Η πρόσφατη έξαρση της εγκληματικότητας και τα αυστηρά μέτρα αστυνόμευσης για την αντιμετώπιση της που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, όπως η αυξημένη αστυνομική παρουσία σε αστικές περιοχές, οι ένοπλες περιπολίες και η απαγόρευση μετακίνησης οπαδών σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, προκάλεσαν προβληματισμό στην κοινωνία.

Ο Νίκος Τριμικλινιώτης, διευθυντής του Κέντρου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και καθηγητής Κοινωνιολογίας, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων, υποστηρίζοντας ότι αντανακλούν έναν ευρύτερο κοινωνικό πανικό και δεν αποτελούν ουσιαστικές λύσεις.

Σε συνέντευξή του στο philenews και το in-cyprus, αναλύει τις σύνθετες πτυχές του φαινομένου της εγκληματικότητας στην Κύπρο, αντλώντας στοιχεία από το ιστορικό πλαίσιο της, ενώ εξετάζει και τις σύγχρονες προκλήσεις. Παράλληλα, προειδοποιεί για τις πιθανές κακοτοπιές των σκληρών μέτρων, υπογραμμίζοντας ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος για την περαιτέρω αποξένωση ήδη περιθωριοποιημένων κοινοτήτων, όπως οι οπαδοί ποδοσφαιρικών ομάδων και οι μετανάστες, κάτι που θα οδηγήσει στην επιδείνωση των κοινωνικών διαιρέσεων.

Πώς κρίνετε την αντίδραση της κυβέρνησης στα πρόσφατα φαινόμενα εγκληματικότητας; Είναι δικαιολογημένες οι αντιδράσεις ή δρούμε με βάση ένα ηθικό πανικό;

Τις τελευταίες εβδομάδες, γίναμε μάρτυρες κάποιων σοβαρών εγκλημάτων, όπως δολοφονίες από εκτελεστές, βομβιστικές επιθέσεις και καταδιώξεων με αστυνομικά ελικόπτερα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτά έχουν παρουσιαστεί στα μέσα ενημέρωσης με τον τρόπο που παρουσιάστηκαν, δηλαδή ως εντυπωσιακά και θεαματικά γεγονότα που συμβαίνουν σε ταινίες δράσης και βίας.

Το γεγονός ότι οι πρόσφατες δολοφονίες φαίνεται να συνδέονται με βαρόνους ναρκωτικών και με μάχες για την εξουσία και τον έλεγχο στον υπόκοσμο σε Λευκωσία και Λεμεσό, τις έχει κάνει ακόμα πιο “ελκυστικές” για εικασίες από τα ΜΜΕ.

Αυτό αποτελεί απλώς ένα είδος εγκλήματος – ας το ονομάσουμε μαφιόζικου τύπου ή υπόκοσμου τύπου έγκλημα.

Ωστόσο, το πιο αποτρόπαιο βίαιο έγκλημα που διαπράχθηκε ποτέ στην Κύπρο (δεν υπολογίζω εδώ την εθνοπολιτική βία που αποτελεί ξεχωριστή κατηγορία) ήταν η σειρά βιασμών και δολοφονιών μεταναστριών, οικιακών βοηθών και των παιδιών τους, από τον Ελληνοκύπριο αξιωματικό του στρατού, ο οποίος έθαβε τα θύματά του στο Μιτσερό μέχρι να τον ανακαλύψουν το 2019: Στραγγάλισε τα θύματά του και τα πέταξε σε φρεάτιο στο Μιτσερό, αφού ξεγέλασε τα θύματά του, πλησιάζοντάς τα ρομαντικά και στη συνέχεια τα στραγγάλισε και τα μετέφερε στο εγκαταλελειμμένο λατομείο.

Ας μην ξεχνάμε πως η απεικόνιση των γκάνγκστερ και των ληστών έχει μακρά ιστορία-δεν υπάρχουν μόνο σε ταινίες όπως ο “Νονός” κ.λπ. Έχουμε τη δική μας μακρά ιστορία, εδώ στην Κύπρο, η οποία διαρκεί πάνω από έναν αιώνα τώρα, όπως καταγράφεται στον Τύπο και στα δημοτικά τραγούδια.

