Η κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ γνωρίζει μεγάλη άνοδο διεθνώς, με πολλούς καταναλωτές να την επιλέγουν ως υγιεινή εναλλακτική στο παραδοσιακό αλκοόλ. Ωστόσο, νέα επιστημονική μελέτη από τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες καταδεικνύει ότι η καθημερινή της κατανάλωση ενδέχεται να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις στον μεταβολισμό.

Η έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nutrients, παρακολούθησε 44 υγιείς νεαρούς άνδρες, εκ των οποίων οι μισοί κατανάλωναν δύο φιάλες μπύρας χωρίς αλκοόλ την ημέρα, ενώ οι υπόλοιποι κατανάλωναν μόνο νερό, για χρονικό διάστημα τεσσάρων εβδομάδων. Οι αιματολογικές μετρήσεις κατέγραψαν αυξήσεις στα επίπεδα σακχάρου και ινσουλίνης, υποδηλώνοντας τάσεις υπερινσουλιναιμίας, καθώς και αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και LDL χοληστερόλης.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι μεταβολικές επιδράσεις αποδίδονται κυρίως στην περιεκτικότητα των ποτών αυτών σε ζάχαρη και θερμίδες, όχι απαραίτητα στην απουσία ή παρουσία αλκοόλ. Ιδιαίτερη επιβάρυνση φαίνεται να προκαλούν οι σταρένιες και αρωματισμένες μπύρες, όπως εκείνες με γεύσεις εσπεριδοειδών, σε αντίθεση με τις πιο «καθαρές» μπύρες τύπου pilsner, που εμφάνισαν ηπιότερες επιδράσεις.

Η μελέτη δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τα οφέλη της αποχής από το αλκοόλ, αλλά επισημαίνει ότι η κατανάλωση μπύρας χωρίς αλκοόλ δεν είναι απαλλαγμένη από θερμιδικό και γλυκαιμικό φορτίο. Η καθημερινή κατανάλωση δύο φιαλών μπορεί να μεταβάλει σημαντικά τους δείκτες του μεταβολισμού μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες.

Οι ερευνητές προτείνουν στους καταναλωτές να επιλέγουν μπύρες χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή γλυκαντικών, και να αποφεύγουν την καθημερινή τους κατανάλωση, ιδίως αν υπάρχουν μεταβολικοί παράγοντες κινδύνου. Η αντίληψη ότι πρόκειται για «υγιεινά» ποτά χωρίς όρια μπορεί να οδηγήσει σε παρανοήσεις και διατροφικές υπερβολές.

ygeiamou.gr