Στο έλεος του Θεού βρίσκονται οι ενήλικες που αντιμετωπίζουν διατροφικές διαταραχές, αφού, όπως επισήμως διαπιστώθηκε κατά τη χθεσινή συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής Υγείας, στην Κύπρο λειτουργεί οργανωμένα και παρέχοντας πλήρεις υπηρεσίες μόνο μια εξειδικευμένη δομή κι αυτή για παιδιά.

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, όλοι οι αρμόδιοι επαγγελματίες υγείας τόνισαν ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξητική τάση στον αριθμό των περιστατικών, ενώ τα στοιχεία που προκύπτουν από το λογισμικό του ΓεΣΥ αποτυπώνουν την κατάσταση:

Σε ό,τι αφορά τις διαγνώσεις που σχετίζονται με την ανορεξία, είναι καταχωρημένοι 479 δικαιούχοι. Από αυτούς μόνο οι 92 είναι κάτω των 18 ετών.

Σε ό,τι αφορά τις διαγνώσεις που σχετίζονται με την βουλιμία, είναι καταγεγραμμένα 908 άτομα, εκ των οποίων μόνο τα 90 είναι παιδιά

Σε μια τρίτη διάγνωση, που αφορά την υπερφαγία, είναι καταχωρημένοι 8.056 δικαιούχοι, εκ των οποίων μόνο οι 564 είναι άτομα κάτω των 18 ετών.

Όπως ανέφερε ενώπιον της επιτροπής η ανώτερη λειτουργός του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας, Μόνικα Κυριάκου, «το 2021 οι αριθμοί, ήταν λίγο χαμηλότεροι και το 2020 πολύ χαμηλότεροι».  Ωστόσο, όπως επεσήμανε, «θεωρούμε πιο αξιόπιστους τους αριθμούς του 2022 διότι τα προηγούμενα χρόνια το ΓεΣΥ βρισκόταν στα αρχικά του στάδια και ενδεχομένως να μην είχαν προλάβει όλοι οι γιατροί να καταχωρήσουν τις διαγνώσεις για τους ασθενείς τους».

Οι περισσότεροι από τους ενήλικες ασθενείς που παρουσιάζουν κάποια διατροφική διαταραχή, όπως προκύπτει και πάλι από το λογισμικό του ΓεΣΥ, λαμβάνουν υπηρεσίες από ψυχίατρο, ψυχολόγο και διαιτολόγο. «Η πρόσβαση των παιδιών είναι πιο χαμηλή». Η κ. Κυριάκου διευκρίνισε ότι «το ΓεΣΥ καλύπτει μεμονωμένα τις υπηρεσίες που χρειάζονται τα άτομα με διατροφικές διαταραχές. Δηλαδή, εάν ένα άτομο απευθυνθεί σε ειδικό γιατρό ή άλλο επαγγελματία υγείας, τότε το ΓεΣΥ θα αποζημιώσει. Δεν υπάρχει όμως μια οργανωμένη δομή η οποία να παρέχει εξειδικευμένες υπηρεσίες για αυτά τα προβλήματα».

«Μας στέλνουν στο εξωτερικό για νοσηλεία και όταν επιστρέψουμε μετά από μερικούς μήνες δεν υπάρχει κάποια υποστηρικτική ομάδα για να μας βοηθήσει», ανέφερε δίνοντας τη δική της μαρτυρία η Παντελίνα, μια ασθενής με ανορεξία. «Δεν υπάρχει κάποια πουλυθεματικη ομάδα για να μας βοηθήσει», είπε και σχολιάζοντας αργότερα τοποθέτηση από πλευράς του υπουργείου Υγείας ότι λειτουργεί ομάδα ειδικών για ενήλικες, υποστήριξε πως «όταν εγώ απευθύνθηκα σε αυτή την ομάδα μου θύμωσαν επειδή μου είπαν ότι αν ήθελα να γίνω καλά θα γινόμουν».

Ο πατέρας της Παντελίνας ανέφερε ότι «έχουμε αποταθεί σε ψυχίατρους και ψυχολόγους εντός και εκτός ΓεΣΥ. Κανένας δεν αναλαμβάνει την Παντελίνα και μας λένε ότι δεν έχουν την απαραίτητη εξειδίκευση. Είναι χρόνια ασθενής μας λένε και δεν την αναλαμβάνουν».

Από πλευράς ΟΚΥπΥ, έγινε αναφορά στις εξειδικευμένες δομές για παιδιά που λειτουργούν στο Μακάρειο νοσοκομείο όπου προσφέρεται και στήριξη και νοσηλεία. Για τους ενήλικες, όπως λέχθηκε, στήθηκαν δομές αλλά στη συνέχεια οι επαγγελματίες που εξειδικεύθηκαν για να τις στελεχώνουν εγκατέλειψαν το δημόσιο για να ιδιωτεύσουν.

Εκπροσωπώντας τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο, ο πρόεδρος της Παιδιατρικής Εταιρείας Κύπρου, Μιχάλης Αναστασιάδης, ανέφερε ότι πέραν από τις δομές για παιδιά που λειτουργούν στο Μακάρειο νοσοκομείο και όπως είπε, παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, «στην Κύπρο δεν έχουμε οργανωμένες δομές». Χρειάζεται, να γίνει μια εθνική στρατηγική γιατί το θέμα «είναι πολύπλευρο και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εάν δεν τύχει συνολικής προσέγγισης».

Σε κάθε σχολείο 2-3 παιδιά με ανορεξία

Οι αριθμοί για τα παιδιά, επίσης, προκαλούν προβληματισμό. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ερευνητικού και εκπαιδευτικού ινστιτούτου «Υγεία του Παιδιού», Μιχάλης Τορναρίτης, ένα στα τέσσερα κορίτσια και ένα στα δέκα αγόρια 12-18 ετών, «έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση». Περίπου ένα στα δύο παιδιά αισθάνονται ότι είναι αντιμέτωπα με άλλους ή με τον εαυτό τους.

Τα ποσοστά της τελειομανίας φθάνουν το 50%, ενώ οι φοβίες για το μέλλον χαρακτηρίζουν το 75% των παιδιών. Αυτή η ψυχολογική κατάσταση των εφήβων, είπε, «τους οδηγεί σε ανορεξικές και βουλιμικές καταστάσεις. Τα στοιχεία μας δείχνουν ότι σχεδόν, ένα στα τέσσερα κορίτσια και ένα στα δέκα αγόρια θέλουν να χάσουν κιλά. Κάθε σχολείο της Μέσης Εκπαίδευσης έχει δύο με τρεις μαθητές με ανορεξία ενώ το ποσοστό των εφήβων με βουλιμία ανέβηκε στο 40%».