Πασίγνωστοι φόνοι, απαγωγές, κλοπές και βιαιοπραγίες από ληστές, παράνομους-συμμορίτες από τα τέλη του 19ου αιώνα έχουν καταγραφεί και εκλαϊκευθεί από λαϊκούς ποιητές, όπως ο Τσιαπούρας, ο Παλαίσης, ο Άζινος κ.λπ. Έχουμε ποιήματα και ιστορίες για τα περιβόητα Χασαμπούλια ή τον Γιαλλουρή που καταδικάστηκαν και οδηγήθηκαν στη κρεμάλα επί Βρετανικής αποικιοκρατίας.

Αργότερα, τη δεκαετία του 1940 ήταν ο Μίτας, ο διαβόητος φυγάς της δεκαετίας του 1940 που κατάφερνε πάντα να δραπετεύει για να γίνει πονοκέφαλος για τις βρετανικές αρχές μέχρι να συλληφθεί, να καταδικαστεί και να κρεμαστεί. Μέχρι σήμερα το όνομά του, η τόλμη και η επιδεξιότητά του συνδέθηκαν στην λαϊκή μνήμη του νησιού με τον «ασύλληπτο Μίτα» – στο σχολείο θυμούμαι που λέγαν, «τι, έπιασες τον Μίτα!».

Οι δε Ζαχαρίες ήταν μια εγκληματική συμμορία που δρούσε στη Λεμεσό και τα γύρω χωριά από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 που ήταν σε πόλεμο με τους Κολοσσιάτες. Μιλούμε για συμμορίες που ασχολούνταν με την ζωοκλοπή, τον τζόγο και την πορνεία, οι εγκληματικές δραστηριότητες των οποίων οδήγησαν στο θάνατο τουλάχιστον 186 άτομα. Πρόκειται για μισητές φιγούρες για πολλούς της εποχής, ενώ για κάποιους ήταν «λαϊκοί ληστές».

Τώρα ακόμα και στη δική μας εποχή, που βιώσαμε αλματώδη κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική μεταβολή, παρατηρούμε σημαντικά στοιχεία συνέχειας στο αφήγημα. Παρατηρούμε λοιπόν, από τη δεκαετία του 1980, ένα είδος «εορταστικού» τύπου εγκληματία με το χαριτωμένα παρατσούκλια στα μέσα ενημέρωσης – είναι η εποχή της εικόνας, της τηλεόρασης: ο «Κοτσούδκιας», ο «Πατόζας», η «Χιτλερού» κτλ. όταν πιάστηκαν ή όταν δραπέτευσαν κ.λπ. Υπάρχει και ο «μάγκας» εγκληματίας που είναι «γκόμενος» με Mercedes και Armani κοστούμι – γνωστές οικογένειες, φατρίες, κτλ.

Τα δε τελευταία 20 χρόνια είδαμε μερικά στυγερά εγκλήματα υψηλού προφίλ που έλαβαν μεγάλη προσοχή από τα ΜΜΕ – μερικές φορές παραβιάζοντας κάθε κανόνα δεοντολογίας περί τεκμηρίου της αθωότητας, πέφτοντας εντελώς έξω, ενοχοποιώντας, κατηγορώντας ως δράστη το λάθος άτομο, καταστρέφοντας τη ζωή του.

