμες για την ενίσχυση των αλυσίδων εφοδιασμού, δηλαδή των καναλιών και των διαδικασιών μέσω των οποίων τα τελικά προϊόντα και υπηρεσίες φτάνουν προς τους πελάτες. Τέλος, μπορεί να εστιάσει στην ανάπτυξη καινοτομίας σε οικοσυστήματα που περιστρέφονται γύρω από Ευρωπαϊκούς κολοσσούς –τις εταιρείες “Superstars” με βάση τη διεθνή ορολογία, οι οποίες περιλαμβάνουν τις πρώτες 10% εταιρείες με πέραν του $1 δισ. σε ετήσιο κύκλο εργασιών.
2. Η Ευρώπη μπορεί να επανεξετάσει τις πολιτικές και τα πρότυπα που αφορούν την προστασία και διαχείριση δεδομένων επανακαθορίζοντας το πεδίο ανταγωνισμού, την προστασία των πολιτών και τη διασύνδεση μεταξύ ομάδων δεδομένων. 
Καθώς οι μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες συνεχίζουν να εδραιώνονται σε περισσότερους τομείς της οικονομίας μέσω νέων επιχειρηματικών μοντέλων και εργαλείων διαχείρισης δεδομένων, αξιοποιώντας παράλληλα νέες τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι απαιτήσεις για ενδυνάμωση των προτύπων για την ασφάλεια δεδομένων αυξάνονται ραγδαία. Έχοντας ήδη καθιερωθεί ως ηγέτης στο πεδίο της διακυβέρνησης δεδομένων και της προστασίας της ιδιωτικότητας, η Ευρώπη μπορεί να κτίσει περαιτέρω στον εν λόγω τομέα. Πιθανές δράσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την ενίσχυση της πρόσβασης σε δεδομένα του δημόσιου τομέα σε επιλεγμένους στρατηγικούς τομείς, όπως για παράδειγμα τις μεταφορές, τα οποία μπορούν να είναι σχετικά ως προς την ανάπτυξη έξυπνων πόλεων και μέσων μαζικής μεταφοράς και την αναβάθμιση της υγειονομικής περίθαλψης. 
3. Η Ευρώπη μπορεί να αξιοποιήσει την κρίσιμη μάζα των δημόσιων συμβάσεων για διεύρυνση της καινοτομίας σε ψηφιακά προϊόντα και υπηρεσίες.
Το μεγάλο μέγεθος του δημόσιου τομέα της Ευρώπης, το οποίο συχνά αντιμετωπίζεται ως μειονέκτημα, θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλεονέκτημα, εάν μέρος των περίπου €2 τρισ. που αφιερώνονται ετησίως (14% του ΑΕΠ) διοχετευτεί κατάλληλα ώστε να ενισχύσει σημαντικά τη ψηφιακή διακυβέρνηση και την καινοτομία μεγάλης κλίμακας.
4. Η Ευρώπη μπορεί να γίνει πιο ανοικτή και πιο διασυνδεδεμένη με τον υπόλοιπο κόσμο. 
Στο πλαίσιο της προσπάθειας για αντιμετώπιση του κατακερματισμού επενδύσεων σε έρευνα και δραστηριοτήτων ανάπτυξης καινοτομίας, η Ευρώπη θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τις δραστηριότητες συνεργατικής έρευνας, ενδυναμώνοντας τη συνεργασία μεταξύ των τοπικών της οικοσυστημάτων, όπως επίσης και τη συνεργασία αυτών με άλλες περιφέρειες, υιοθετώντας παράλληλα μία νέα, πιο «ανοικτή» προσέγγιση για την ανάπτυξη της καινοτομίας. Περαιτέρω, θα πρέπει να εργαστεί ώστε να αλλάξει προς όφελός της τις τρέχουσες μεταναστευτικές ροές. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω της προσέλκυσης προσωπικού υψηλής εξειδίκευσης από τρίτες χώρες, μέσω της ενθάρρυνσης Ευρωπαίων μεταναστών να επιστρέψουν στην Ευρώπη και μέσω βελτίωσης του φορολογικού και θεσμικού πλαισίου για εργασία σε ευρωπαϊκές startup επιχειρήσεις.
