Η βιομηχανία του αδυνατίσματος ανέβηκε επίπεδο με τις φαρμακευτικές βιομηχανίες να ρίχνονται η μια μετά την άλλη στον στίβο για την κατασκευή φαρμάκων πλέον και όχι συμπληρωμάτων διατροφής ή συνδυασμών βοτάνων, που θα εξασφαλίζουν στους ανθρώπους της σύγχρονης εποχής ταχεία απώλεια βάρους.

Το αν το βάρος επανέρχεται μετά τη χρήση, είναι κάτι το οποίο βεβαίως δεν απασχολεί τους κατασκευαστές προς το παρόν, αφού δισεκατομμύρια ανθρώπων έχουν ήδη μπει με τη σειρά τους στη μάχη με τα κιλά τους χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες ή το τελικό αποτέλεσμα.

Η φρενίτιδα που άρχισε πριν από περίπου ένα χρόνο μετά τις αναρτήσεις αστέρων του Χόλιγουντ αλλά και άλλων οικονομικών παραγόντων για χρήση του ενέσιμου σκευάσματος Ozempic, το οποίο προορίζεται αυστηρώς για άτομα με διαβήτη τύπου 2, δεν φαίνεται να έχει σταματημό παρά τις απαγορεύσεις τις οποίες επέβαλαν αρκετά κράτη μετά τις ελλείψεις που δημιουργήθηκαν, λόγω υπερκατανάλωσης, στη διεθνή αγορά.

Η αδειοδότηση και κυκλοφορία ήδη στις ΗΠΑ του νέου σκευάσματος Wegovy, το οποίο είναι επίσης ενέσιμο και χαρακτηρίζεται ως το «αδελφάκι» του Ozempic αλλά φέρει τις απαραίτητες ενδείξεις για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη στροφή των ανθρώπων στις εύκολες λύσεις, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή διεθνείς φαρμακοβιομηχανίες να δαπανούν εκατομμύρια δολάρια για έρευνα και κατασκευή αντίστοιχων φαρμάκων.

Σε εύρος εξαμήνου οι πωλήσεις του Wegovy, στις ΗΠΑ ανέβηκαν κατά 344% και εκτοξεύθηκαν στα 1,7 δισ. δολάρια. Παρόμοια είναι και η πορεία του σκευάσματος Murjaro, το οποίο αδειοδοτήθηκε πριν από ένα χρόνο ως φάρμακο για τον διαβήτη, ωστόσο, όπως και στην περίπτωση του Ozempic, έχει συγκαταλεχθεί πλέον στις προτιμήσεις των ανθρώπων διεθνώς για γρήγορη απώλεια βάρους. Η κυκλοφορία του οδήγησε σε έκρηξη κερδών με τις πωλήσεις να έχουν φθάσει μέχρι και το τρίτο τρίμηνο του 2023 στα 979,7 εκατομμύρια δολάρια έναντι μόλις 16 εκατ. δολαρίων την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Σε ό,τι αφορά το ενέσιμο σκεύασμα Ozempic, το οποίο ήταν και το πρώτο που μπήκε στην κούρσα του αδυνατίσματος εξαιτίας της ευρείας χρήσης του από αστέρες του Χόλιγουντ και όχι μόνο, τα κέρδη της κατασκευάστριας εταιρείας από τις πωλήσεις του έχουν αυξηθεί κατά 50% και έφθασαν τα 3.7 δισ. δολάρια.

Με τα δεδομένα αυτά, φαίνεται ότι τα δεδομένα στη βιομηχανία του αδυνατίσματος αλλάζουν διεθνώς. Αρκεί να αναφερθεί ότι επί 60 χρόνια ο κολοσσός αδυνατίσματος Weight Watchers έπειθε εκατομμύρια ανθρώπους ότι μπορούν να ελέγξουν το βάρος τους, εάν προχωρήσουν σε απλές αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Από 50,3 εκατομμύρια συνδρομητές που είχε το 2020, έπεσε στα 4,2 εκατομμύρια το 2021 και στα 3,5 εκατομμύρια του 2022 με την τάση να είναι καθοδική.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον διεθνή τύπο, η Weight Watchers, ετοιμάζεται να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων ανταγωνιστών της, οι οποίοι δίνουν ήδη πρόσβαση στους πελάτες τους σε φαρμακευτικά σκευάσματα.

Η αλλαγή αυτή άλλωστε θεωρείται επιβεβλημένη αφού τα επόμενα χρόνια η προσφορά φαρμακευτικών σκευασμάτων που θα υπόσχονται ταχεία απώλεια βάρους θα είναι ακόμα μεγαλύτερη. Ήδη αρκετές φαρμακευτικές εταιρείες βρίσκονται στο στάδιο της ολοκλήρωσης σχετικών ερευνών και είναι θέμα χρόνου να ανακοινώσουν αποτελέσματα.

Η χρήση των ενέσιμων κυρίως σκευασμάτων διαδόθηκε αστραπιαία σε ολόκληρο τον πλανήτη, όταν έγινε γνωστό το μυστικό αρκετών celebrities, όπως ο Τζίμι Κίμελ, ο Έλον Μασκ, η Αντέλ και η Κιμ Καρντάσιαν, η οποία, όπως διέρρευσε, είχε χρησιμοποιήσει το Ozempic και απώλεσε 9.5 κιλά, προκειμένου να χωρέσει στο θρυλικό κρεμ φόρεμα της Μέριλιν Μονρόε.

Έρχεται και στην Ε.Ε. νέο ενέσιμο σκεύασμα

Ο παγκόσμιος ξεσηκωμός και η τρελή αύξηση στη χρήση των ενέσιμων και άλλων σκευασμάτων, τα οποία έχουν κατασκευαστεί αρχικά για την αντιμετώπιση του διαβήτη φαίνεται ότι έχει μεταφερθεί για τα καλά και στην Κύπρο. Μετά τις ελλείψεις που δημιουργήθηκαν στην κυπριακή αγορά, όπως και σε ολόκληρη την Ευρώπη σε ό,τι αφορά το Ozempic, οι Ευρωπαίοι αναμένουν με ανυπομονησία την αδειοδότηση και άλλου σκευάσματος, το οποίο προορίζεται για να καταπολεμά την παχυσαρκία και τουλάχιστον στην περίπτωση του η όποια υπερκατανάλωση δεν θα οδηγήσει σε ελλείψεις με δραματικές συνέπειες σε ασθενείς, όπως συνέβη στην περίπτωση του Ozempic, η αυξημένη ζήτηση του οποίου άφησε χωρίς τη θεραπεία τους εκατοντάδες διαβητικούς στην Κύπρο τον περασμένο χειμώνα.