Ο δεύτερος τύπος είναι το «έγκλημα των ελίτ»: Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες σε εγκλήματα που αφορούν εκατομμύρια ευρώ, π.χ. πώληση διαβατηρίων, σκάνδαλα διαφθοράς, κατασκοπείας και παρακολούθησης κ.λπ. Θυμηθείτε ότι τα κυπριακά μέσα ενημέρωσης τηρούσαν σιγή μέχρι το ρεπορτάζ του Αλ Τζαζίρα που «έσκασε η βόμβα» και έγινε σκάνδαλο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Θυμάστε το σκάνδαλο με τον βοηθό Γενικό Εισαγγελέα που καταδικάστηκε και φυλακίστηκε; Τώρα συνεχίζει  ως δικηγόρος. Η άλλη περίπτωση με το βαν παρακολούθησης από εταιρεία των πρώην πρακτόρων της Μοσσάντ που ενέγραψε η δικηγορική εταιρεία του νυν Βοηθού Γενικός Εισαγγελέα;

Αυτά όλα βγήκαν στη φόρα λόγω ευρωπαϊκού και διεθνούς ενδιαφέροντος. Για πολύ καιρό υπήρχε συσκότιση από τα ΜΜΕ.

Ο τρίτος τύπος είναι το λεγόμενο «έγκλημα λευκού κολάρου» (μεσαία και ανώτερη τάξη) – διαφθορά, απάτες, υπεξαιρέσεις, απάτες. 

Το τέταρτο είδος εγκλήματος μπορούμε να το ονομάσουμε: «καθημερινό» ή μικροέγκλημα», που διαπράττεται από τις φτωχότερες τάξεις, την εργατική τάξη ή ακόμη και από εκείνους που θεωρούνται ότι ανήκουν στο λεγόμενο «λούμπεν προλεταριάτο»: μαύρη εργασία, μικροκλοπές σε καταστήματα, «εξαπάτηση» για να λάβουν επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας. Αυτού του είδους τα μικροεγκλήματα λαμβάνουν την προσοχή των μέσων ενημέρωσης, συχνά υπερβολικά και διογκωμένα.

Ο πέμπτος τύπος εγκλήματος είναι ο «χουλιγκανισμός» και τα εγκλήματα που σχετίζονται με τον αθλητισμό. Αυτό τυγχάνει τεράστιας προσοχής με πραγματικά απαράδεκτες αναφορές από τα ΜΜΕ και «σχολιαστές» για «ανεγκέφαλους», όπου προβάλλονται οι συνήθεις συνταγές επιβολής του νόμου και της τάξης. Πρόκειται για εξαιρετικά προβληματικές συνταγές, όπως η επιτήρηση-παρακολούθηση, οι ταυτότητες οπαδών, η ισχυρότερη αστυνομική παρουσία και η σκληρή αστυνόμευση κ.λπ. απλώς εκτοπίζουν και ωθούν τη βία αλλού, συχνά έξω από τα γήπεδα.

Ο έκτος τύπος εγκλήματος είναι η βία, η εμπορία και η εκμετάλλευση της εργασίας και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένης της βίας κατά των παιδιών, που λαμβάνει την προσοχή των μέσων ενημέρωσης, αλλά πρόκειται για μια εντυπωσιακή απεικόνιση και όχι για έναν βιώσιμο και ερευνητικό τρόπο.

Ο έβδομος τύπος εγκλήματος που δεν αναφέρεται επαρκώς είναι η αστυνομική βία και η διαφθορά – συμπεριλαμβανομένου του συστήματος δίωξης. Αυτό είναι πολύ σοβαρό, αλλά πρόκειται για θέμα με το οποίο τα μέσα ενημέρωσης σπάνια τολμούν να ασχοληθούν. 

Θα ήθελα εδώ να προσθέσω έναν άλλο πολύ σοβαρό τύπο: το έγκλημα μίσους – βία με βάση τη φυλετική/εθνοτική ή έμφυλη βάση.