5. Η Ευρώπη μπορεί να αξιοποιήσει την κλίμακα που έχουν οι μη-ευρωπαϊκοί κολοσσοί προς όφελός της.
Στο πλαίσιο του έντονου παγκόσμιου ανταγωνισμού, μεγάλοι μη-ευρωπαϊκοί κολοσσοί εντείνουν σταδιακά την παρουσία τους στην Ευρώπη, για λόγους οι οποίοι περιλαμβάνουν την αυξανόμενη αβεβαιότητα των αγορών, όπως επίσης και την ανάγκη για ανάπτυξη ευέλικτων αλυσίδων πρόσβασης των πελατών προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα. Μία από τις προτεραιότητες της Ευρώπης θα μπορούσε να είναι να εξασφαλίσει, όχι μόνο ότι οι πολίτες της θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν τα οφέλη των υπηρεσιών που παρέχονται από τις μη-ευρωπαϊκές εταιρείες, αλλά και ότι αυτές δημιουργούν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης στην Ευρώπη, περισσότερη καινοτομία και αξία για τους καταναλωτές και σημαντικά φορολογικά έσοδα. Προς την κατεύθυνση αυτή, θα μπορούσαν να υιοθετηθούν μέτρα και προγράμματα παροχής κινήτρων, που θα ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις αυτές να μεταφέρουν μεγαλύτερο όγκο δραστηριοτήτων στην Ευρώπη.
Τα προτεινόμενα πέντε πεδία είναι συμπληρωματικά στο ευρύτερο φάσμα των ομολογουμένως σημαντικών πολιτικών που έχει υιοθετήσει η Ευρώπη κατά τα τελευταία χρόνια για στήριξη της καινοτομίας στο επόμενο διάστημα. Σε αυτές περιλαμβάνονται το νέο –διευρυμένο σε κλίμακα και προϋπολογισμό– Πρόγραμμα Πλαίσιο για Έρευνα και Καινοτομία «Horizon Europe» με προϋπολογισμό €100 δισ. για την επόμενη επταετία, η προώθηση νομοθετικών αλλαγών και δράσεων για υιοθέτηση της Ενιαίας Ψηφιακής Αγοράς, η δημιουργία του «High-Level Expert Group» για την Τεχνητή Νοημοσύνη, η δημιουργία του «European High-Performance Computing Joint Undertaking» για τη συγκέντρωση πόρων και τη δημιουργία μιας παγκοσμίου εμβέλειας υποδομής υπερυπολογιστών, όπως επίσης και άλλες τομεακές πρωτοβουλίες σε πεδία όπως η ψηφιακή υγεία και συμπληρωματικές πρωτοβουλίες κοινωνικού χαρακτήρα. Αναγνωρίζεται παράλληλα η ανάγκη οι υπάρχουσες πολιτικές της Ευρώπης να ενταχθούν σε ένα πιο ψηφιακό πλαίσιο. 
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να υιοθετήσει μακροπρόθεσμη προοπτική για την καινοτομία, εστιάζοντας σε νέους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της συνθετικής βιολογίας, της γονιδιωματικής και άλλων αναδυόμενων πεδίων, μελετώντας σε βάθος τις επιπτώσεις που αυτοί δύναται να έχουν, όχι μόνο στην αύξηση του ΑΕΠ, αλλά και στην ευημερία ευρύτερα.

Πηγή: Global McKinsey Institute, Discussion Paper «Innovation in Europe: Changing the game to regain competitive edge», Οκτώβριος 2019.

*Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας & Καινοτομίας, πρώην υπουργός Υγείας.