Ήταν ο κοινωνιολόγος Stanley Cohen στο κλασικό βιβλίο του “Folk Devils and Moral Panics” (Λαϊκοί διάβολοι και ηθικοί πανικοί) που ανέλυσε τις διαδικασίες κατασκευής ηθικού πανικού, οι οποίες τείνουν να έχουν τα “πάνω” και τα “κάτω” τους, καθώς συνήθως ακολουθούν ένα κλασικό μοτίβο:

α) Ένα συμβάν ή μια κατάσταση, ένα επεισόδιο ή ένα πρόσωπο ή μια ομάδα ή ένας τύπος συμπεριφοράς παρουσιάζονται ως απειλή για την κοινωνία, τις αξίες και τα συμφέροντα: συχνά είναι διαστρεβλωμένα και υπερβολικά διογκωμένα. Είναι ο «λαϊκός διάβολος» που λαμβάνει την προσοχή των μέσων ενημέρωσης. Τώρα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτό πολλαπλασιάζεται επί χίλια.

β) Η εστίαση των ΜΜΕ στη λεγόμενη «φύση» αυτού του «είδους» των ατόμων ή συμπεριφορών που ενοχοποιούνται παρουσιάζονται με συγκεκριμένο, στερεοτυπικό τρόπο. 

γ) Στη συνέχεια, τα ΜΜΕ «καλούν» ή παρουσιάζουν τους αυτόκλητους «σωτήρες» και «προστάτες» των ηθικών αξιών της κοινωνίας που εκφράζουν την οργή τους.

δ) Διάφοροι «ειδικοί» επί του θέματος προβαίνουν σε εκτιμήσεις προτείνοντας λύσεις και «τιμωρίες» για τους ενόχους.

ε) Στη συνέχεια, οι δυνάμεις του «νόμου και της τάξης», όπως η αστυνομία, ο στρατός, οι διωκτικές αρχές, μπαίνουν μέσα για να «καθαρίσουν» και να «αποκαταστήσουν την τάξη».

Ο ηθικός πανικός βασίζεται στην υπερβολική αντίληψη ότι η συμπεριφορά ορισμένων ατόμων ή ομάδων, του τύπου της συμπεριφοράς που θεωρούνται «αποκλίνουσες». Το να αποκαλείται κάτι «ηθικός πανικός» δεν σημαίνει ότι αυτό το κάτι δεν υπάρχει ή δεν συνέβη καθόλου ή ότι η αντίδραση βασίζεται σε φαντασία, υστερία, αυταπάτη κ.λπ. Πρόκειται για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα γεγονότα πλαισιώνονται με τον τρόπο που παρουσιάζονται. Μερικές φορές είναι εντελώς διαστρεβλωμένα ή υπερβολικά.  Συχνά πρόκειται για εθνοτικές μειονότητες, μετανάστες ή νεανικές υποκουλτούρες που θεωρούνται τόσο προβληματικές και επικίνδυνες για την κοινωνία που απαιτεί την άμεση τιμωρία των ενόχων και την αποκατάσταση της τάξης. Ο πανικός εκφράζει συναισθήματα έντασης, όπως φόβο, τρόμο, άγχος, μίσος, εχθρότητα και την αίσθηση ότι απειλούνται οι λεγόμενοι ηθικοί κανόνες, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η «κατάρρευση της κοινωνικής τάξης».

Ας έρθουμε τώρα στην αστυνόμευση. Κάθε είδος εγκλήματος υψηλού προφίλ έχει τους δικούς του ανθρώπους στην πολιτική και μέσα στον κατασταλτικό μηχανισμό. Η αναποτελεσματικότητα της αστυνόμευσης στην πρόληψη του εγκλήματος, η υπερβολική αντίδραση μετά από εγκλήματα υψηλού προφίλ και η σκληρή αστυνόμευση, συμπεριλαμβανομένων των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο αναπαράγεται το ίδιο το πρόβλημα.

Θεωρώ ότι οι προτάσεις για νέα μέτρα αστυνόμευσης είναι προβληματικές, αναποτελεσματικές και επικίνδυνες. Τα κατασταλτικά μέτρα δεν αποδίδουν – είναι μια ένδειξη ότι το «παιχνίδι έχει ήδη χαθεί» και αστυνομεύουν την κρίση, η οποία είναι πιθανόν να πολλαπλασιαστεί, καθώς η καταστολή και η βία φέρνει περισσότερη βία και αντιβία- είναι ένας φαύλος κύκλος.

Ποιες πιθανές επιπτώσεις στη σχέση μεταξύ των αρχών και του κοινού μπορεί να προκύψουν από την εφαρμογή αυστηρών μέτρων;

Οι προτάσεις περί δήθεν αποκατάστασης του νόμου και της τάξης σχετικά με την αστυνόμευση υπονομεύουν ακόμα περισσότερο την εμπιστοσύνη του κοινού: Όταν υπάρχει τόσο λίγη εμπιστοσύνη του κοινού στην αστυνόμευση, πώς μπορούν να προτείνουν πιο σκληρή αστυνόμευση, δηλαδή περισσότερες πιθανότητες κατάχρησης εξουσίας, λιγότερη λογοδοσία κ.λπ.; 

Πώς συμβάλλουν τα ΜΜΕ στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης για το έγκλημα και την αντιλαμβανόμενη ανάγκη για αυστηρά μέτρα αστυνόμευσης;

Τα ΜΜΕ έχουν συμφέρον να πουλήσουν, δηλαδή να έχουν περισσότερες προβολές και περισσότερα clicks. Ως εκ τούτου, έχουν συμφέρον να διαστρεβλώνουν και να υπερβάλλουν όταν δεν υπάρχει υπευθυνότητα και λογοδοσία. Χρόνια τώρα μελετώνται και είναι πλέον αποδεκτό από όλους ότι ο ρόλος των ΜΜΕ διεθνώς δεν είναι απλώς να μεταφέρουν αντικειμενικά ειδήσεις. Επίσης, είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι το κοινό δεν είναι παθητικός δέκτης πληροφοριών που καταπίνει ό,τι του προσφέρουν τα μέσα ενημέρωσης – το παλιό «μοντέλο προπαγάνδας» και οι φόβοι για «πλύση εγκεφάλου» έχουν δώσει τη θέση τους σε μια πιο εκλεπτυσμένη ανάγνωση αυτής της διαδικασίας μετάδοσης ειδήσεων-διαμόρφωσης-γνώμης που συναντά ένα υποψιασμένο, για να μη πω καχύποπτο κοινό που αντιδρά με διαφορετικούς τρόπους. Η απεικόνιση του εγκλήματος είναι μια ενεργή διαδικασία.

Ας βάλουμε τα πράγματα στο πλαίσιο τους. Με τη μετατροπή της Κύπρου σε οικονομία χρηματοδότησης και υπηρεσιών σε ένα εξευρωπαϊσμένο σύστημα, το έγκλημα έχει προσαρμοστεί ανάλογα.

Υπάρχουν παραδείγματα όπου λήφθηκαν παρόμοια μέτρα αστυνόμευσης ως απάντηση σε κύματα εγκληματικότητας; Ποιες ήταν οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στην κοινωνία;

Παρόμοια μέτρα αστυνόμευσης σε άλλες χώρες έχουν αμφίβολη επιτυχία. Τα μέτρα πρέπει να είναι ανάλογα και να  προσαρμόζονται στο συγκεκριμένες κοινωνικές-πολιτισμικές συνθήκες – δηλαδή να κατανοούν το ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα. Δεν βλέπω να έχουν επιτυχία στην Κύπρο – αν μη τι άλλο η εμπιστοσύνη στην Αστυνομία θα μειωθεί ακόμη περισσότερο μακροπρόθεσμα.

Υπάρχει το ενδεχόμενο τα προτεινόμενα μέτρα να στοχεύουν συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι οπαδοί του ποδοσφαίρου, οδηγώντας σε κοινωνικό διχασμό ή στιγματισμό;

Θεωρώ ότι είναι πιθανό αυτό να οδηγήσει σε περισσότερο στιγματισμό, στερεότυπα, ενίσχυση και αναπαραγωγή των κοινωνικών διαιρέσεων και ενδεχομένως να οδηγήσει σε πόλωση, ακόμη και σε αύξηση των συγκρούσεων και της βίας, αντί να την εκτονώσει.

Υπάρχουν πιο φιλικές στην κοινότητα προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που θα μπορούσαν να είναι πιο αποτελεσματικές από τα σκληρά μέτρα αστυνόμευσης;

Η κοινοτική αστυνόμευση απαιτεί μια πολύ διαφορετική αντίληψη της «αστυνόμευσης». Σημαίνει υπεύθυνη αστυνόμευση με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και απομάκρυνση από τη βίαιη αστυνόμευση. Απαιτεί λογοδοσία (πολιτική, νομική, κοινωνική) για τα όργανα της τάξης που καταπατούν δικαιώματα.  Νομίζω ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός.

Στην Κύπρο έχουν καταγραφεί αυξημένα επίπεδα βίας τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων εναντίον εκπαιδευτικών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τραυματισμών ειρηνικών διαδηλωτών από την αστυνομία, πογκρόμ κατά μεταναστών, χουλιγκανισμού και δολοφονιών που σχετίζονται με τη μαφία. Πώς ερμηνεύετε αυτή την αύξηση της βίας;

Ναι, η βία αυξάνεται μαζικά, πολλαπλασιάζεται σε διάφορες σφαίρες της ζωής τα τελευταία χρόνια. Οι μορφές βίας (απειλές, εκφοβισμός, κακοποίηση, διαδικτυακός εκφοβισμός κ.λπ.) μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας τρόπος πολλαπλασιασμού της βίας εντός και εκτός του σχολικού και εργασιακού χώρου. Συχνά αυτό είναι ακόμη πιο επώδυνο από την ωμή βία στο σχολείο ή την εργασία. Όλα αυτά συνδέονται με τις αυξανόμενες ανισότητες, την επισφάλεια, τη δυστυχία και την έλλειψη ελπίδας και προσδοκίας για κάτι καλύτερο στο μέλλον.

Επιτρέψτε μου να σχολιάσω εδώ τα τρομακτικά και πρωτοφανή πογκρόμ του 2023. Αυτά που υποκινήθηκαν, οργανώθηκαν και εκτελέστηκαν από ακροδεξιές και ρατσιστικές ομάδες εναντίον μεταναστών και αντιρατσιστών. Είχαμε μια σειρά από ρατσιστικές βίαιες επιθέσεις στην Κύπρο αμέσως μετά την ένταξη στην ΕΕ – βία στην Αγγλική Σχολή για παράδειγμα ή το μαχαίρωμα του Τουρκοκύπριου μουσικού από νεοναζί στο αντιρατσιστικό φεστιβάλ στις Φοινικούδες το 2010.

Ο ρόλος των ακροδεξιών πολιτικών συνεργατών ήταν καθοριστικός, ενώ τα ΜΜΕ είχαν καταλυτικό ρόλο στη διαστρέβλωση και την ενίσχυση συχνά ψευδών ειδήσεων που τροφοδοτούσαν την αντιμεταναστευτική και ξενοφοβική υστερία. Οι ρατσιστικές ταραχές του 2023 ήταν ένα γεγονός που ακολούθησε τη μορφή ενός κλασικού φαινομένου καλλιέργειας και διόγκωσης του φυλετικού «ηθικού πανικού».

Αυτό δεν είναι καθόλου καινούργιο – ο Stuart Hall και οι συνεργάτες του το περιγράφουν στο βιβλίο τους για τον ρατσισμό στα τέλη της δεκαετίας του 1970 στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τίτλο Policing the Crisis: Mugging, Law and Order” (Αστυνόμευση της κρίσης: Νόμος και τάξη). Στα πογκρόμ στη Χλώρακα και τη Λεμεσό υπάρχει ξεκάθαρα οργάνωση και εκτέλεση στη βάση ενός σχεδίου. Ο ρόλος της αστυνομίας σε αυτό ήταν θλιβερός! Ήταν εκεί και δεν έκαναν τίποτα.